Συμβολή στην έρευνα της εκπαιδευτικής ιστορίας
Τα Σχολεία στο Δοξάτο Δράμας κατά την Τουρκοκρατία
(1867-1913)
Eυάγγελος Γ. Καρσανίδης Σχολικός Σύμβουλος ε.τ.
Ο Δοξάτος, όπως αναφέρεται στο παλαιότερο χειρόγραφο (Βρέβιον) την Μονής της Παναγίας Αγειροποιήτου (Εικοσιφοίνισσας ή Κοσίνιτσας) του Παγγαίου, είναι το σημερινό Δοξάτο του νομού Δράμας. Το χειρόγραφο με ταξινομικό αριθμό D 309 σήμερα βρίσκεται στο Κέντρο Σλαβο-Βυζαντινών Ερευνών «Ιvan Dujčev» της Σόφιας. Με την ίδια ονομασία ως Δοξάτου, αναφέρεται και σε κατάστιχο του 1568/69, όπου σημειώνεται με τρεις μαχαλάδες χριστιανών και έναν μουσουλμάνων. Περί το 1667 περιγράφεται, από τον Τούρκο περιηγητή Εβλιά Τσελεμπή, ως παραμυθένια πολιτεία με 300 σπίτια, δηλαδή 1500 κατοίκους, χριστιανούς και μουσουλμάνους, με χαμάμ, χάνια και μαγαζιά. Από το Δοξάτο καταγόταν, ο κατά το 1678 ηγούμενος της Μονής Αντώνιος, ο ονομαζόμενος και Χατζής.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα έως τις αρχές του 20ου τα σχολεία στο Δοξάτο, αλλά και στις άλλες πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά του καζά (επαρχίας) Δράμας και της Μακεδονίας γενικότερα, γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη, ποσοτική και ποιοτική. Η ανάπτυξη αυτή ευνοήθηκε κατά κύριο λόγο από την εισαγωγή των μεταρρυθμίσεων (Τανζιμάτ) που εγκαινίασε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το Χάτι – Χουμαγιούν (: Αυτοκρατορικό Διάταγμα) της 18ης Φεβρουαρίου 1856 και απόρροια του οποίου υπήρξαν και οι «Γενικοί Κανονισμοί» που συνέταξε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και που επικυρώθηκαν με σουλτανικό βεράτι το 1860. Με τους Κανονισμούς αυτούς προβλέφθηκε ο διακανονισμός των εκκλησιαστικών ζητημάτων, ο προσδιορισμός των καθηκόντων και της δικαιοδοσίας των δημογερόντων, η αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών θεμάτων κ.ά.
Οι συνταγματικές διατάξεις του Χάτι – Χουμαγιούν (1856), που καθιέρωναν την πλήρη ισότητα και ισονομία στους υπηκόους της οθωμανικής αυτοκρατορίας ανεξαρτήτως φυλής και θρησκεύματος επηρέασαν ασφαλώς τις δραστηριότητες και των κατοίκων του Δοξάτου, συνέβαλαν στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους και βοήθησαν, με την ανάπτυξη του εμπορίου, στη δημιουργία μιας αξιόλογης αστικής τάξης που ξεχώριζε από την ντόπια οθωμανική κυρίαρχη τάξη.
Έτσι, η νέα αστική τάξη, εμπόρων, καπνομεσιτών και κτηματιών άρχισε να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στα κοινοτικά πράγματα. Με την εμπορική δραστηριότητα των κατοίκων του Δοξάτου, το χρήμα επανέρχεται στα ελληνικά χέρια, με αποτέλεσμα η οργανωτική υποδομή της εκπαίδευσης να τεθεί υπό την πρωτοβουλία του εμπορικού κόσμου, στο φιλέμπορον των κατοίκων, όπως σημειώνει ο Ματθαίος Παρανίκας (1832-1897),ο ακούραστος αυτός μελετητής της ιστορίας της πνευματικής ζωής του υπόδουλου ελληνισμού.
Στη συνέχεια η ύπαρξη Εθνικού Πανεπιστημίου στην πρωτεύουσα της ελεύθερης Ελλάδας, που λειτούργησε από το 1837, και η ίδρυση φιλεκπαιδευτικών συλλόγων έδωσαν ώθηση στο θέμα της εκπαίδευσης. Η δεκαετία 1860-1870 αποτελεί περίοδο τομής στην εκπαίδευση του υπόδουλου Ελληνισμού, καθώς η ανάπτυξη επικοινωνίας με τον ελεύθερο νότο δημιουργεί συνεχή πρόοδο.
Ως την εποχή εκείνη την εκπαίδευση στον υπόδουλο Ελληνισμό φρόντιζαν οι εκκλησιαστικές και κοινοτικές αρχές. Τώρα σ’ αυτούς τους φορείς προστίθεται η συμβολή της καλύτερης τάξης με τη μορφή συλλόγων και το βάρος της φροντίδας για την παιδεία αρχίσει σιγά – σιγά να μετατοπίζεται προς τα εκεί γράφει ο καθηγητής Στέφανος Παπαδόπουλος , για να καταλήξει ότι στους συλλόγους αυτούς κατά μέγα μέρος οφείλεται η διατήρηση της παιδείας στο τελευταίο τέταρτο του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα.
Έτσι η εκπαίδευση του υπόδουλου Ελληνισμού , που ως τότε αποτελούσε αντικείμενο μέριμνας της Εκκλησίας και των Κοινοτήτων, αποκτά και άλλον ενισχυτικό φορέα , την αστική τάξη, στους ώμους της οποίας βαθμιαία, δια των συλλόγων, πέφτει το κύριο βάρος της εκπαιδευτικής δραστηριότητας.
Από επιτόπιες έρευνες που πραγματοποιήσαμε στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών για έγγραφα σχετικά με την εκπαίδευση στις επαρχίες Δράμας και Ζιχνών κατά την Τουρκοκρατία, βρήκαμε, ανάμεσα σε άλλα, και μια αδημοσίευτη έκθεση, άγνωστη στους μελετητές, η οποία διαφωτίζει μίαν σχετικά άγνωστη πτυχή της ιστορίας της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης στην περιοχή μας. Η εμπιστευτική αυτή έκθεση του υποπροξενείου Καβάλας «Περί καταστάσεως της Ελληνικής Παιδείας κατά την περιφέρειαν του υποπροξενείου τούτου» που υποβλήθηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών στις 6 Σεπτεμβρίου 1867, μεταξύ των άλλων, αναφέρει: «Η ελληνική παιδεία, Εξοχώτατε, εις τα μέρη μας, είναι αληθώς παρηγκονισμένη, η επικρατούσα όμως γλώσσα εις άπαντα τα χριστιανικά χωρία της δικαιοδοσίας μου είναι μάλλον η ελληνική, πράγμα όπερ αποβαίνει ευχάριστον […]. Παρετήρησα ότι η παρηγκόνησις της ελληνικής μαθήσεως εις τα μέρη ταύτα έλαβεν και λαμβάνει χώρα, ουχί διότι οι κάτοικοι χριστιανοί αποστρέφονται αυτήν, αλλά διότι δεν έχουσι τα μέσα όπως συντηρήσωσι όποια ελληνικά σχολεία εις τα μέρη τους και διότι οι οθωμανοί επί συστήματος καταφέρονται κατά των ελλήνων διδασκάλων […]». Ο υποπρόξενος στην έκθεσή του παρέχει αρκετά στοιχεία για την εθνολογική κατάσταση της περιφέρειάς του, για τα Σχολεία, κυρίως όμως για τις δυσκολίες λειτουργίας τους εξαιτίας «των αγριοτάτων θρησκευτικών προλήψεων και της θηριωδίας των μουσουλμάνων(…)».
