Home > Πρώτο Θέμα > Αγγελής Νάννος Ο Δραμινός που “παντρεύει” με ιδιαίτερη μαεστρία την τέχνη με τη γαστρονομία στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Ν.Υ.

Αγγελής Νάννος Ο Δραμινός που “παντρεύει” με ιδιαίτερη μαεστρία την τέχνη με τη γαστρονομία στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Ν.Υ.

Αγγελής Νάννος

Ο Δραμινός που “παντρεύει” με ιδιαίτερη

μαεστρία την τέχνη με τη γαστρονομία

στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Ν.Υ.

 

 

Αποφοίτησε από τη σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Αριστοτελείου, εργάστηκε ως Πολιτικός Μηχανικός, όμως η ευκαιρία να περάσει ένα καλοκαίρι στην Κωνσταντινούπολη ως ερευνητής του Πολυτεχνείου της Πόλης, σηματοδότησε την αλλαγή πορείας στη ζωή του.

Όπως χαρακτηριστικά μας εξηγεί στη συνέντευξη που μας παραχώρησε ο Δραμινός σύμβουλος εστιατορίων και ξεναγός γαστρονομικών περιηγήσεων σήμερα στη Νέα Υόρκη, Αγγελής Νάννος «…η ‘’Σειρήνα’’  της Πόλης με καλούσε πίσω για χρόνια…».

Έτσι, λίγα χρόνια μετά πήρε τη μεγάλη απόφαση να παρατήσει όλα όσα είχε «χτίσει» με τις σπουδές του και να εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη. Είχε συνειδητοποιήσει ότι το επάγγελμα του μηχανικού δεν του ταίριαζε. Το να «σπας» άλλωστε κάτι που είναι δομημένο, να το τινάζεις στον αέρα και να κάνεις ένα καινούργιο βήμα, δηλώνει ψυχική ισορροπία , σημαίνει ότι ξέρεις τι ζητάς στη ζωή. Και ο Αγγελής Νάννος ήξερε πολύ καλά τι ήθελε. Η γαστρονομία πάντοτε τον μάγευε, έτσι ήταν επόμενο να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στις ξεναγήσεις που διοργάνωνε στην Πόλη, προκειμένου να έχει κάποιο εισόδημα.  Μπορεί βέβαια πάντοτε να τον μάγευε η γαστρονομία, όμως αν κάποιος έλεγε στη μητέρα του, όταν ήταν μικρός, ότι όταν μεγαλώσει η δουλειά του θα είναι να ταίζει κόσμο, θα γελούσε τρανταχτά, μιας και ήταν «άφαγο» παιδί, μας λέει ο Αγγελής Νάννος.

NANNOS 1

Περνά πέντε υπέροχα χρόνια στην αγαπημένη του Κωνσταντινούπολη, όμως κι αυτή τη φορά ένα ταξίδι, θα του «ανοίξει» νέους ορίζοντες. Επισκέπτεται τη Νέα Υόρκη, αφού είχε ξεκινήσει συνεργασία με ένα Αμερικανικό μπλογκ φαγητού και αμέσως αντιλαμβάνεται ότι η κοσμοπολίτικη Νέα Υόρκη είναι ο τόπος που μπορεί να στεγάσει τα επιχειρηματικά του σχέδια.

Σήμερα, ο Αγγελής Νάννος διοργανώνει απολαυστικές γαστρονομικές και πολιτισμικές περιηγήσεις για τουρίστες και Αμερικανούς στη Νέα Υόρκη μέσω της εταιρείας που ίδρυσε, την «In Food We Trust». Μας εξομολογήθηκε δε ότι, αν και η πλειοψηφία των επισκεπτών του είναι Αμερικανοί, όποτε υποδέχεται Έλληνες και δη Δραμινούς, η εμπειρία είναι ιδιαίτερη. Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι η εταιρεία του Αγγελή Νάννου κατέχει την 3η θέση σ’ έναν από τους μεγαλύτερους ταξιδιωτικούς ιστότοπους του κόσμου, τον  “TripAdvisor”, με εξαιρετικές φυσικά κριτικές.

