Home > Αρθρα > Μπορεί να γεφυρωθεί η Ιστορία με τη Δημόσια Ιστορία ; Tης Δήμητρας Πατρωνίδου

Μπορεί να γεφυρωθεί η Ιστορία με τη Δημόσια Ιστορία ; Tης Δήμητρας Πατρωνίδου

Μπορεί να γεφυρωθεί η Ιστορία με τη Δημόσια Ιστορία;

Tης Δήμητρας Πατρωνίδου

H Ιστορία και η Δημόσια Ιστορία είναι δύο διαφορετικές προσεγγίσεις στο παρελθόν. Η επιστημονική ή ακαδημαϊκή Ιστορία στηρίζεται στην ακαδημαϊκή έρευνα, ελέγχει διαρκώς τη μέθοδό της, όπως και τη γνησιότητα και την αξιοπιστία των πηγών της. Η Δημόσια Ιστορία αναπτύσσεται ανεξάρτητα από την ακαδημαϊκή έρευνα. Πεδίο της είναι συνήθως τα τραύματα, οι διαιρεμένες και τραυματισμένες μνήμες. Θέτει ζητήματα ηθικής, παραδειγματισμού και συναισθήματος,  που δεν έχουν θέση στην Ιστορία των ιστορικών. Στην παραγωγή της Δημόσιας Ιστορίας συνεισφέρουν δημοσιογράφοι, σκηνοθέτες, λογοτέχνες, υπεύθυνοι αρχείων και μουσείων, ξεναγοί του ιστορικού τουρισμού, και όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Χ. Φλάισερ, «επιπροσθέτως, ανακατεύονται και ταχυδακτυλουργοί, τσαρλατάνοι ή αρνητές. Δηλαδή όχι μόνο ιστοριοδίφες, συγγενείς εξ αγχιστείας, ερασιτέχνες, εραστές, αλλά και βιαστές της ιστορίας.»

Είναι καλή η Δημόσια Ιστορία: αφυπνίζει ιστορικά το κοινωνικό σώμα, εκλαϊκεύει, καταγράφει την τραυματική μνήμη, συνδέει τη μνήμη με την ταυτότητα, παραμυθεί, ψυχαγωγεί (με την πραγματική έννοια της ψυχαγωγίας ως αγωγή της ψυχής). Είναι όμως και κακή η Δημόσια Ιστορία: εκμεταλλεύεται λαϊκίστικα την τραυματική μνήμη με όρους τηλεμάρκετινγκ, στοχοποιεί, διασύρει πρόσωπα και πολιτικές απόψεις, διχάζει την κοινή γνώμη προκαλώντας «συμβολικούς πολέμους».

Όλα εξαρτώνται από την καλή ή κακή «χρήση».

Ωστόσο, έναν τέτοιο «συμβολικό πόλεμο» βιώσαμε στον Δήμο Δράμας μέσα στον μήνα Δεκέμβριο του 2018 σχετικά με το αν θα έπρεπε τότε να γιορταστούν ή όχι τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Δήμου Δράμας. Το ζήτημα άνοιξε η Δημοτική Παράταξη του Δήμου Δράμας “Πόλη και Ζωή”. Την ιδέα την παρείχε η γειτονική Καβάλα, η οποία το τριήμερο 3, 4 και 5 Δεκεμβρίου 2018 γιόρτασε τα 100 χρόνια από την ίδρυση του Δήμου.

Γνώμη μου είναι πως είναι δικαίωμα του γειτονικού Δήμου να αυτο-προσδιορίζεται κατά το δοκούν και να χτίζει τη δική του Δημόσια Ιστορία. Και μάλιστα το εορταστικό τριήμερο 3, 4 και 5 Δεκεμβρίου 2018 απέδωσε τιμές και βραβεία στους δημάρχους και τους προέδρους των δημοτικών συμβουλίων. Βέβαια παρόμοιες βραβεύσεις είχε ήδη κάνει και στις 18 Φεβρουαρίου 2013, σε μία γιορτή που είχε διοργανώσει προς τιμήν των 100 χρόνων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τιμώντας συμβολικά όλους τους δημάρχους και όλους τους δημοτικούς συμβούλους που υπηρέτησαν τον Δήμο Καβάλας από το 1913. Επέτειοι, λοιπόν, και τιμές για τα 100 χρόνια της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και το 2013 και το 2018 (εξαιρετικό παράδειγμα του τι σημαίνει ότι πεδίο της Δημόσιας Ιστορίας είναι οι διαιρεμένες και τραυματισμένες μνήμες).