Στην ετήσια έκθεσή του ο Έλληνας υποπρόξενος θα αναφέρει ακόμη ότι για τους παραπάνω λόγους «…καθίσταται αναγκαία η ίδρυσις των εξής αλληλοδιδακτικών σχολείων :
α) Ενός εις την πόλιν της Δράμας πληρονομένου του διευθύνοντος αυτό διδασκάλου ετησίως δρχ. 1.000.
β) Ενός ομοίου εις την κωμόπολιν Δοξάτου απέχουσαν 3 ώρας από την Καβάλα πληρονομένου του διδασκάλου ετησίως 600 δρχ.
γ) Ενός σχολείου εις Τσατάλτσαν ή Κορίστιανην πληρονομένου ενός διδασκάλου δρχ. 1.000. Σύνολον: 2.600 δρχ.».
Στην έκθεση γίνεται επίσης ρητή αναφορά και για τα βιβλία τα οποία απαιτούνται για χρήση των μαθητών στα σχολεία. Παραθέτω το μικρό απόσπασμα: «Διά τα σχολεία δε ταύτα απαιτούνται και κατάλληλα διδακτικά βιβλία ήτοι αλφαβητάρια μικρά, κατήχησις, ιεραί εφορίαι, μικραί γεωγραφίαι, αριθμητικαί και γραμματικαί του Βερναρδάκου ως και μικρού ποσού της εφ’άπαξ χρηματικής βοηθείας προς καταρτισμόν των διδασκάλων, υπολογιζομένη εφ’ όλων τούτων εις δραχμάς 1.500. Γενικό σύνολον : 4.100 δρχ.».
Συνεχίζοντας την έρευνά μας στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών για τα σχολεία του Δοξάτου βρήκαμε μια ακόμη έκθεση «Περί ενισχύσεως της Ελληνικής Παιδείας κατά την περιφέρεια του Υποπροξενείου Καβάλας», που υποβλήθηκε από τον υποπρόξενο Καβάλας Γεώργιο Σ. Δοκό στο Υπουργείο Εξωτερικών , στις 19 Νοεμβρίου 1869. Στην έκθεσή του ο υποπρόξενος , μεταξύ των άλλων, αναφέρει τα εξής: «…Αι πλείσται των κατά την περιφέρειαν ταύτην κωμοπόλεων, ως η Ελευθερούπολις (Πράβιστα), η Ξάνθη, το χωρίον Δοξάτον κλπ., κέκτηνται ευτυχώς αλληλοδιδακτικά σχολεία, ένιαι δε και των Ελληνικών γραμμάτων…».
Στα Αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών βρήκαμε και μια αναφορά των Εφόρων των Σχολείων Δράμας και Δοξάτου, οι οποίοι ζητούν από τον Υπουργό Εξωτερικών να ενεργήσει αρμοδίως «προς βελτίωσιν της δεινής ήδη θέσεώς των καθ’ όσον μόνον παρ’ αυτού πλέον αναμένομεν προστασίαν ως χριστιανοί Έλληνες». Την αναφορά των Προκρίτων υπέβαλε στο Υπουργείο Εξωτερικών ο υποπρόξενος Καβάλας Αρ. Παπαδόπουλος στις 3 Αυγούστου 1876.
Δυο χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα στις 19 Νοεμβρίου 1878, υποβλήθηκαν, μέσω του υποπροξενείου Καβάλας δυο αιτήσεις των Εφόρων των Σχολείων Δοξάτου και Πραβίου, προς το «Σύλλογο προς διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων», στην Αθήνα, προκειμένου να τους χορηγηθεί η αναγκαία δαπάνη «διά την σύστασιν και ετησίαν συντήρησιν δύο Νηπιαγωγείων εν Δοξάτω και Πραβίω, έσται περίπου 100 οθωμ. λίρες».
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι βασικό μέλημα του ελεύθερου ελληνικού κράτους ήταν η εκπαίδευση των νέων Ελλήνων της περιοχής μας. Για το λόγο αυτό οι οικονομικές ενισχύσεις των σχολείων από το επίσημο ελληνικό κράτος δεν ήταν σπάνιες. Άλλωστε, υπαγορεύονταν από το γενικότερο πνεύμα της εξωτερικής πολιτικής της Μεγάλης Ιδέας, η οποία στο έργο των σχολείων έβρισκε τον καλύτερο εκφραστή της.
Την επόμενη μαρτυρία για τη λειτουργία ελληνικού σχολείου στο Δοξάτο μας τη δίνει ο εκπαιδευτικός – συγγραφέας Ν. Φιλιππίδης, μια εξέχουσα εθνική και πνευματική φυσιογνωμία που εργάστηκε με θάρρος και ζήλο για τη διάσωση της υπόδουλης Μακεδονίας. Ο Ν. Φιλιππίδης που επισκέφθηκε το Δοξάτο περί το 1877 γράφει: «Δοξάτον (το)∙ κώμη μικρά μεταξύ της Δράμας και των ερειπίων της αρχαίας πόλεως Φιλίππων κειμένη διατηρεί ελληνικόν των αρρένων εκπαιδευτήριον, στερείται όμως παρθεναγωγείου∙ η εν τη κωμοπόλει ταύτη πρό τινος συστάσα φιλεκπαιδευτική αδελφότης οι Φίλιπποι πρέπει να φροντίσει εκ των ενόντων ν’ αναπληρώσει την επαισθητήν ταύτην διά τα μέρη εκείνα έλλειψιν, ανιδρύουσα εκπαιδευτήριον των θηλέων κατάλληλον, και διατηρούσα δαπάνη αυτής μίαν παρθεναγωγόν».
Η επόμενη έκθεση για την εκπαιδευτική και πολιτιστική κατάσταση της περιφέρειας του υποπροξενείου συντάχθηκε από τον Έλληνα υποπρόξενο Καβάλας Α. Τσιμπουράκη το Δεκέμβριο του 1885. Ο Έλληνας υποπρόξενος, μεταξύ των άλλων, κάνει λόγο για τον πληθυσμό, την εθνικότητα των κατοίκων, τις ασχολίες τους, τη φιλομάθειά τους και τα σχολεία που λειτουργούσαν. Έτσι το 1885 , σε στατιστικό πίνακα του υποπροξενείου Καβάλας , το Δοξάτο, αναφέρεται με 900 Έλληνες και 400 οθωμανούς κατοίκους που διατηρούσαν ένα ελληνικό σχολείο αρρένων με «Ολικόν αριθμόν των Ελλήνων μαθητών, μαθητριών και νηπίων 160», χωρίς περαιτέρω πληροφορίες.
Στο τέλος των εκθέσεών τους για τα εκπαιδευτικά πράγματα της περιφέρειάς τους δεν παραλείπουν οι Πρόξενοι να εισηγούνται «την ενίσχυσιν των ελληνικών γραμμάτων δια της συστάσεως ελληνικών σχολείων και της τοποθετήσεως εις αυτά ικανών διδασκάλων…»
Το 1886, το Δοξάτο αναφέρεται από τον ταγματάρχη του μηχανικού Νικολάο Σχινά ως κωμόπολη με 900 Έλληνες και 400 οθωμανούς κατοίκους. Στο σπάνιο βιβλίο του Οδοιπορικαί Σημειώσεις Μακεδονίας…, εν Αθήναις 1886, γράφει ότι η κωμόπολη έχει εκκλησία, σχολεία αρρένων και θηλέων, 2 χάνια, βρύσεις και φρεάτια. Οι κάτοικοι του Δοξάτου «καταγίνονται εις την καλλιέργειαν των εξαίρετων καπνών, και τούτου ένεκεν εισί λίαν εύποροι». Την ίδια χρονική περίοδο και συγκεκριμένα το 1886 μνημονεύεται ότι στο σχολείο του Δοξάτου υπηρετούσε ο διδάσκαλος Αλέξανδρος Αλεξανδρίδης.