NANNOS 2

– Αγγελή, ως νεαρός πολιτικός μηχανικός, με καταγωγή από τη Δράμα, δεν επιλέγεις να εξασκήσεις το επάγγελμά σου στον τόπο σου, αλλά επιχειρείς να «κολυμπήσεις» στα βαθιά νερά της Αθήνας.

Η αλήθεια είναι ότι μετά την αποφοίτηση από τη σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη, άρχισα πρακτική εργασία σε ένα τεχνικό γραφείο της Δράμας, αλλά, εντελώς απρόβλεπτα, προέκυψε η ευκαιρία να περάσω το καλοκαίρι στην Κωνσταντινούπολη, ως ερευνητής στα εργαστήρια του Πολυτεχνείου της Πόλης. Αρχικά, πήγα με αρνητικά στερεότυπα στο μυαλό μου για τους γείτονες, τα οποία κατέρρευσαν ένα-ένα όσο έκανα παρέες, έζησα και εργάστηκα στην Τουρκία. Η εν λόγω ακαδημαϊκή εμπειρία μάλιστα, με βοήθησε να γίνω δεκτός στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών του Μετσόβιου Πολυτεχνείου στην Αθήνα. Μετά τη στρατιωτική θητεία έψαξα και βρήκα εργασία στην Αθήνα, μιας και οι επιλογές να εξασκήσω την ειδικότητά μου εκεί ήταν πιο ευρείς. Ωστόσο, η Σειρήνα της Πόλης με καλούσε πίσω για χρόνια. Περιττό να αναφέρω ότι τελικά δεν κατάφερα να Της αντισταθώ.

– Η μεταστροφή σου από τον κατασκευαστικό χώρο στο χώρο της γαστρονομίας πως έγινε;

Ο συνδυασμός της συνειδητοποίησης ότι το επάγγελμα του μηχανικού εντέλει δεν μου ταιριάζει, με τη λατρεία μου για την Κωνσταντινούπολη, με ώθησε να πάρω μια ριψοκίνδυνη για τα χρόνια προ οικονομικής κρίσης, και να παραιτηθώ. Όμως, η απόφαση βγήκε με έναν οργανικό τρόπο και ευτυχώς όταν την ανακοίνωσα στην οικογένειά μου, με κατάλαβαν και με στήριξαν ηθικά. Όσο για το οικονομικό σκέλος, αξιοποίησα την αγάπη και τη γνώση μου για τις διάσημες και τις κρυφές ομορφιές της Πόλης, και άρχισα να αποκτώ εισόδημα, διοργανώνοντας περιηγήσεις για επισκέπτες.


NANNOS 4

 

Αγγελής Νάννος

Ο ιδρυτής της εταιρείας “In Food We Trust” στη Ν.Υ.

Γεννήθηκα και έζησα στα Κουδούνια Δράμας μέχρι και την αποφοίτησή μου από το λύκειο. Τα τελευταία 5 χρόνια ζω στη Νέα Υόρκη, όπου εργάζομαι στον χώρο του φαγητού ως σύμβουλος εστιατορίων και ξεναγός γαστρονομικών περιηγήσεων.

Φοίτησα λοιπόν στο 3/θέσιο Δημοτικό Σχολείο Κουδουνίων, το Γυμνάσιο Φωτολίβους και το 2ο Γενικό Λύκειο Δράμας. Ξέγνοιαστα καλοκαίρια στο εξοχικό μας στην παραλία Οφρυνίου και χειμώνες με σχολείο, φροντιστήρια και δραστηριότητες στην πόλη. Θυμάμαι πάντα τους γονείς μου να βάζουν ως κύρια προτεραιότητα “τις σπουδές των παιδιών” και να φροντίζουν ώστε ο αδερφός μου και εγώ, να καλλιεργήσουμε τις κλίσεις μας στις ξένες γλώσσες, τη μουσική και τον αθλητισμό. Τόσο οι γονείς μου, όσο και ο αδερφός μου με τη σύζυγό του και τον ανιψιό μου, αλλά και η ευρύτερη οικογένειά μου, όπως και αγαπημένοι φίλοι, εξακολουθούν να ζουν στη Δράμα.