Ωστόσο δικό μου θέμα δεν είναι η διαίρεση, αλλά η γεφύρωση, και συγκεκριμένα εάν μπορεί να γεφυρωθεί η Ιστορία με τη Δημόσια Ιστορία. Κι ας γυρίσω στα καθ’ ημάς, κι ας ξεκινήσω με το καίριο ερώτημα: Από πότε υπάρχει Δήμος Δράμας; Ας δούμε τι λένε οι πρωτογενείς πηγές:

Στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης στις 14 Φεβρουαρίου 1912  (ΦΕΚ 58/Α/1912) δημοσιεύεται ο Νόμος ΔΝΖ΄ (υπ’ αριθ. 4057) «περί συστάσεως δήμων και κοινοτήτων», ο οποίος ξεκινάει ως εξής:

Άρθρον 1

Δήμοι είνε: α΄) αι πρωτεύουσαι των Νομών, β΄) αι πόλεις αι έχουσαι άνω των 10,000 κατοίκων.

Τον επόμενο χρόνο στην Απαρίθμηση των κατοίκων των νέων επαρχιών της Ελλάδος του έτους 1913 που ετοιμάζει η Διεύθυνση Στατικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών αμέσως μετά την ενσωμάτωση των νέων χωρών στο ελληνικό κράτος, βλέπουμε ότι η διαίρεση των νέων χωρών σε νομούς γίνεται ήδη από το 1913. Ο Πίνακας Α΄, Πληθυσμός κατά Νομούς (σ. 5), μας πληροφορεί πως στην Ανατολική Μακεδονία έχουμε δύο νομούς, Σερρών και Δράμας, με πληθυσμό 135.284 και 204.404 αντίστοιχα. Η επαρχία Καβάλας εντάσσεται στον Νομό Δράμας, όπως και οι επαρχίες Θάσου και Σαρή Σαμπάν (Πίνακας Β΄, σ. 6).

Με βάση τον ισχύοντα Νόμο ΔΝΖ΄ η πόλεις της Δράμας και των Σερρών, ως πρωτεύουσες των νομών, είναι εξ ορισμού δήμοι. Δήμο όμως σχηματίζει και η πόλη της Καβάλας, με πληθυσμό 23.378 κατοίκους (σ. 50), ως πόλη με πάνω από 10.000 κατοίκους.

Γύρω στα μέσα Οκτωβρίου του 1913 ο υπουργός Εσωτερικών, Εμμ. Ρέπουλης, επισκέπτεται το μαρτυρικό Δοξάτο. Το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Δράμας εκμεταλλεύεται την ευκαιρία και παρουσιάζεται στον υπουργό διεκδικώντας την έδρα του Πρωτοδικείου από τη γειτονική Καβάλα, παράλληλα με άλλα αιτήματα. Στην αθηναϊκή εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ στις 19.10.1913 (αριθ. φ. 6.106, σ. 5), διαβάζουμε:

[…] Το δημοτικόν συμβούλιον Δράμας εκ των κ.κ. Βασιλείου Δερμετζόγλου, δημάρχου, Ν. Βαλάνη, Δ. Κωνσταντίνου, Ν. Παρμενίονος, συμβούλων, παρουσιάσθη εις τον κ. υπουργόν και έκαμε την κατάλληλον ανάπτυξιν δια το ζήτημα του πρωτοδικείου, καθώς και δια το ζήτημα της προαγωγής της πόλεως, και δια το ζήτημα της αποπερατώσεως της προς τον σιδηροδρομικόν σταθμόν μεγάλης γεφύρας, της οποίας τα βάθρα κατεσκευάσθησαν επί Τουρκοκρατίας, υπολείπεται δε μόνον το κατάστρωμα. Τούτον τον χειμώνα δια την έλλειψιν της γεφύρας είνε αδύνατον να επικοικοινωνήση η Δράμα με τον σιδηροδρομικόν σταθμόν. […]