Από στατιστικό πίνακα των ελληνικών σχολείων που λειτουργούσαν κατά το σχολικό έτος 1894-1895 στα βιλαέτια της Θεσσαλονίκης και των Βιτωλίων της Μακεδονίας μαθαίνουμε για την κατάσταση της εκπαίδευσης που επικρατούσε στο Δοξάτο και στην ευρύτερη περιοχή. Σύμφωνα με τον πίνακα, το 1895 στο Δοξάτο λειτουργούσαν μια δημοτική ή αστική σχολή με 120 μαθητές και 3 δασκάλους και ένα νηπιοπαρθεναγωγείο με 80 μαθήτριες και νήπια μαζί και 1 δασκάλα. Η ετήσια δαπάνη συντήρησης των σχολείων ανερχόταν για τη χρονιά αυτή στο ποσό των 2.760 γαλλικών φράγκων. Στον πίνακα δεν διευκρινίζεται αν η αστική σχολή (αρρεναγωγείο) είχε και γυμνασιακή τάξη. Από τις αρχειακές πηγές γνωρίζουμε ότι οι γυμνασιακές τάξεις από χρόνο σε χρόνο ή καταργούνταν ή αυξομειώνονταν ανάλογα με τα οικονομικά της Κοινότητας.
Απ’ όλα όσα εκτέθηκαν παραπάνω προκύπτει το συμπέρασμα ότι κατά την πρώτη περίοδο της Τουρκοκρατίας, που οριοθετείται από το 1867 έως το 1899, η εκπαιδευτική δραστηριότητα στο Δοξάτο αλλά και σε άλλες κωμοπόλεις και χωριά των καζάδων Δράμας και Ζιχνών υπήρξε σχετικά περιορισμένη και κυμάνθηκε, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις, σε χαμηλό γενικά επίπεδο. Οι πρώτες προσπάθειες αρχίζουν από το 1867 οπότε έχουμε την πρώτη γραπτή μαρτυρία λειτουργίας ενός γραμματοδιδασκαλείου (κοινού σχολείου) με λίγους μαθητές για να φθάσουμε στο τελευταίο τέταρτο, του 19ου αιώνα, και συγκεκριμένα το 1895, οπότε έχουμε μια δημοτική ή αστική σχολή με 120 μαθητές και 3 δασκάλους και ένα νηπιοπαρθεναγωγείο με 80 μαθήτριες και νήπια μαζί και 1 δάσκαλα. Για την περίοδο πριν από το 1867 οι πηγές σιωπούν.
Η δεύτερη περίοδος που χρονολογικά καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 1900 έως την απελευθέρωση από τους Τούρκους το 1913 υπήρξε αναμφίβολα ιδιαίτερα σημαντική με ξεχωριστά χαρακτηριστικά για την εξέλιξη των σχολείων στο Δοξάτο.
Στις αρχές του 20ου αιώνα ο επιθεωρητής των ελληνικών σχολείων Μακεδονίας καθηγητής. Γ. Χατζηκυριακού (1836-1933) κατέγραψε το Δοξάτο ως μία από τις σημαντικότερες πόλεις της επαρχίας Δράμας . Ο Γ. Χατζηκυριακού στο εξαιρετικό από κάθε άποψη βιβλίο του Σκέψεις και εντυπώσεις εκ περιοδείας ανά την Μακεδονίαν…, εν Αθήναις 1906 γράφει, ανάμεσα στα άλλα, και τα εξής: «Εις το μέσον του περιβόλου ίδρυται η εκκλησία, σεμνοπρεπής και διακεκοσμημένη, και παρ’ αυτή το ογκώδες κωδωνοστάσιον, επί του οποίου επί μαρμαρίνης πλακός […], γέγραπται η εξής επιγραφή:
ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΚΑΙ ΔΑΠΑΝΗ ΠΑΣΗΣ ΤΑΞΕΩΣ ΚΑΙ ΗΛΙΚΙΑΣ
ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΤΩΝ ΕΝ ΔΟΞΑΤΩ ΟΙΚΟΥΝΤΩΝ
ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΠΑΡΕΠΙΔΗΜΟΥΝΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΕΥΣΕΒΩΝ
ΙΔΡΥΘΗ ΟΥΤΟΣ Ο ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΚΛΕΪΖΟΜΕΝΟΣ
ΝΑΟΣ ΘΕΟΥ ΛΗΨΟΝΤΕΣ ΟΥΤΟΙ ΦΟΒΟΝ ΕΥΣΕΒΕΙΑΣ
ΠΑΡ’ ΑΥΤΟΥ
ΕΤΟΣ 1867.
Και υπό ταύτην εικονίζεται ο Άγιος Αθανάσιος».
Το 1905, σύμφωνα με τον Γ. Χατζηκυριακού, στον περίβολο του ναού λειτουργούσε το σχολείο των αρρένων, πλήρες εξατάξιο αστικό σχολείο, ενώ πίσω από την εκκλησία τετρατάξιο παρθεναγωγείο με νηπιαγωγείο.
Μέσα στην υπηρεσιακή αλληλογραφία του υποπροξενείου Καβάλας με το Υπουργείο Εξωτερικών, εμείς κατορθώσαμε να βρούμε στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών, και μια αναφορά που συνοδευόταν από έναν Εθνογραφικό χάρτη με τον πληθυσμό στις επαρχίες Δράμας, Σερρών, Ελευθερουπόλεως και Μελενίκου, Ελλήνων, Σχισματικών και Τούρκων. Σύμφωνα με τον εθνογραφικό χάρτη που υποβλήθηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών στις 22 Φεβρουαρίου του 1905 το Δοξάτο είχε: Οικίες ορθοδόξων 250 με 1500 Έλληνες και οικίες οθωμανών 200 με 1100 Τούρκους κατοίκους . Ομιλούμενη γλώσσα η Ελληνική.
Αμέσως παρακάτω παραθέτουμε έναν πίνακα με την εξέλιξη του πληθυσμού στο Δοξάτο από το 1885 έως το 1912.
Πίνακας. Η εξέλιξη του πληθυσμού του Δοξάτου κατά εθνότητα με βάση τα Αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών (Α.Υ.Ε.), τους περιηγητές και την οθωμανική απογραφή.