– Αγγελή, γνωρίζουμε ότι τα πρώτα σου βήματα στο χώρο της γαστρονομίας τα ξεκίνησες στην Κωνσταντινούπολη με «πυξίδα» την αγάπη σου για το χώρο. Πως ξεκίνησε αυτό το «ταξίδι»;

Η γαστρονομία πάντοτε είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στις ξεναγήσεις που διοργάνωνα στην Πόλη. Μπορεί ο όρος να τρομάζει, αλλά ένα γκουρμέ πιάτο μπορεί να είναι αρνίσια παϊδάκια ψητά σε έναν υπόσκαφο φούρνο ενός Κουρδικού εστιατορίου ή ένα φλυτζανάκι μαύρο τουρκικό τσάι με μια σακούλα πασατέμπος, ατενίζοντας το Βόσπορο ή ακόμα ένας λαχταριστός κιοφτές με συνοδευτικό φασόλια πιαζ. Ακολούθησε η συνεργασία μου με ένα Αμερικανικό μπλογκ φαγητού και σύντομα βρέθηκα να ξεναγώ επισκέπτες από όλον τον κόσμο και να συγκεντρώνουμε δημοσιεύσεις από διεθνή περιοδικά και εφημερίδες. Αν έλεγε κάποιος στη μητέρα μου ότι όταν μεγαλώσω η δουλειά  μου θα είναι να ταΐζω κόσμο, θα γελούσε τρανταχτά, μιας και ήμουν “άφαγο” παιδί. Έζησα το όνειρό μου για πέντε χρόνια στην Πόλη. Και μετά, επισκέφτηκα για πρώτη φορά τη Νέα Υόρκη! Από τη στιγμή που πάτησα το πόδι μου ως τουρίστας εκεί, αισθάνθηκα ότι ήταν καιρός να αποχωριστώ την Κωνσταντινούπολη που τόσο αγάπησα και θα αγαπώ για πάντα, και να μετακομίσω μόνιμα.

– Τα τελευταία χρόνια εργάζεσαι στη Νέα Υόρκη στο χώρο του φαγητού ως σύμβουλος γαστρονομίας και ξεναγός γευσιγνωσίας (το άλλαξα σε εστιατορίων και ξεναγός γαστρονομικών περιηγήσεων). Θα ήθελες να μας περιγράψεις τι «κρύβεται» πίσω από τον παραπάνω τίτλο;

Οι παραπάνω εργασιακοί τίτλοι έχουν ποικίλες εφαρμογές στην πράξη. Για να δώσω κάποια παραδείγματα, υπήρξα σύμβουλος σε εταιρεία που διοργανώνει δείπνα ερασιτεχνών μαγείρων στα σπίτια τους, η οποία είναι διεθνής πλέον. Επίσης, μεταξύ άλλων, κάνω την επιμέλεια μενού εστιατορίων ή συμμετέχω στην παραγωγή εκδηλώσεων μαγειρικής. Κυρίως όμως, αξιοποιώντας την άδεια ξεναγού για την πολιτεία της Νέας Υόρκης, διοργανώνω γαστρονομικές και πολιτισμικές περιηγήσεις για τουρίστες και ντόπιους. Η εταιρεία που ίδρυσα, ώστε να  στεγάσω τις επιχειρηματικές μου δράσεις, ονομάζεται In Food We Trust (www.infoodwetrust.nyc). Για παράδειγμα, στο Λόουερ Ιστ Σάιντ του Μανχάταν, βουτάμε στο Εβραϊκό παρελθόν του, ενώ στην Ελληνική γειτονιά της Αστόριας…βουτάμε στο τζατζίκι! Πέρα από εστιατόρια, επισκεπτόμαστε και μνημεία, γκαλερί, αρχιτεκτονικά απομεινάρια μιας άλλης εποχής. Βέβαια, επ’ ουδενί δεν αφήνω τους επισκέπτες μου νηστικούς. Συνεχώς μασουλάμε μπέιγκελς, παστράμι, ντάμπλιγκς, τόρτας, κανόλι, τζελάτο, κίμτσι, σουβλάκια, BBQ, πίτσα και άλλα διαιτητικά. Μάλιστα, πρόσφατα είχα την χαρά να φιλοξενήσω στο τουρ μου φίλους από τη Δράμα που επισκέφτηκαν τη Νέα Υόρκη. Η πλειοψηφία των επισκεπτών μου είναι Αμερικανοί, αλλά όποτε έχω Έλληνες, και δη συντοπίτες, η εμπειρία είναι ιδιαίτερη.