Ο επόμενος χρόνος βρίσκει Δήμαρχο στο Δημαρχείο Δράμας τον τέως δημοτικό σύμβουλο, Ν. Βαλάνη. Διαβάζουμε στην αθηναϊκή εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ στις 22.04.1914 (αριθ. φ. 6287, σ. 2):

ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΔΗΜΑΡΧΕΙΟΝ ΔΡΑΜΑΣ

Αριθ. πρωτ. 200

Διεκπ. 146

Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΔΡΑΜΑΣ

Διακηρύττει ότι

Προκειμένου να συνταχθεί το σχέδιον της πόλεως Δράμας, ως νυν υπάρχει, συμφώνως ταις διατάξεσι ταις ισχυούσαις παρά τοις Δημοσίοις έργοις του Κράτους και της Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας,

Προσκαλεί τους βουλομένους να υποβάλλωσι μέχρι μεσημβρίας της 25ης Μαρτίου 1914, αιτήσεις, εν αις να γνωρίζωσι την κατά στρέμμα ζητουμένην παρ’ αυτών τιμήν δια την υποτύπωσιν, ως και τα πιστοποιητικά ικανότητος δια την εκτέλεσιν παρομοίων εργασιών, δεόντως κεκυρωμένα.

Εν Δράμα τη 18 Απριλίου 1914

Ο Δήμαρχος Δράμας

Νίκλης Ν. Βαλάνης

 Στη συνέχεια Δήμαρχος Δράμας διορίζεται ο Δ. Βάντσης, και μετά την παραίτησή του, ο Μ. Φέσσας. Στην Εφημερίδας της Κυβέρνησης στις 31.08.1915 (ΦΕΚ 172/Β/1915) διαβάζουμε στη σ. 2, υπό τον τίτλο ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ότι με Βασιλικό Διάταγμα που εκδόθηκε στη Δεκέλεια στις 28 Ιουλίου 1915, με πρόταση του υπουργού Εσωτερικών:

[…] διωρίσθησαν δήμαρχοι Πρεβέζης ο κ. Κωνσταντίνος Τόλιας, αντί του κ. Βασιλ. Μπάλκου, ούτινος εγένετο αποδεκτή η εκ της υπηρεσίας παραίτησις, Κοζάνης ο κ. Νικόλαος Ρεπανάς […] Δράμας ο κ. Μιχαήλ Φέσσας, αντί του κ. Δ. Βάντση, παραιτηθέντος, [..] και Ζηλιοχώβης ο κ. Γ. Παπαδόπουλος.

Ο Υπουργός

Ν. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑΚΟΣ

Τον Μιχαήλ Φέσσα στο τιμόνι του Δημαρχείου θα βρει η Β΄ Βουλγαρική Κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας. Στις 5 Οκτωβρίου 1916 το Γενικό Επιτελείο του βουλγαρικού στρατού (Действующата армия) που έχει έδρα το Κιουστεντίλ ιδρύει τη Στρατιωτική Επιθεώρηση της περιοχής Δράμας (Драмска Областна Военна Инспекция) που αποτελείται από εδάφη του ελληνικού κράτους ανατολικά του ποταμού Στρυμόνα και τα οποία είχαν καταληφθεί από τα βουλγαρικά στρατεύματα από κοινού με τα γερμανικά στρατεύματα. Δηλαδή όλη η Ανατολική Μακεδονία αποτέλεσε μια στρατιωτική διοίκηση με έδρα τη Δράμα. Για να μην προκληθεί χάος και να έχει αποτελεσματικότητα η βουλγαρική διοίκηση, έπρεπε να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τις ελληνικές διοικητικές αρχές είτε να δημιουργήσει νέες εκεί που υπήρχε διοικητικό κενό. Ο Δήμαρχος της Δράμας Μ. Φέσσας, όπως και ο Νομάρχης Δράμας Ν. Μπακόπουλος, δεν εγκατέλειψαν τις θέσεις τους. Συνέχισαν να διοικούν τον Δήμο και τον Νομό Δράμας αντίστοιχα, αλλά βρίσκονται υπό την πλήρη εξουσία του επικεφαλής της Στρατιωτικής Επιθεώρησης της περιοχής Δράμας,  ταξίαρχου Τάνεφ (Διάταγμα του Γενικού Επιτελείου του βουλγαρικού στρατού με αριθ. 566, με τίτλο «Пροσωρινή κατάσταση για τη διοίκηση της Στρατιωτικής Επιθεώρησης της περιοχής Δράμας», Κρατικό Ιστορικό Αρχείο Πολέμου, Β. Τύρνοβο, Φ 1545, оп.1, а.е. 1, σ. 5-6).