α/α | Πηγή | Χρονολογία | Έλληνες | Τούρκοι | Βούλγαροι |
1. | Α.Υ.Ε.,φάκ.1885/ΑΒΕ,Δ1 | 1885 | 900 | 400 | — |
2. | Ν.Θ. Σχινάς, Οδοιπορικαί Σημειώσεις…, |
1886 |
900 |
400 |
— |
3. | Α.Υ.Ε., φάκ. 1905/ΚΒ΄ Εθνογραφικός χάρτης πληθυσμού. |
1905 |
1500 |
1100 |
— |
4. | Α.Υ.Ε.,φάκ.1906/56.3,υπ.1. Οθωμανική απογραφή |
1906 |
2041 |
1593 |
121 |
5. | Λάζ. Χαρισιάδης, «Επαρχία Δράμας…» |
1911 |
1386 |
1338 |
— |
6. | Ν. Ιγγλέσης, Οδηγός της Ελλάδος… |
1912 |
1500 |
1400 |
— |
Αναφορά στον πληθυσμό και τα σχολεία του Δοξάτου το 1906 κάνει και ο γενικός επιθεωρητής των ελληνικών σχολείων Μακεδονίας Δημήτριος Μ. Σάρρος (1869-1938) σε έκθεσή του «Περί λειτουργίας των σχολείων στον καζά Δράμας», την οποία εντοπίσαμε, μετά από επιτόπιες έρευνες που πραγματοποιήσαμε στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών. Ο Δημ. Σάρρος, που επί μία διετία (1904-1906) διετέλεσε ο πρώτος γενικός επιθεωρητής και οργανωτής της ελληνικής εκπαίδευσης στη Μακεδονία και τη Θράκη προσδιορίζει με σαφήνεια τα χαρακτηριστικά και την ιδιοτυπία της κωμόπολης.
Η πολυσέλιδη αυτή έκθεση φυλάσσεται στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών και παραμένει μέχρι σήμερα ανέκδοτη. Στην πρώτη της σελίδα διαβάζουμε:
«Γενική Επιθεώρησις των εν Μακεδονία Ελληνικών Σχολείων
Θεσσαλονίκη τη 10 Ιουλίου 1906.
Καζάς Δράμας
Έκθεσις του Γεν. Επιθεωρητού Δ. Σάρρου.
Επίσκεψις 7-8 Δεκεμβρίου και 6-7 Μαρτίου 1906».
Στην έκθεσή του ο Δημ. Σάρρος γράφει: «Δοξάτον. Κατά την Τουρκ. απογραφήν κατοικούσιν Έλληνες μεν 2041, Βούλγαροι παρεπίδημοι 121, Τούρκοι δε 1593. Γλώσσα Ελληνική. Μαθηταί εγγραφέντες 321».
Στη συνέχεια της έκθεσής του ο Δ.Σάρρος αναφέρει ακόμη, μεταξύ των άλλων, και τα εξής: «Το Δοξάτον […] έχει κομψάς οικίας διωρόφους και τριωρόφους , όψιν δε μικράς πόλεως. Και η κοινότης αύτη ευημερεί εκ της καπνοπαραγωγής , δαπανώσα ετησίως εξ ιδίων υπέρ του σχολείου αυτής 300 λίρες».
Η κωμόπολη διέθετε τη χρονιά αυτή (1906) ένα επτατάξιο αρρεναγωγείο με 155 μαθητές και 4 διδασκάλους και ένα πεντατάξιο νηπιοπαρθεναγωγείο με 161 μαθήτριες και νήπια μαζί και 3 δασκάλες . Από το διδακτικό προσωπικό, γράφει ο Δημ. Σάρρος, διακρίνεται «ο διευθυντής κ. Ιατρίδης, παλαιός δόκιμος διδάσκαλος και η Ζαππίς Άννα Βαρλαμίδου εξ Αδριανουπόλεως, ήτις όμως είναι ολίγον άπειρος ακόμη. Τα διδακτήρια του Δοξάτου στενόχωρα και ρυπαρά. Ευτυχώς καταγίνονται νυν εις την ανίδρυσιν νέων τοιούτων καταλληλοτέρων […]».
Όπως γίνεται φανερό από το τελευταίο απόσπασμα της έκθεσης του Δημ. Σάρρου τα Σχολεία του Δοξάτου ήταν ακατάλληλα και παλαιά. Γίνεται συνεπώς εύκολα αντιληπτό ότι η ανέγερση νέων Εκπαιδευτηρίων αποτελούσε επιτακτική ανάγκη. Οι ανάγκες όμως που έπρεπε να εξυπηρετούν τα σχολικά κτήρια δεν ήταν μόνο διδακτικές. Από τις πηγές προκύπτει ότι εκτός από τις αίθουσες διδασκαλίας, το διδακτήριο έπρεπε να διαθέτει υποχρεωτικά χώρους κατάλληλα διαρρυθμισμένους για τη στέγασή του ή των διδασκάλων. Γίνεται συνεπώς εύκολα αντιληπτό ότι η ανέγερση διδακτηρίων για τη στέγαση των σχολείων απαιτούσε μεγάλα ποσά που σπάνια ήταν σε θέση να διαθέσουν εκείνοι που έπαιρναν την πρωτοβουλία για την ίδρυσή τους. Αλλά ο μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος (1902-1910) είχε «πηγήν ακένωτον την εκουσίαν φορολογίαν και την γενναιοδωρίαν του ποιμνίου του». Τους κατοίκους του Δοξάτου σε συνεργασία με τους Δημογέροντες χώρισε σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με την περιουσία τους και «έκαστος κατετάσσετο δι’ ετησίαν εισφοράν αναλόγως της κατηγορίας, εις ην ανήκε […]». Η καλή χρήση των κεφαλαίων έκανε πρόθυμους τους κατοίκους για την καταβολή της εισφοράς. Ενδεικτική είναι η κατάσταση που επικρατούσε και εδώ, όπου τη χρηματοδότηση της ανέγερσης των νέων Εκπαιδευτηρίων είχε αναλάβει σχεδόν εξ ολοκλήρου η Ελληνική Κοινότητα του Δοξάτου με πόρους από συνεισφορές κυρίως των εύπορων καπνοπαραγωγών και εμπόρων.
Καθοριστική υπήρξε η συμβολή του μητροπολίτη Χρυσοστόμου στην ανέγερση των Εκπαιδευτηρίων του Δοξάτου. Ο Χρυσόστομος είχε την πεποίθηση ότι η γνώση και η μόρφωση αποτελούν αυταξία και η ίδρυση σχολείων αναγκαιότητα. Δε φείδεται κόπων και προσωπικής οικονομικής συνεισφοράς. Είναι γνωστή, εξάλλου, « η παροιμιώδης αφιλοχρηματία του, ο ένθεος ζήλος του […], η ακούραστη δραστηριότης του, η πίστις του εις τον θρίαμβον του Έθνους […]».
Με εντολή του ο αρχιδιάκονος της μητρόπολης Δράμας Θεμιστοκλής πρωτοστάτησε για την ανέγερση του εξαιρετικής ομορφιάς σχολικού κτηρίου του Δοξάτου. Υπέστη όμως διώξεις από τις τουρκικές αρχές τις οποίες αναφέρει στις αναμνήσεις του. Ο αρχιδιάκονος Θεμιστοκλής Χατζησταύρου, ο μετέπειτα αρχιεπίσκοπος Αθηνών (1962-1967), γράφει στα απομνημονεύματά του τα εξής: «Την εποχήν εκείνην (1902 και μετά) η κωμόπολις Δοξάτου ευρίσκετο εις μεγάλην οικονομικήν ακμήν […] , παρά τον πλούτον όμως τούτον, τα Σχολεία της κωμοπόλεως ήταν άθλια και ετοιμόρροπα. Διετάχθην (από τον Χρυσόστομον) και μετέβην εκεί ίνα διενεργήσω έρανον προς οικοδομήν νέων μεγαλοπρεπών κτιρίων, αναλόγων προς την οικονομικήν ευρωστίαν της κωμοπόλεως. Εν συσκέψει μετά των προκρίτων, αντί εράνου απεφασίσθη και επεβλήθη, ως μάλλον αποδοτική, φορολογία επί του καπνού και υπεγράφη παρά πάντων σχετικόν πρακτικόν.