LOGO IN FOOD WE TRUST

www.infoodwetrust.nyc

 

– Γιατί διάλεξες το Met (Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης) για τις ξεναγήσεις σου;

Σε ένα από τα μεγαλύτερα και σπουδαιότερα μουσεία του κόσμου, όπου γίνονται τουρς με θέμα τη μόδα, τη θρησκεία ή την ισότητα των δύο φύλων, καιρός ήταν να υπάρξει και το πρώτο γαστρονομικό, που ευλόγως ονόμασα Γιαμ Γιαμ Μετ!

– Τι πιστεύεις ότι είναι αυτό – στο χώρο της δουλειάς σου πάντα – που δεν μπορείς να βρεις στη Ν. Υόρκη, παρά μόνο σε πόλη της Ελλάδας;

Είναι η αίσθηση της οικειότητας που σε περιβάλλει όταν καθίσεις στο τραπέζι μιας ταβέρνας ή εστιατορίου, η οποία κάποιες φορές ξεπερνά τα θεμιτά όρια, που κι αυτό βέβαια έχει την χάρη του. Επίσης, στην Ελλάδα, και δη στην επαρχία, δεν υπάρχει περίπτωση να σου ζητήσουν να σηκωθείς από το τραπέζι σου, μετά από μία ή μιάμιση ώρα, για να καθίσουν τους επόμενους, φέρνοντας το λογαριασμό πριν καν τον ζητήσεις. Οικονομικοί λόγοι και η διαφορετική κουλτούρα, έχει ως αποτέλεσμα όταν βγαίνεις για φαγητό στην Αμερική, η όλη εμπειρία να μοιάζει πιο πολύ με μια διεκπαιρεωτική συναλλαγή, και όχι με γεγονός κοινωνικής συνεύρεσης, όπως έχουμε μάθει στην Ελλάδα.

NANNOS 3

 «Αν στη Δράμα εκτιμήσουμε τον πλούτο της γαστρονομικής μας ιστορίας και τον ραφινάρουμε με σεβασμό αλλά και φρέσκια ματιά, σε επίπεδο τεχνικής, παρουσίασης, εποχικότητας και σεβασμού στο περιβάλλον και την υγεία μας, σύντομα θα δούμε θεαματικά αποτελέσματα».

– Σε προηγούμενη συνέντευξή σου, είπες μεταξύ άλλων, πως στην ουσία η υπεραξία της ελληνικής γαστρονομίας δεν υπολογίζεται τόσο στην ελληνική κουζίνα, όσο στον ελληνικό τρόπο να τρως. Θα ήθελες να μας το εξηγήσεις;

Η Ελλάδα παράγει μερικά από τα νοστιμότερα φρούτα, λαχανικά, τυριά, κρέατα και μπαχαρικά στον κόσμο, δηλαδή την αναγκαία πρώτη ύλη για μια λαχταριστή και υγιεινή κουζίνα. Το ίδιο ακριβώς, όμως, κάνει και η Ιταλία, η Ισπανία, η Τουρκία, αλλά και η Κίνα ή η Ιαπωνία, το Περού και πολλές ακόμα χώρες. H μοναδικότητα της Ελληνικής Γαστρονομίας και της συμβολής των Ελλήνων στο διεθνές τραπέζι, ξεπερνά τα εδώδιμα καλούδια, είναι η μαγεία που συμβαίνει όταν 2, 4 ή 14 πρόσωπα καθίσουν γύρω από ένα τραπέζι, και αρχίσουν τσιμπολογήματα, γουλιές και ιστορίες. Πείτε με ρομαντικό, αλλά βλέπω τα πνεύματα να οξύνονται, τις ψυχές να ανοίγουν, άλλους να φιλοσοφούν με στόμφο κι άλλους να περιμένουν ανυπόμονα να μοιραστούν τις δικές τους μπαρούφες, μερικούς να φλερτάρουν με το στόμα γεμάτο σκορδαλιά και τους υπόλοιπους να επιτίθενται στον αδερφό τους για το εξ αδιαίρετου πατρικό. Και οι ώρες κυλούν, και τα πιάτα στοιβάζονται, και το πιατάκι με το τζατζίκι γίνεται τασάκι. Η ζωή στην Ελλάδα, τουλάχιστον έτσι συνέβαινε, δεν μπουκώνει (μόνο) βιαστικά το στόμα στο τραπέζι, αλλά αναλύεται, ανατινάζεται, ανασυντίθεται και ξαναμοιράζεται μεταξύ των συνδαιτυμόνων.