Με την αποχώρηση του Βουλγάρων στα τέλη του Οκτώβρη του 1918 η χώρα μας ανακαταλαμβάνει την Ανατολική Μακεδονία. Στη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής της Ανατολικής Μακεδονίας, στην ελεύθερη Ελλάδα έχει ήδη δημοσιευτεί ο νόμος 1051 της 6/10 Νοεμβρίου 1917 «περί συστάσεως και διοικήσεως δήμων και κοινοτήτων εν ταις Νέαις Χώραις» (ΦΕΚ 259/Α/13.11.1017). Ο νόμος αυτός διατάσσει τον ακριβή καθορισμό των δήμων και κοινοτήτων των νέων χωρών, προκειμένου ο Νόμος ΔΝΖ΄ (υπ’ αριθ. 4057) του 1912 να έχει καθολική και πλήρη ισχύ και στις νέες χώρες και στη συνέχεια να διαταχθούν δημοτικές και κοινοτικές εκλογές (σε ορισμένα διαμερίσματα των νέων χωρών, σ. 4).

Στις 29 Σεπτεμβρίου 1918, και πριν ολοκληρωθεί η αποχώρηση των βουλγαρικών στρατευμάτων, με απόφαση (με αριθ. 191) του υπουργού Εσωτερικών ως Αντιπροσώπου της κυβέρνησης στην Ανατολική Μακεδονία:

διωρίσθη Δήμαρχος Δράμας ο Δημήτριος Βάντσης, αντί του τέως τοιούτου Μιχαήλ Φέσσα, απαλλαγέντος.

Η παραπάνω απόφαση της 29ης Σεπτεμβρίου 1918 δημοσιεύεται στην Εφημερίδας της Κυβέρνησης στις 16 Ιανουαρίου 1919 (ΦΕΚ 8/Γ/1919, σ. 2) και περιλαμβάνει και τα ονόματα των δραμινών δημοτικών συμβούλων που διετέλεσαν τέτοιοι πριν την βουλγαρική κατοχή αλλά και των νέων (όπως και όλων των εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης της Ανατολικής Μακεδονίας).

Οι Δήμοι της Ανατολικής Μακεδονίας νομοθετικά επανεντάσσονται στον εθνικό κορμό μετά τη στρατιωτική κατοχή τους από το βουλγαρικό κράτος και συστήνονται ως Δήμοι έναν μήνα αργότερα, με το  Βασιλικό Διάταγμα της 29ης Νοεμβρίου 1918 (ΦΕΚ 248/Α/03.12.1918). Η διοικητική αυτή σύσταση γίνεται δυνάμει του νέου νόμου 1051 της 6/10 Νοεμβρίου 1917, για τον οποίο έγινε λόγος παραπάνω και ο οποίος προετοιμάζει το διοικητικό σύστημα για τις επερχόμενες δημοτικές και κοινοτικές εκλογές.