Οι ολίγοι όμως Τούρκοι της Δράμας, φθονήσαντες την εκπολιτιστικήν αυτήν κίνησιν, κατήγγειλαν εις Νομαρχίαν Δράμας την επιβολήν φορολογίας, χαρακτηρίσαντες ταύτην ως παράνομον, άτε της φορολογίας επιβαλομένης μόνον δι’ Αυτοκρατορικού Διατάγματος. Εξεδόθη λοιπόν κατ’ εμού ένταλμα προφυλακίσεως και ότε απεχώρουν της συνεδρίας του Διοικητικού λεγομένου παρά τη Νομαρχία Συμβουλίου, συνελήφθην εις τον περίβολον της Νομαρχίας και ενεκλείσθην εις την φυλακήν, εξ ης μετά διήμερον απελύθην κατόπιν ενεργειών του Πατριαρχείου, βασισθεισών επί των διατάξεων του φιρμανίου του δοθέντος εις τον Μητροπολίτην, καθ’ ας δικαίωμα αυτού είναι να φορολογή τους Χριστιανούς προς συντέλεσιν έργων Θρησκευτικών, Εκπαιδευτικών και Φιλανθρωπικών […].
Ούτως εξασφαλισθείσης της δαπάνης, οικοδομήθη το μέχρι σήμερον σωζόμενον μεγαλοπρεπές Σχολείον του Δοξάτου, μνημείον της φιλομουσίας των πολλά παθόντων και τρις σφαγιασθέντων φιλογενεστάτων Ελλήνων, της κωμοπόλεως ταύτης. Το Σχολείον τούτο υπέστη αρκετάς περιπετείας αργότερον, μέχρις ου μετά το 1945 επεσκευάσθη ευρέως».
Όσον αφορά τώρα στην ανέγερση σχολικού κτηρίου στο Δοξάτο, όπως και σε κάθε τουρκοκρατούμενη περιοχή, ακολουθούνταν η γνωστή χρονοβόρα διαδικασία συγκέντρωσης δικαιολογητικών , όπως πρακτικό απόφασης της δημογεροντίας, σύνταξη σχεδίου από επιστήμονα αρχιτέκτονα, προϋπολογισμός δαπάνης και εξεύρεσης πόρων ανέγερσης του διδακτηρίου κ.ά. Κατόπιν όλα αυτά τα δικαιολογητικά στέλνονταν στην Κωνσταντινούπολη, στο Πατριαρχείο, για να υποβληθούν στις αρμόδιες τουρκικές αρχές για την έκδοση της σχετικής αυτοκρατορικής άδειας, η οποία συνήθως καθυστερούσε για πολλούς λόγους, όπως στην περίπτωση του Δοξάτου. Τότε η Ελληνική Κοινότητα και οι κάτοικοι του Δοξάτου, γνωρίζοντας το κύρος του μητροπολίτη Χρυσοστόμου μέσα και έξω από την επαρχία του, απευθύνονται σ’ αυτόν και ζητούν τη συνδρομή του στην έκδοση της σχετικής αυτοκρατορικής άδειας για την ανέγερση των Εκπαιδευτηρίων τους. Παραθέτουμε εδώ, την με ημερομηνία 6 Απριλίου 1907 σχετική επιστολή του Χρυσοστόμου που αποτελεί αδιάψευστη μαρτυρία της προσωπικής συνεισφοράς του στην έκδοση του σχετικού Φιρμανίου:
«Φίλτατέ μοι Άρχων Καπού Κεχαγιά Κύρ. Αντωνάκη,
Σας θερμοπαρακαλώ πράξετε ό,τι είνε δυνατόν, εν ανάγκη δαπανήσατε
και ό,τι απαιτείται, ίνα έχωμεν το Φιρμάνιον της σχολής Δοξάτου
μέχρι του Πάσχα. Διατί, αγαπητέ, μας ελησμόνησες;
6 Απριλίου 1907
Ο Δράμας Χρυσόστομος».
Απ’ όλα όσα εκτέθηκαν παραπάνω γίνεται φανερό ότι η νέα περίοδος που αρχίζει με την ανέγερση των Εκπαιδευτηρίων του Δοξάτου στα 1908 υπήρξε αναμφίβολα περίοδος ακμής και μεγάλης ακτινοβολίας. Ασφαλώς η εμπορική δραστηριότητα και η οικονομική ανάπτυξη της κωμόπολης δημιούργησαν όλες τις προϋποθέσεις για την ανέγερσή τους.
ΕΙΚ 2
Η αποπεράτωσή τους έγινε το 1910, οπότε άρχισαν να λειτουργούν. Στην κεντρική είσοδο του διδακτηρίου, επάνω ψηλά, υπάρχει εντοιχισμένη αναθηματική μαρμάρινη πλάκα στην οποία είναι χαραγμένη η εξής επιγραφή: «Εκπαιδευτήρια Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος Δοξάτου 1908-1910». Το διδακτήριο, έργο του Αυστριακού αρχιτέκτονα Konrad von Vilas, έχει δύο ορόφους και ένα ισόγειο. Στη στέγη του κατασκευάστηκαν ειδικά δωμάτια «τουμπέδες», όπως τους έλεγαν , για τη διαμονή των διδασκάλων. Σήμερα οι «τουμπέδες» δεν υπάρχουν λόγω καταστροφής τους από την πυρπόληση του Δοξάτου το 1913.
Το μεγαλοπρεπές αυτό διδακτήριο, κόσμημα λαμπρό της μαρτυρικής κωμόπολης του Δοξάτου, με ιστορικές και τιμημένες μορφές συνδεδεμένη η παρουσία του, διατηρείται ακόμη και σήμερα σε καλή κατάσταση.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, και συγκεκριμένα το 1905, από στατιστικό πίνακα «των εν τη περιφερεία του υποπροξενείου Καβάλας ελληνικών σχολείων», που εντοπίσαμε στις επιτόπιες έρευνες που πραγματοποιήσαμε στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών, μαθαίνουμε ότι στο Δοξάτο υπήρχαν 1 αρρεναγωγείο με 4 δασκάλους και 160 μαθητές και 1 νηπιοπαρθεναγωγείο με 3 δασκάλες και 161 μαθήτριες και νήπια μαζί.
Μια ωραία εικόνα για το Δοξάτο το 1909 μας δίνει η ερευνήτρια Μ. Χατζή Καλού στο βιβλίο της «Εντυπώσεις εκ της ιεράς Μακεδονίας και Θράκης, εν Αθήναις 1909». Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα: « […]. Τα Εκπαιδευτήρια του Δοξάτου είναι νεόδμητα, εδαπανήθησαν άνω των 5.000 λιρών προς ανέγερσιν . Υπό την αυστηράν επίβλεψιν των ιθυνόντων η ορθόδοξος κοινότης έχει πάντοτε άριστον προσωπικόν διδασκάλων και διδασκαλισσών, διδασκομένων όλων των μαθημάτων τελείως, ιδίως δε χρησιμοποιούσιν ως μέσον κατάλληλον διδαχής, και ηρωικά άσματα προς ανάπτυξιν , του θάρρους και των αισθημάτων προς την πατρίδα. Διατηρούσι γυμναστήριον καλώς διοργανωμένον με κατάλληλον γυμναστήν. Λειτουργεί αναγνωστήριον καλώς κατηρτισμένον […]».
Στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας , και συγκεκριμένα κατά το σχολικό έτος 1910-1911 το Δοξάτο είχε: Οικίες Ορθοδόξων 253, οικογένειες 271, ψυχές 1.386. Σχολείο Αρρένων εξατάξιο με 5 δασκάλους και 160 μαθητές, σχολείο θηλέων πεντατάξιο και νηπιαγωγείο με 4 δασκάλες και 90 μαθήτριες και 127 νήπια , ιερείς δε 2. Τουρκικές οικογένειες 247, ψυχές 1338. Γλώσσα η Ελληνική και η Τουρκική . Κοινός προϋπολογισμός των σχολείων 450 τουρκ. λίρες.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα, και ιδιαίτερα στο τελευταίο τέταρτό του έως την απελευθέρωσή μας από τους Τούρκους (1913), η εκπαίδευση στο Δοξάτο γνώρισε σταθερή και συνεχή άνοδο. Τα σχολεία της κωμόπολης καθώς και οι εκπαιδευτικοί τους αυξήθηκαν σε αριθμό. Σε αυτά δίδαξαν πολλοί και αξιόλογοι εκπαιδευτικοί, όπως ο Αλέξανδρος Αλεξανδρίδης, από το 1885, ο Ιατρίδης , διευθυντής του αρρεναγωγείου, το έτος 1906, ο Ευάγγελος Στράτης από το Ροδολείβος Σερρών με σπουδές στην Αθήνα και στο Παρίσι. Μετά την επιστροφή του στην πατρίδα διηύθυνε για μια τετραετία το ημιγυμνάσιο Δοξάτου απ’ όπου κλήθηκε στις Σέρρες όπου έμεινε οριστικά. Εκεί, για μια 25ετία δίδαξε και διηύθυνε το Κεντρικό Παρθεναγωγείο Σερρών. Στα 1906 φέρεται να διηύθυνε το παρθεναγωγείο Δοξάτου η Ζαππίς Άννα Βαρλαμίδου από την Αδριανούπολη , ενώ στα 1912 η Ευπραξία Κωνσταντινίδου.
Συνεχίζοντας την έρευνά μας στα αρχεία της Διεύθυνσης Π.Ε. Νομού Δράμας, στους ατομικούς φακέλους των εκπαιδευτικών, στις ιστορικές εκθέσεις των Επιθεωρητών των σχολείων νομού Δράμας κ.ά, εντοπίσαμε πολλά ονόματα εκπαιδευτικών που δίδαξαν στα σχολεία (αρρεναγωγεία, νηπιοπαρθεναγωγεία) του Δοξάτου από το 1885 έως το 1913, όπως ο Αλέξανδρος Αλεξανδρίδης, από το σχολικό έτος 1885-1886, ο Δημήτριος Χατζηδημητρίου, κατά τα έτη 1902-1909, ο οποίος υπήρξε και μέλος της Επιτροπής Επαγρύπνησης Δοξάτου, η Αικατερίνη Σταυρίδου, δασκάλα κατά τα έτη 1890-1913, η Όλγα Χαρίτωνος, νηπιαγωγός , από το έτος 1913, ο Δημοσθένης Δώδου, από το Δοξάτο, κατά τα έτη 1890-1913, ο Θεόδωρος Ναούμ, από το Δοξάτο, ο οποίος δολοφονήθηκε από τους Βουλγάρους στο Δοξάτο, στις 30-6-1913, η Ιουλία Ζαχαριάδου, δασκάλα κατά τα έτη 1890-1913, ο Ιωάννης Χατζηδημητρίου από το Δοξάτο, κατά τα έτη 1890-1913, ο Χριστόφορος Τσοφίδης από το σχολικό έτος 1906-1907 με ετήσιο μισθό 38 οθωμανικές λίρες και πολλοί άλλοι. Ο μισθός βέβαια του δασκάλου ήταν συνάρτηση του συμβολαίου που υπέγραφε με τη Σχολική Εφορεία ή την Εφοροεπιτροπή της Κοινότητας , όπου αναγραφόταν το ύψος του μισθού και ο τρόπος καταβολής του. Για τον καθορισμό του μισθού του δασκάλου συνέβαλαν πολλοί παράγοντες, όπως τα οικονομικά της Κοινότητας, ο αριθμός των δασκάλων στο σχολείο, τα προσόντα του, η ειδικότητα και το φύλο. Ο μισθός, βέβαια , δεν ήταν ομοιόμορφος και προπάντων ήταν γλίσχρος.
Οι δάσκαλοι αμείβονταν για την προσφορά τους ετησίως με 15- 30 ή 30-50 οθωμανικές λίρες χωρίς να αποκλείονται και καλύτερες αμοιβές ενίοτε, όταν τα οικονομικά το επέτρεπαν. Συνήθως καταβαλλόταν ανά διμηνία ή τετραμηνία και το συμφωνητικό ίσχυε για ένα χρόνο. Φυσικά μπορούσε να ανανεωθεί τον επόμενο χρόνο, κατόπιν κοινής συμφωνίας. Το συμφωνητικό αυτό απαραίτητα επικύρωνε ο Μητροπολίτης, ο οποίος ήταν ο κύριος υπεύθυνος της Εκπαίδευσης και Πρόεδρος της Σχολικής Επιτροπής για τα σχολεία (αρρεναγωγεία, παρθεναγωγεία) που λειτουργούσαν σε χωριά και κωμοπόλεις της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας του. Για σύνταξη, ούτε λόγος να γίνεται. Η συνταξιοδότηση ήταν άγνωστος θεσμός.
Ένα τέτοιο συμβόλαιο διορισμού του δασκάλου Χριστόφορου Τσοφίδη στα Εκπαιδευτήρια του Δοξάτου μας παραχώρησε από το αρχείο του Πολιτιστικού Συλλόγου Δοξάτου η Πρόεδρός του κ. Μαρία Ζαφειροπούλου και την οποία από τη θέση αυτή ευχαριστούμε θερμά.
Εμείς δημοσιεύουμε εδώ ολόκληρο το κείμενο του συμβολαίου, γιατί παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον για τους ερευνητές της εκπαιδευτικής ιστορίας του τόπου.
Αν και η επιστημονική κατάρτιση των νέων αυτών εκπαιδευτικών παρουσίαζε πολλές ατέλειες, μολαταύτα, εφοδιασμένοι με αρκετές γνώσεις και ιδιαίτερα με μεγάλο ενθουσιασμό και φιλοπατρία, πρόσφεραν σημαντικό έργο στα σχολεία και στους κατοίκους του Δοξάτου: ταπεινοί και αφανείς εργάτες της Παιδείας, διαμόρφωσαν στις ψυχές των μαθητών τους το πνεύμα του αγώνα και της θυσίας για την Ελευθερία, που δημιούργησε αργότερα τους μαχητές , τους ήρωες και τους νέους «νεομάρτυρες» του Μακεδονικού Αγώνα.
Εκτός από τα σχολεία, το Δοξάτο, έχει να παρουσιάσει, κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, και μια σημαντική φιλεκπαιδευτική κίνηση των κατοίκων του. Στα 1874 ιδρύεται η φιλεκπαιδευτική αδελφότητα «οι Φίλιπποι» με πρόεδρό της το 1880 τον Θ. Παπαϊωάννου και γραμματέα τον Γονιό. Η αδελφότητα διατηρούσε ένα καλά οργανωμένο αναγνωστήριο, φιλαρμονική και Μαντολινάτα, τα οποία στεγάζονταν σ’ ένα τριώροφο κτήριο στον περίβολο της εκκλησίας. Στο αναγνωστήριο σύχναζαν όλοι σχεδόν οι νέοι του Δοξάτου. Εκεί μελετούσαν διάφορα βιβλία εθνικού περιεχομένου και συζητούσαν για τα προβλήματα του Ελληνισμού. Επίσης στα 1879 αναφέρεται και μια Αρχαιολογική Εταιρεία- υποθέτουμε ότι πρόκειται για την ίδια αδελφότητα- που συγκεντρώνει γλωσσικό και λαογραφικό υλικό, το οποίο στέλνει και δημοσιεύεται στο περιοδικό «Παρνασσός» στην Αθήνα.