– Στη Δράμα, όπως καλά γνωρίζεις, ακόμη ψάχνουμε την τουριστική μας ταυτότητα. Τι θα πρότεινες, τουλάχιστον στο χώρο της γαστρονομίας;

Μία από τις αξιομνημόνευτες εμπειρίες κάθε ταξιδιού μου στη Δράμα, είναι η απόλαυση των εμβληματικών γεύσεων της πόλης. Κάποιες που θυμάμαι από παλιά και λαχταρώ, όπως για παράδειγμα το πεϊνιρλί με σουβλάκι του Σίμου (δεν τους γνωρίζω προσωπικά) ή τις ιδιαίτερες συνταγές που βρίσκεις λόγω των προσφύγων από τη Μικρά Ασία, τον Πόντο και την Θράκη, αλλά και της ντόπιας Μακεδονίτικης παράδοσης. Δεν ξεχνώ βέβαια, και τα υψηλής ποιότητας κρασιά και τσίπουρά μας. Πριν προλάβει κάποιος να αμφισβητήσει τη σπουδαιότητα των παραπάνω “ταπεινών” εδεσμάτων, στην καθημερινότητά μου ως επαγγελματίας του γαστρονομικού τουρισμού συναντώ ανθρώπους που ταξιδεύουν στην άκρη του κόσμου για να δοκιμάσουν τα αντίστοιχα του δικού μας τζιγεροσαρμά ή  του παστουρμά. Αν εκτιμήσουμε τον πλούτο της γαστρονομικής μας ιστορίας και τον ραφινάρουμε με σεβασμό αλλά και φρέσκια ματιά, σε επίπεδο τεχνικής, παρουσίασης, εποχικότητας και σεβασμού στο περιβάλλον και την υγεία μας, σύντομα θα δούμε θεαματικά αποτελέσματα.

– Αν επέλεγες να δραστηριοποιηθείς για λίγο στη Δράμα, πως φαντάζεσαι το πρόγραμμα που θα ακολουθούσες;

Χρόνια τώρα προσπαθώ να πείσω τους φίλους μου να ξεκινήσουν ένα γαστρονομικό τουρ στην πόλη. Όπου και να ταξιδέψεις πλέον παγκοσμίως, από τις μικρές πόλεις του Αμερικανικού Νότου, μέχρι τις επαρχίες της Νότιας Κίνας, αλλά και σε αρκετές Ελληνικές πόλεις, έχεις την επιλογή να μάθεις την ιστορία του τόπου μέσα από ένα γαστρονομικό τουρ. Χωρίς να υποβιβάζω την όφελος της επίσκεψης σε ένα μουσείο ή έναν ιστορικό χώρο, των οποίων είμαι μέγας θαυμαστής, εντούτοις, σε τρεις ώρες ενός καλοστημένου τουρ γευσιγνωσίας, γνωρίζεις πολύ καλύτερα την ψυχή ενός τόπου και έρχεσαι σε επαφή με τους πραγματικούς κατοίκους του. Θα ήταν χαρά μου να βοηθήσω μοιράζοντας την εμπειρία και τις γνώσεις μου για το ξεκίνημα μιας γευστικής, επιμορφωτικής, διασκεδαστικής, αλλά και προσοδοφόρας γαστρονομικής περιήγησης στην πόλη της Δράμας, στα πλαίσια μιας ιδιωτικής ή δημοτικής πρωτοβουλίας.

 Συνέντευξη στη Στέλλα Σταυρίδου