Βγήκε η απόφαση του δικαστηρίου για τα «Μάρμαρα Λαζαρίδη»
Οι τράπεζες απέκτησαν τον έλεγχο της εταιρείας
η οποία τίθεται σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης
ΜΕΤΑ ΑΠΟ μια δίκη που είχε κρατήσει περίπου 4 ώρες στα μέσα Ιανουαρίου, το δικαστήριο έβγαλε σχετική απόφαση, με την οποία παρέδωσε τον έλεγχο της εταιρείας «Μάρμαρα Λαζαρίδη» στις τράπεζες Πειραιώς και Alpha Bank, οι οποίες ζητούσαν την αποπληρωμή των δανείων τους, μέσω ειδικού διαχειριστικού καθεστώτος.
Σύμφωνα λοιπόν με την απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Δράμας, η επιχείρηση τίθεται σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης, εξέλιξη που έρχεται σε συνέχεια της αίτησης που είχαν καταθέσει οι πιστώτριες τράπεζες Πειραιώς και Alpha για ένταξη της βιομηχανίας μαρμάρου, με έδρα τη Δράμα, στην έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης των άρθρων 68 επ.του ν.4307/2014.
Οι οφειλές
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, η εταιρεία «Μάρμαρα Λαζαρίδη», χρωστά συνολικά (βάσει στοιχείων 31.12.2015) 39,2 εκατ. ευρώ, από τα οποία περίπου 13 εκατ. ευρώ οφείλονται στην Τράπεζα Πειραιώς και 14,2 εκατ. ευρώ στην Alpha Βank, με τις δύο τράπεζες να εκπροσωπούν το 69,55% του συνόλου των οφειλών της Λαζαρίδης. Ωστόσο, οι συσσωρευμένες οφειλές της Λαζαρίδης ανέρχονται σε 45 εκατ. ευρώ, καθώς η μαρμαροβιομηχανία έχει σταματήσει τις πληρωμές της προς τις πιστώτριες τράπεζες εδώ και τέσσερα χρόνια.
Η ειδική διαχείριση
Η εταιρεία Λαζαρίδης αποτελεί μία από τις πρώτες εταιρείες που εντάσσονται σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης, βάσει του νόμου 4307 που δίνει τη δυνατότητα στο 40% των πιστωτών να καταθέσει αίτηση (υπαγωγής σε ειδική διαχείριση), αποκτώντας τον έλεγχο μίας επιχείρησης μέσω της τοποθέτησης ειδικού διαχειριστή.
Στην Λαζαρίδης διορίστηκε ως ειδικός διαχειριστής η ελεγκτική εταιρεία Ernst &Young, η οποία θα προχωρήσει στη διενέργεια δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού με στόχο την εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης ή επιμέρους λειτουργικών κλάδων.
Το μοντέλο της ειδικής διαχείρισης αποσκοπεί στην ολοκλήρωση, το συντομότερο δυνατό, των διαδικασιών εκποίησης, με στόχο οι τράπεζες να περιορίσουν ενδεχόμενες απώλειες, αλλά και να μην εμπλακούν σε μακροχρόνιες διαπραγματευτικές διαδικασίες.