Διαδριατικός Αγωγός Φυσικού Αερίου (ΤΑΡ)
Παρεμβάσεις του ΤΑΡ στον υδροβιότοπο
του Αγγίτη ποταμού στη Δράμα
Ένα τεράστιο κατασκευαστικό έργο με περιβαλλοντική συνείδηση
Ο ΔΙΑΔΡΙΑΤΙΚΟΣ Αγωγός Φυσικού Αερίου (ΤΑΡ), όπως είναι γνωστό, πέρασε και από την περιοχή της Δράμας. Αποτελεί ένα τεράστιο κατασκευαστικό έργο που εκτίνεται σε 878χλμ. – καθώς διασχίζει την Ελλάδα, την Αλβανία και την Ιταλία – εκ των οποίων 550χλμ. περίπου αφορούν τη χώρα μας.
Όπως αναφέρεται σε άρθρο που δημοσιεύεται από την εταιρεία, το έργο αυτό πραγματοποιήθηκε με σεβασμό στο περιβάλλον χάρη στην εφαρμογή καινοτόμων πρακτικών, αλλά και στην εξαιρετική προετοιμασία και κατάρτιση των ανθρώπων που εργάσθηκαν σε όλες τις φάσεις κατασκευής του αγωγού. Είναι χαρακτηριστικό ότι η σχετική Μελέτη Περιβαλλοντικών και Κοινωνικών Επιπτώσεων του ΤΑΡ, η οποία υλοποιήθηκε πριν την έναρξη της κατασκευής, κατέγραψε και συνυπολόγισε μια σειρά καθοριστικών παραμέτρων. Για αυτό και θεωρείται μία εκ των πιο εκτενών και λεπτομερών μελετών που έχει ποτέ κατατεθεί και εγκριθεί για έργο στην Ελλάδα.
Αναφορά στο περιβάλλον της Δράμας
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται από την εταιρεία του ΤΑΡ, στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, αλλά και στην περιοχή της Δράμας και στο περιβάλλον της περιοχής.
Η όδευση του TAP περνά από τις τρεις βόρειες περιφέρειες της χώρας (Ανατολική Μακεδονία-Θράκη, Κεντρική Μακεδονία, Δυτική Μακεδονία), ξεκινώντας από την Περιφερειακή Ενότητα Έβρου και περνώντας διαδοχικά από Ροδόπη, Ξάνθη, Δράμα, Καβάλα, Σέρρες, Κιλκίς, Θεσσαλονίκη, Ημαθία, Πέλλα, Κοζάνη, Φλώρινα και Καστοριά, για να καταλήξει στα σύνορα με την Αλβανία. Πρόκειται για περιοχές με μοναδικό φυσικό πλούτο, χλωρίδα και πανίδα, η διατήρηση και προστασία του οποίου υπήρξε κομβική για το έργο.
Ο σεβασμός στο περιβάλλον τέθηκε λοιπόν εξαρχής ως προτεραιότητα και έτσι, πολύ πριν ξεκινήσουν οι πρώτες κατασκευαστικές εργασίες, μια πολυάριθμη ομάδα Ελλήνων και ξένων εξειδικευμένων επιστημόνων εργάστηκε εντατικά, για να μην διαταραχθεί η ζωή εκατοντάδων οργανισμών στο πέρασμα του αγωγού. Πρώτο και βασικό μέλημα των ανθρώπων του ΤΑΡ ήταν να μελετήσουν τις περιοχές που διατρέχει ο αγωγός, ανοίγοντας διάλογο με περιφερειακές και δημοτικές αρχές, τοπικές κοινότητες και μη κυβερνητικές οργανώσεις. Μέσα από τις διαβουλεύσεις αυτές, η ομάδα του TAP αναζήτησε πολύτιμους γνώστες και συμμάχους, ώστε να περιοριστεί στο ελάχιστο δυνατό το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του έργου. Όπως και έγινε. Οι εκτεταμένες προπαρασκευαστικές μελέτες ταυτοποίησαν βιοτόπους, αλλά και ανέδειξαν παράλληλα νέες περιοχές περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος, καθιστώντας έτσι την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου ΤΑΡ ένα έργο που σέβεται και προστατεύει το περιβάλλον.
Ο υδροβιότοπος του Αγγίτη
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο ποταμός Αγγίτης στην περιοχή της Δράμας όπου βρίσκεται ένας υδροβιότοπος μεγάλης σημασίας για το χέλι και τη γραμμοβελονίτσα. Όπως λέει ο Σωτήρης Κουγιάμης, Μηχανικός Περιβάλλοντος που απασχολείται στο έργο:
«Τον Αγγίτη, όπως και όλους τους μεγάλους ποταμούς που συνάντησε η όδευση του ΤΑΡ (Νέστος, Στρυμόνας, Αξιός, κλπ.), τους πέρασε με σύγχρονες τεχνικές διάτρησης, με σκοπό να μην επηρεαστούν τα χαρακτηριστικά των υδάτων, αλλά και να μην χρειαστεί να γίνει επέμβαση στη παρόχθια βλάστηση.
Κι αυτό γιατί η βλάστηση αυτή πολλές φορές αποτελεί βιότοπο προστατευόμενων ειδών, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στον ποταμό Αλιάκμονα στη περιοχή της Καστοριάς, όπου υπάρχει μεγάλη συχνότητα καφέ αρκούδας ή και σε άλλα ποτάμια με την παρουσία πουλιών, βίδρας, τσακαλιών, αγριόγατας κ.ά. Όπου οι τεχνικές διάτρησης δεν ήταν εφικτές, ακολουθήθηκαν αυστηρά μέτρα ώστε οι τυχόν επιπτώσεις να περιοριστούν στο ελάχιστο δυνατό».
Στην περιοχή του Αγγίτη για παράδειγμα, και πιο συγκεκριμένα σε 2 αρδευτικά κανάλια του, για να αποφευχθεί οποιαδήποτε δυσμενής επίπτωση στο ευαίσθητο υδάτινο οικοσύστημα κατά τη διέλευση του αγωγού η περιοχή προετοιμάστηκε κατάλληλα. Εντός της Ζώνης Εργασίας, ειδικοί επιστήμονες του Ινστιτούτου Αλιευτικών Ερευνών (ΙΝΑΛΕ) χρησιμοποίησαν ηλεκτρικό ρεύμα μικρής έντασης για να αναισθητοποιήσουν, να συλλέξουν και να διασώσουν τα ψάρια του υδροβιότοπου. Υπολογίζεται ότι πάνω από 400 ψάρια από 13 είδη συλλέχθηκαν με τον τρόπο αυτό και επανατοποθετήθηκαν στο ποτάμι, ανάμεσα στα οποία ήταν πεταλούδες (αγριοκυπρίνοι), κουνουπόψαρα και η ενδημική γραμμοβελονίτσα του Αγγίτη.
Κλείνοντας το κεφάλαιο της παρέμβασης στη περιοχή του Αγγίτη, ο Σωτήρης Κουγιάμης τονίζει ότι η ροή των ρεμάτων καθ’ όλη τη διάρκεια της κατασκευής των εργασιών διατηρούνταν συνεχής μέσα από σωλήνες και προσθέτει πως «Πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις ποιοτικών χαρακτηριστικών πριν, κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά τις εργασίες ανάντη και κατάντη του σημείου εργασιών, ώστε να ελέγχεται η αποδοτικότητα των δεξαμενών καθίζησης που δημιουργήθηκαν κατά τη φάση της αποστράγγισης του χαντακιού, αλλά και η όποια πιθανή επιρροή στο ποτάμι».