Ωστόσο, στον «συμβολικό πόλεμο» για το πότε ιδρύθηκε ο Δήμος βάζει οριστικό τέλος, ξεκαθαρίζοντας πλήρως τα πράγματα, ο νόμος 91 της 12ης  Μαΐου 1943 (ΦΕΚ 129/Α/1943), ο οποίος ορίζει επακριβώς ποιοι Δήμαρχοι δικαιούνται να λάβουν δια βίου και μηνιαίως δημαρχιακό επίδομα (χορηγία). Το επίδομα αυτό, σύμφωνα με τον νόμο 91, θα λαμβάνουν όσοι διετέλεσαν Δήμαρχοι για οκτώ (8) χρόνια. Το άρθρο 2 ορίζει ότι επίδομα Δημάρχου δικαιούται να λάβει όποιος διετέλεσε σε υπηρεσία Δημάρχου σε Δήμο των Νέων Χωρών, πριν την απελευθέρωσή του (το 1918), η οποία όμως υπηρεσία φυσικά δεν μπορεί να ξεπεράσει την πενταετία (αφού οι νέες χώρες ενσωματώθηκαν το 1913) και εφόσον η υπηρεσία αυτή συνεχίστηκε όσο οι νέες χώρες ήταν στρατιωτικά κατεχόμενες, και μέχρι να εφαρμοστούν σε αυτές οι διατάξεις του νόμου 1051 της 6/10 Νοεμβρίου 1917 «περί συστάσεως και διοικήσεως δήμων και κοινοτήτων εν ταις Νέαις Χώραις» (οι οποίες εφαρμόστηκαν, όπως ήδη ειπώθηκε, με το Βασιλικό Διάταγμα της 29ης Νοεμβρίου 1918 – ΦΕΚ 248/Α/1918).

Στον νόμο, λοιπόν, 91 της 12ης  Μαΐου 1943 βλέπουμε και ξεκάθαρα γραμμένο (το αυτονόητο) ότι οι Δήμοι της Ανατολικής Μακεδονίας ήταν Δήμοι και πριν από τον νόμο 1051 της 6/10 Νοεμβρίου 1917 και πριν από το Βασιλικό Διάταγμα της 29ης Νοεμβρίου 1918 (ΦΕΚ 248/Α/1918), το οποίο ουσιαστικά προβαίνει σε ενσωμάτωση, ανασύσταση και διοίκηση των δήμων της Ανατολικής Μακεδονίας σύμφωνα με τον νόμο 1051 του 1917. Το ευχάριστο είναι ότι ο κ. Φέσσας το πιθανότερο έλαβε δια βίου και μηνιαίως δημαρχιακή χορηγία.

Που συναντιέται, όμως, η Ιστορία με τη Δημόσια Ιστορία;

Σ’ ένα λάθος, στην επίσημη ιστοσελίδα της Ελληνικής Εταιρείας Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Ε.Τ.Α.Α.). Στις διοικητικές μεταβολές δήμων και κοινοτήτων  (https://www.eetaa.gr/index.php?tag=dkmet_details&id=2975) η Ε.Ε.Τ.Α.Α. αναφέρει ότι η σύσταση του Δήμου Δράμας με έδρα τον οικισμό Δράμας γίνεται με το ΦΕΚ 248 Α/ – 03.12.1918, παραγράφοντας έτσι όλη την (πονεμένη) ιστορία της Ανατολικής Μακεδονίας των ετών 1913-1918. Από το λάθος αυτό ξεκινάει όλη η «Δημόσια Ιστορία» των «γενεθλίων» και της «εκατονταετηρίδας» του Δήμου στις 03.12.2018.

Αν θέλουμε μια έγκυρη Ιστορία και μια δίκαιη Δημόσια Ιστορία, που σέβεται τον εαυτό της και το ελληνικό κράτος, πρέπει όλοι/ες μαζί ως πολίτες αυτού του Δήμου να κινητοποιηθούμε, ώστε να διορθωθεί αυτό το λάθος στην ιστοσελίδα της Ε.Ε.Τ.Α.Α. Όλοι/ες που ασχολούνται και ασχολήθηκαν με το ζήτημα της σύστασης του Δήμου Δράμας -ντόπιοι, πρόσφυγες, ετεροδημότες που τίμησαν τον Δήμο Δράμας περισσότερο από τον Δήμο καταγωγής τους- έχουν αποδείξει με τον βίο και την πολιτεία τους της αγάπη τους για τη Δράμα. Είναι ώρα να κοινωνήσουμε αυτήν την αγάπη και προς την κεντρική κρατική διοίκηση. Και όσο το Μακεδονικό Ζήτημα έχει σηκωμένο το αιματοβαμμένο του κεφάλι, με τη δέουσα προσοχή και ταπεινά πρέπει να μελετούμε την περίπλοκη και γεμάτη αντιφάσεις ιστορία μας. Κι ας παλεύουμε για τη Μακεδονία «έκαστος εφ ω ετάχθη»: ο παπάς παπάς κι ο ζευγάς ζευγάς.