Στο Δοξάτο υπήρχαν ακόμη δύο όμιλοι , ένας μουσικός και ένας δραματικός. Τα δυο αυτά σωματεία συνεργάζονταν και κατά χρονικά διαστήματα ανέβαζαν διάφορα έργα με εθνικό κυρίως περιεχόμενο. Τις εισπράξεις από τις παραστάσεις τις διέθεταν πάντοτε για φιλανθρωπικούς και φιλεκπαιδευτικούς σκοπούς. Τους ίδιους σκοπούς εξυπηρετούσε επίσης και μια «Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών» καλά οργανωμένη, από την οποία πολλοί «των πασχόντων αδελφών ευρίσκουσι υποστήριξιν και περίθαλψιν».
Στα 1909 μηνομεύεται και μια άλλη αδελφοτήτα, η «Ομόνοια», με πρόεδρο τον Δημ. Κοτρότση και γραμματέα τον Ι.Δ, Μπέτσο , αλλά δε γνωρίζουμε τίποτε περισσότερο ούτε για το είδος της, ούτε για τη δράση της, αν και υποθέτουμε ότι πρόκειται για ένα από τα βραχύβια εκείνα πολιτικά σωματεία που ιδρύθηκαν σε πολλές πόλεις μετά την ανακήρυξη του Νεοτουρκικού Συντάγματος.
Κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα, ιδρύθηκε στο Δοξάτο ακόμη ένα σωματείο με την επωνυμία η «Ένωσις», το οποίο από το 1905 διοργάνωνε στο γυμναστήριο του Δοξάτου σχολικούς γυμναστικούς αγώνες στις 2 Μαΐου ημέρα πανήγυρης και εορτής του Αγίου Αθανασίου, πολιούχου της κωμόπολης.
Η εφημερίδα Μακεδονία της Θεσσαλονίκης σε δημοσίευμα – ανταπόκριση από το Δοξάτο στις 9 Μαΐου 1912, μεταξύ των άλλων , αναφέρει τα εξής: «Λόχοι μαθητών και μαθητριών από πρωίας υπό το πρόσταγμα των αδελφών Γεωργίου και Κλεοπάτρας Κούζα, γυμναστών των εκπαιδευτηρίων ημών, έχοντες επί κεφαλής την μουσικήν του Σωματείου και ακολουθούμενοι υπό μυρμηγκιάς φιλεόρτων […] κατελάμβανον ωρισμένας περί την κονίστραν του γυμναστηρίου θέσεις και μετά την κήρυξιν της ενάρξεως των αγώνων υπό του Προέδρου του Σωματείου ήρχισαν τα αγωνίσματα αμιλλώμενοι εν τω μέτρω των δυνάμεών των τίς να υπερβάλη τον άλλον».
Μετά τη λήξη των σχολικών αγώνων ο αντιπρόσωπος της μητρόπολης Δράμας πρωτοσύγκελος Αθανάσιος Τσιάμης διένειμε τα έπαθλα στους νικητές και κήρυξε τη λήξη των αγώνων οι οποίοι «αυτομάτως είτα μετεβλήθησαν εις εθνικόν χορόν διαρκέσαντα μέχρι προκεχωρηκυίας εσπέρας». Συνήθως οι σχολικοί αγώνες διαρκούσαν δυο ημέρες τη 2η και 3η Μαΐου κάθε χρόνο.
Εμείς συνεχίζοντας την έρευνά μας για τα σχολεία του Δοξάτου στα χρόνια της Τουρκοκρατίας επισκεφθήκαμε και το Ιστορικό Αρχείο Νεοελληνικής Εκπαίδευσης (Ι.Α.Ν.Ε.) του Τομέα Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής τους Α.Π.Θ. Στα Μαθητολόγια του Ελληνογαλλικού Εμπορικού και Πρακτικού Λυκείου του Στέφανου Νούκα, που λειτουργούσε από το 1895 έως το 1913, εντοπίσαμε δεκαεννιά (19) μαθητές που κατάγονται από το Δοξάτο. Από το ανέκδοτο αυτό αρχειακό υλικό προκύπτει ότι οι γονείς των μαθητών δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον για την επαγγελματική κατεύθυνση των παιδιών τους, επιθυμώντας μ’ αυτόν τον τρόπο να προσδώσουν στα παιδιά τους αγωγή και μόρφωση κατάλληλη ή προσβλέποντας σε συνέχιση των σπουδών τους σε ανώτερα σχολεία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το γεγονός αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις προτεραιότητες των γονέων , επειδή δε φείδονται δαπανών για την επαγγελματική κατάρτιση των παιδιών τους και διαθέτουν το σημαντικό ποσό των 25 οθωμανικών λιρών το χρόνο για τις σπουδές τους. Ο κατάλογος περιλαμβάνει τους εξής μαθητές (με χρονολογική σειρά εγγραφής).
Στο Ανώτερο Κεντρικό Παρθεναγωγείο Θεσσαλονίκης επίσης φοιτούν , στο Αστικό και στο Γυμνασιακό τμήμα, δυο μαθήτριες που κατάγονται από το Δοξάτο και είναι οι εξής (με χρονολογική σειρά):
- Λουκία Δώδου, 12 ετών, έτος εγγραφής στην Α΄ τάξη Γυμνασίου το 1911, κόρη δασκάλου , και
- Σοφία Αδαμαντίδου, 11 ετών , έτος εγγραφής στην Ε΄ τάξη Αστικής Σχολής το 1914, κόρη ιατρού.
Τέλος, στο πλαίσιο της έρευνάς μας για τα σχολεία του Δοξάτου επισκεφθήκαμε και το Ιστορικό Αρχείο της Μακεδονίας στη Θεσσαλονίκη, όπου εντοπίσαμε μια χειρόγραφη έκθεση του Επιθεωρητή των δημοτικών σχολείων Δράμας «Περί των εν τη Περιφερεία Δράμας διδακτηρίων». Ο Επιθεωρητής των σχολείων λίγους μόλις μήνες μετά την απελευθέρωσή μας από τους Τούρκους, περιοδεύοντας τα σχολεία του νομού Δράμας περιγράφει στην έκθεσή του την κατάσταση των σχολικών κτηρίων και καταθέτει τις προτάσεις του, ώστε να καταστούν αυτά ικανά να λειτουργήσουν. Για τα Εκπαιδευτήρια του Δοξάτου αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Το διδακτήριον της Κοινότητος Δοξάτου, ως γνωστόν εκάη υπό των Βουλγάρων. Η ανοικοδόμησις τούτου υπό της Κοινότητος και υπό τας σημερινάς μάλιστα περιστάσεις είναι αδύνατον, τουλάχιστον επί του παρόντος. Ήδη ως διδακτήριον χρησιμεύει εν τουρκικόν κτίριον, αρκετά καλόν και δυνάμενον να επαρκή εις τα εκπαιδευτικάς ανάγκας».
Με τις σκέψεις αυτές παραδίδω στο αναγνωστικό κοινό την παρούσα μελέτη, την οποία και αφιερώνω στους νέους και στις νέες Δοξατιανούς, -νές για να γνωρίσουν την «εκπαιδευτική» τους κληρονομιά, να νιώσουν περήφανοι,-νες γι’ αυτήν, αλλά να συναισθανθούν και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σημαντική τους παράδοση. Ελπίζω η μελέτη αυτή να αποτελέσει μια μικρή συνεισφορά στην έρευνα της ιστορίας της Εκπαίδευσης στο Δοξάτο και όχι μόνο.
Η σκέψη, βέβαια, για την έρευνα της ιστορίας της εκπαίδευσης στο Δοξάτο και στον καζά Δράμας γενικότερα ήρθε ως συνέπεια της ευκαιρίας που μου δόθηκε να αναφερθώ και σε διάφορα σημαντικά γεγονότα που σηματοδότησαν την πορεία του Γένους και ενίσχυσαν το ρόλο της εκπαίδευσης στην αφύπνιση του υπόδουλου Ελληνισμού.
Η γνώση των γεγονότων αυτών που διαδραματίστηκαν στο παρελθόν και η υπόμνησή τους σήμερα δεν έχει την έννοια της αναζωπύρωσης των παθών, αλλά παραδείγματος προς αποφυγή και διδάγματος προς διατήρηση της καλής γειτονίας και ειρηνικής συνεργασίας των γειτονικών λαών. Συνεπώς, είναι ανάγκη ν’ απαγκιστρωθούμε από μια μνήμη- εκδίκηση που θα αναπαράγει το τραύμα και να κινηθούμε σε μια αντίληψη που προάγει την ιστορική γνώση και κατανόηση, που θα εξετάζει τη βία στο ιστορικό της πλαίσιο και θα αναγνωρίζει και τον πόνο της άλλης πλευράς.
Αρχεία και βιβλιογραφικές αναφορές.
1.Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών (Α.Υ.Ε.), Αθήνα.
Α.Υ.Ε., φάκ. 1867/78:1, έγγρ.132/6.9.1867 του Υποπροξενείου Καβάλας.
Α.Υ.Ε., φάκ. 1869/α.α.κ.,Δγ, έγγρ. 70/19.11.1869 του Υποπροξενείου Καβάλας.
Α.Υ.Ε., φάκ. 1876/77:2, έγγρ. 296/3.8.1876 του Υποπροξενείου Καβάλας.
Α.Υ.Ε., φάκ.1878/77:1-3, έγγρ.349/19.11.1878 του Υποπροξενείου Καβάλας.
Α.Υ.Ε., φάκ. 1885/ΑΒΕ,1, έγγρ. 436/30.12.1885 του Υποπροξενείου Καβάλας.
Α.Υ.Ε., φάκ. 1905/ΚΒ΄, έγγρ.88/22.2.105 του Υποπροξ. Καβάλας.
Α.Υ.Ε., φάκ.1906/56.3,υπ.1, έγγρ.430/14.8.1906 του Γενικού Προξενείου Θεσσαλονίκης.
Α.Υ.Ε., φάκ. 1912/Β΄, έγγρ. 10.2.1912 του Υποπροξενείου Καβάλας.
- Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας (Ι.Α.Μ.), Θεσσαλονίκη , φάκ 47, «Έκθεσις περί των εν τη Περιφερεία Δράμας διδακτηρίων».
- Ιστορικό Αρχείο Νεοελληνικής Εκπαίδευσης (Ι.Α.Ν.Ε.) του Τομέα Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ., φάκ. Μαθητολόγια Σχολείων.
- Αρχείον του μητροπολίτου Δράμας – Σμύρνης Χρυσοστόμου, τ.Α΄, Αθήνα 2000.
- Αρχεία Δ/νσης Π.Ε. Νομαρχίας Δράμας, Σχολικοί φάκελοι, Ιστορικαί εκθέσεις σχολείων.
- Καρσανίδης Ευάγ., Η εκπαίδευση στις επαρχίες Δράμας και Ζιχνών κατά την Τουρκοκρατία (1840-1913) εκδ. ΔΕΚΠΟΤΑ Δήμου Δράμας, Β΄ έκδοση , Δράμα 2016.
- Παπαδόπουλος Στέφ., Εκπαιδευτική και κοινωνική δραστηριότητα του Ελληνισμού της Μακεδονίας κατά τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας, εκδ. Ε.Μ.Σ., Θεσσαλονίκη 1970.
- Παπάζογλου Χρ. ,Η Παιδεία στη Δράμα και την περιοχή της (1800-2002), Δράμα 2003.
- Παπαθεμελής Ι., «Τα Εκπαιδευτήρια Δοξάτου: εκπαίδευση και κοινωνία», στο : Πρακτικά Β΄ Επιστημονικής Συνάντησης, Δοξάτο 22 Ιουνίου 2014, εκδ. Δήμος Δοξάτου 2014, σ.131-144.
- Παρχαρίδου- Αναγνώστου Μ., Χειρόγραφη Πρόθεση του 18ου αιώνα από τη Μονή της Κοσίνιτσας (ή Εικοσιφοίνισσας), Κ.Β.Ε., Θεσσαλονίκη 2009.
- Μαργαρίτης Χρ., «Τα σχολεία του Δοξάτου- πνευματική και πολιτιστική προσφορά του Δοξάτου στα χρόνια της Τουρκοκρατίας», στο: Δραμινά Χρονικά, εκδ. Νομαρχίας Δράμας, τ. Α΄ 1980, σ. 113 -120.
- Φιλιππίδης Ν., «Μακεδονικά. Περιήγησις των εν Μακεδονία επαρχιών Δράμας, Ζίχνης και Ελευθερουπόλεως», Παρνασσός (1877) 121- 134.
- Χατζή Καλού Μ., Εντυπώσεις εκ της Ιεράς Μακεδονίας και Θράκης , Αθήναι 1909.
- Χαρισιάδης Λάζ., «Επαρχία Δράμας – Στατιστική του πληθυσμού και των σχολείων της επαρχίας Δράμας του 1910-1911», ΜΗΠΣ Ε΄(1912) 198-205.
- Χατζηκυριακού Γ., Σκέψεις και εντυπώσεις εκ περιοδείας ανά την Μακεδονίαν, μετά τοπογραφικών, ιστορικών και αρχαιολογικών σημειώσεων, Αθήνα 1906.
Λεζάντες
Εικ. 1. Ο Εθνομάρτυρας Άγιος Μητροπολίτης Δράμας (1902-1910) και Σμύρνης (1910-1922) ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ.
Εικ. 2. Τα Εκπαιδευτήρια του Δοξάτου που πυρπολήθηκαν από τους Βουλγάρους τον Ιούνιο του 1913.
(Πηγή: Αι βουλγαρικαί ωμότητες εν τη Ανατολική Μακεδονία και Θράκη 1912-1913, εν Αθήναις 1914, σ.221).
Εικ. 3. Α.Υ.Ε., φάκ. 1905/ΚΒ, έγγρ. 88/22.2.1905.Πίνακας των ελληνικών σχολείων της περιφέρειας του υποπροξενείου Καβάλας.
Εικ. 4. Συμβόλαιο για την πρόσληψη του δασκάλου Χριστόδουλου Τσοφίδη στα Εκπαιδευτήρια Δοξάτου (αρχείο Πολιτιστικού Συλλόγου Δοξάτου).
Εικ. 5. Αναμνηστικό ίδρυσης της Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας Δοξάτου το 1874 (αρχείο πολιτιστικού Συλλόγου Δοξάτου).
Εικ. 6. Ιστορικό Αρχείο Νεοελληνικής Εκπαίδευσης (Ι.Α.Ν.Ε.) του Τομέα Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ.