1954: ΙΔΡΥΕΤΑΙ Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΔΡΑΜΗΝΩΝ ΤΗΣ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ
Η ιστορική πορεία των Δραμηνών κατά την περίοδο της κατοχής
και η επιστροφή τους στην αγαπημένη τους Δράμα
Το 1954 ιδρύεται στη Θεσσαλονίκη ο σύλλογος των Δραμηνών.
Μια προσπάθεια από λίγους παλιούς συμπολίτες μας, που στόχος τους ήταν, να συνδράμουν στις προσπάθειες της γενέτειράς τους, για επίλυση προβλημάτων.
Στις 8 Ιουλίου του 1954 ο «ΠΤ» αναγγέλλοντας την ίδρυση του συλλόγου γράφει:
«Δια της υπ΄ αριθμ. 1353/54 αποφάσεως του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, ιδρύθη «Σύλλογος Δραμηνών», σκοπός του οποίου συμφώνως πρ4ος το εγκριθέν καταστατικό των είναι:
1). Η κοινωνική επαφή και επικοινωνία μεταξύ των μελών του προς δημιουργίαν κοινωνικών σχέσεων αμοιβαίας γνωριμίας, αλληλεγγύης και φιλανθρωπίας.
2). Η ανάπτυξις των πνευματικών και ηθικών δυνάμεων των μελών και γενικώς η δημιουργία όρων προσφόρων δια την ψυχικήν αυτών προαγωγήν και βελτίωσιν.
3). Η παροχή μέσων πνευματικής απολαύσεως και ψυχαγωγίας και
4). Η εξυπηρέτησις των συμφερόντων των ιδίων αυτών μελών ως και η τοιαύτη της ιδιαιτέρας των πατρίδας Δράμας.
Ιδρυταί του Συλλόγου είναι οι εν Θεσσαλονίκη διαμένοντες πρώην συμπολίται κ.κ. Μίμης Πολυχρονίδης, Θ. Νικολέρης, Δ. Σισμανίδης, Ι. Μυγδαλίδης, Κ. Στολίγκας, Χρ. Καρλιώτας, Ι. Κωνσταντινίδης, Ι. Φιλίππου, Π. Παναγιωτίδης, Α. Τράκας, Α. Μιχαηλίδης, Θ. Παπάς, Στ. Μήτρου, Γ. Κασάπης, Γ. Γοριδάρης, Π. Μήτρου, Ζήσης Γκιαούρης, Δ. Πεχλιβάνης, Ε. Αμπατζής, Α. Παπάντζος, Α. Χατζηανέστης, Ι. Τσιαρπίσταλης, Γ. Σβίνγκος, Θ. Θεοδωρίδης, Κελπανίδης, Δ. Παπαδημητρίου, Κ. Νίκογλου, και Α. Αποστολίδης.
Τον Απρίλιο του 1955, δημοσιογράφος του «ΠΡΩΙΝΟΥ ΤΥΠΟΥ» βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη και επισκέπτεται τον σύλλογο Δραμηνών. Στόχος του να παρουσιάσει την ζωή των «προσφύγων» – όπως τους αποκαλεί στην συμπρωτεύουσα, πως έζησαν στα χρόνια της μαύρης κατοχής και τις αναμνήσεις που έχουν από την γενέτειρά τους την αγαπημένη τους Δράμα.
Γράφει σχετικά ο δημοσιογράφος Στ. Καρατεπελής:
« Ένα πρόσφατο ταξίδι στη Θεσσαλονίκη μου έδωσε την ευκαιρία να επισκεφθώ τους εκεί Δραμηνούς, να γνωρίσω την Λέσχη – Εντευκτήριό τους, να μιλήσω μαζύ τους και ν΄ ακούσω από το ίδιο τους το στόμα για την καινούργια τους ζωή, τις παληές τους αναμνήσεις από τον τόπο που μεγάλωσαν και την κρυφή τους νοσταλγία γι αυτόν, που συγκερασμένη μαζύ με τις πρώτες τους συντροφεύει πάντοτε.
Θεώρησα πως δεν θάταν άσκοπο να μεταφέρω όλ΄ αυτά στο φως της δημοσιότητος με την βεβαιότητα πως θα παρουσίαζαν κάποιο ενδιαφέρον για τους αναγνώστας μας.
Ταυτόχρονα νομίζω πως θα συντελέσω μ΄ αυτό στην ενίσχυσι της επαφής των Δραμηνών της Θεσσαλονίκης με τους συμοιλίτας μας, επαφή την οποία επιδιώκουν διακαώς οι απόδημοι Δραμηνοί της Θεσ/νικης, όπως θα διαπιστώσουν οι αναγνώσται με όσα θα παραθέσω.
Ομολογώ πως αρχίζοντας να γράφω τις γραμμές αυτές, η σκέψι μου, μεταφέρεται μερικά χρόνια πριν και στα μάτια μου ξαναζούν όλες οι εικόνες της κατοχής, της σκλαβιάς, των διωγμών της προσφυγιάς και της πείνας που όσο και να ξεθώριασαν με το πέρασμα του χρόνου, εξακολουθούν να ξεχωρίζουν με τα αδρά τους χαρακτηριστικά στο σύνολο τωνς αναμνήσεων της ζωής μας.
Ποιος δεν θυμάται με κάποια φρίκη την αιματηρή πορεία των Δραμηνών προς τη Θεσσαλονίκη στα χρόνια της Βουλγαρικής κατοχής! Ποιος απ΄ όσους τη δοκίμασαν δεν θυμάται την ταπείνωσι της προσφυγιάς στα χρόνια που η πείνα και οι κάθε είδους στερήσεις θέριζαν τους ανθρώπους στους δρόμους! Ποιος μπορεί να ξεχάση την πίεσι που ένοιωσε στα στήθεια του από την μπότα των Βουλγάρων και των Γερμανών κατακτητών! Σε ποιον δεν είναι ζωντανός ακόμα ο κόμπος που ένοιωθε τότε στην ψυχή, ένας κόμπος πικρός γεμάτος αγωνία και φόβο, αμφιβολία και αβεβαιότητα για την αυριανή ημέρα!
Μοιραίως όλ΄ αυτά είναι συνδεδεμένα με τους Δραμηνούς της Θεσσαλονίκης. Μοιραίως έρχονται στη θύμησι όταν θέλει κανείς να μιλήση γι αυτούς.
Η σκλαβωμένη τότε πρωτεύουσα της Μακεδονίας μας, αποτελούσε το καταφύγιο όλων όσοι με την αγωνία στην ψυχή και με κίνδυνο της ζωής τους περνούσαν τον Στρυμόνα για να φθάσουν εκεί. Πολλοί δεν τον πέρασαν. Πολλοί έπεσαν στα θολά νερά του, γαζωμένοι από τα βουλγαρικά πολυβόλα. Όσοι έφταναν ένοιωθαν κάπως περισσότερη ασφάλεια και την προστασία μιας υποτυπώδους ελληνικής κυβερνήσεως να του περιβάλη. Αλλοίμονο όμως και το καταφύγιο αυτό είχε όλα τα γνωρίσματα της κατοχής και του πολέμου. Η γύμνια και η πείνα αφαιρούσαν απ΄ τους ανθρώπους και προ παντός τους πρόσφυγας κάθε ανθρώπινη αξιοπρέπεια πριν τους αφαιρέσουν τη ζωή.
Εκεί, ανάμεσα στις χιλιάδες των προσφύγων συμφύρονταν και οι Δραμηνοί αγωνιζόμενοι σώμα με σώμα, σε μια πάλη άγρια και φοβερή για την επιβίωσι, διατηρώντας στην ψυχή τους τη φωτεινή ελπίδα της ελευθερίας.
Κρύος, παγωμένος ο Βαρδάρης σάρωνε τους βρώμικους δρόμους της μεγάλης πολιτείας. Το σάβανο του θανάτου τύλιγε παγερά τους ανθρώπους και τους αφαιρούσε κάθε δραστηριότητα.
Η νοσταλγία της ειρηνικής και γαλήνιας ζωής που είχα χαθή, έπνιγε σαν πικρός κόμπος την ψυχή τους. Οι πρόσφυγες περισσότερο ξένοι μέσα στους ξένους μοιράζονταν την καθημερινή αγωνία με τους αγαπημένους τους που είχαν μείνει γαντζωμένοι στα νύχια του Βούλγαρου κατακτητή στην ιδιαίτερη πατρίδα τους. Ανάμεσά τους ήταν και οι Δραμηνοί. Αγκαλιασμένοι στον πόνο της σκλαβιάς, πιασμένοι χέρι – χέρι στην καταφρόνια της προσφυγιάς, ταμπουρωμένοι στην αδάμαστη θέλησι και αποφασιστικότητα της ελληνικής ψυχής περίμεναν τη λευτεριά.
Και τα χρόνια πέρασαν! Ο ήλιος της καλωσύνης ανέτειλε πάνω στη γη. Οι πρόσφυγες ξαναγύρισαν στον τόπο τους. Οι άνθρωποι όλοι ξανάρχισαν το χτίσιμο της καινούργιας τους ζωής. Πολλοί όμως έμειναν στη Θεσσαλονίκη. Η πολιτεία που στην αγκαλιά της βρήκαν το καταφύγιο, τους είχε απορροφήσει. Δημιούργησαν δουλειές. Αναδείχθηκαν. Κατέκτησαν την ξένη πόλη. Ρίζωσαν για πάντα εκεί.
Σήμερα περισσότεροι από δύο χιλιάδες Δραμηνοί βρίσκονται στη Θεσσαλονίκη. Πως ζούνε; Πως κατέκτησαν τη ζωή; Τι σκέφτονται για την ιδιαίτερή τους πατρίδα, τη Δράμα, για τον τόπο με τον οποίο τους συνδέουν χιλιάδες αναμνήσεις; Θα το δούμε παρακάτω».
Αμέσως μετά την λήξη του πολέμου, δημιουργήθηκαν, όπως είναι γνωστό, νέες συνθήκες για όλους τους ανθρώπους, αλλά πολύ περισσότερο για τους Μακεδόνες και τους Θράκες οι οποίοι είχαν διωχθή από τους Βουλγάρους και βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη ή και σ΄ άλλα μέρη της Μακεδονίας πέρα από τον Στρυμόνα.
Οι Δραμηνοί που βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη ήταν πάρα πολλοί. Είχαν παλαίψει με τον χάρο και νίκησαν. Έζησαν χάρις στη δραστηριότητα τους, χάρις στη σταθερή κι αποτελεσματική τους προσαρμογή στις σκληρές συνθήκες της ζωής που αντιμετώπισαν στα χρόνια της κατοχής και της πείνας.
Τώρα όμως ένα καινούργιο άγνωστο παρουσιάζονταν μπροστά τους. Ήταν η πατρίδα τους η Δράμα.
Πως θα την εύρισκαν; Τι είχαν αφήσει οι Βούλγαροι; Τι γκρέμισαν και λεηλάτησαν;
Αυτά ήδη τα είχαν σκορπίσει στους τέσσερες ανέμους παίρνοντας τον δρόμο της φυγής προς τη Θεσσαλονίκη.
Με την ψυχή στα δόντια έφταναν τότε εκεί. Ποιος λογάριαζε τις περιουσίες και το νοικοκυριό. Ποιος έδινε σημασία σ΄ αυτά. Περιουσίες μαζεμένες σπυρί – σπυρί με ιδρώτα σκορπίζονταν μέσα σε μια νύχτα τότε. Τώρα όμως η ζωή ξανάρχιζε. Έπρεπε ο καθένας να βάλη μπρος για τα καινούργια θεμέλια. Τι θάβρισκε όμως στον τόπο του; Αυτό ήταν το μεγάλο ερώτημα.
Κι΄ ύστερα, πολλοί είχαν κάπως δημιουργηθή στη Θεσσαλονίκη.
Άλλοι σε δουλειές με την ικανότητά τους, άλλοι σε εμπορικές επιχειρήσεις με την δραστηριότητά τους κατόρθωσαν να κατακτήσουν την ζωή στη μεγάλη πολιτεία. Γι αυτό κι όταν τα καραβάνια των προσφύγων πήραν το δρόμο της επιστροφής αυτοί έμειναν. Έμειναν και πρόκοψαν. Έγιναν γνωστοί στην κοινωνία της Θεσσαλονίκης. Κατέλαβαν – όπως θα δούμε παρακάτω – αξιοζήλευτες θέσεις και σήμερα τιμούν το όνομα της ιδιαίτερης πατρίδας των, της Δράμας.
Δύο χιλιάδες υπολογίζονται πάνω – κάτω σήμερα οι Δραμηνοί που βρίσκονται εγκαταστημένοι στη Θεσσαλονίκη. Δηλαδή λέγοντας Δραμηνοί εννοούμε από την πόλη της Δράμας κι από άλλα μέρη του Νομού που κοινή τύχη τους είχε συνδέση στα χρόνια της κατοχής όλους μαζί.
Όσους Δραμηνούς κι αν συνήντησα στη Θεσσαλονίκη, κανένας τους δεν έπαψε να ρωτά με ζωηρό ενδιαφέρον, να μάθη νέα από την Δράμα. Όλοι τους διψούν για κάθε τι το Δραμηνό, για κάτι που θα τους θυμίση την ξεχωριστή τους πατρίδα, τον τόπο που μεγάλωσαν, τη γη που χίλιες παιδικές κι άλλες αναμνήσεις τη συνδέουν με τη ζωή τους. Το ενδιαφέρον τους άλλωστε αυτό το δείχνουν κάθε φορά που Δραμηνή ομάδα αγωνίζεται σε στίβο της Θεσσαλονίκης.
Τότε, φίλαθλοι και μη, άνθρωποι που δεν πατάνε το πόδι τους σε ποδοσφαιρικό ματς, θα πάνε να ζητοκραυγάσουν, νε χειροκροτήσουν, να συμπαρασταθούν ηθικά στα αγωνιζόμενα παιδιά της Δράμας τους. Δεν έχει καμμιά σημασία αν ανήκουν στην παράταξη των αντιπάλων της Δραμηνής ομάδος. Εκείνη τη μέρα είναι Δραμηνοί. Τίποτε άλλο.
Η αγάπη αυτή και η νοσταλγία για τον τόπο τους, έκαμε τους Δραμηνούς να συγκροτήσουν έναν σύλλογο. Το «Σύλλογο των Δραμηνών» γύρωαπ΄ τον οποίο συγκεντράωθηκαν, απέκτησαν επαφή και δημιούργησαν μια δική τους ατμόσφαιρα.
Όχι πλέον για ν΄ αντιμετωπίσουν τη ζωή όπως στα χρόνια της κατοχής. Σήμερα λίγο – πολύ όλοι είναι καλά. Μα και η πόλη δεν μοιάζει μ΄ εκείνην της κατοχής, που ενστικτώδικη ανάγκη έκαμνε τους ανθρώπους να σφιχταγκαλιάζονται για να αντιμετωπίσουν χίλιους δύο κινδύνους ορατούς και αοράτους.
Η ανάγκη να συνεχίσουν μια σύνδεση με τα περασμένα χρόνια της Δράμας, με τις αναμνήσεις τους, με τα νεανικά τους όνειρα που τάθαψαν στα στενοσόκακα και στα καλντερίμια της πόλης που μεγάλωσαν, που έπαιξαν στα γήπεδά της, πήγαν στα σχολειά της, κολύμπησαν παιδιά στα νερά της, γνώρισαν τον έρωτα στις σκοτεινές ρούγες και στους ανθισμένους φράχτες της, η ανάγκη αυτή τους συνέδεσε. Τους έφερε τον έναν κοντά στον άλλον και δημιούργησαν όλοι μαζί το «Σύλλογο Δραμηνών».
Πάνω σχεδόν στην Εγνατία, στην αφετηρία της οδού Αντιγονιδών, βλέπει κανείς στον πρώτο όροφο ενός μεγάρου δεξιά μια μεγάλη επιγραφή: « Λέσχη Δραμηνών». Εκεί στεγάζεται ο σύλλογος. Εκεί βρήκα τον πρόεδρο κ. Μίμη Πολυχρονιάδη και πολλούς άλλους ένα απόγευμα όταν πήγα να τους επισκεφθώ.
Με δέχθηκαν με ξεχωριστή χαρά. Ομολογώ ότι δεν ένοιωσα λιγώτερη συγκίνηση.
Αρκετές καλλιτεχνικές φωτογραφίες με διάφορα μαγευτικά τοπία της Δράμας κατέχουν το εξέχον γνώρισμα της όλης διακοσμήσεως.
Την πρώτη θέσι κατέχει μια φωτογραφία του καλλιτέχνου Τζαβάρα που συμβολίζει την τραγωδία των σφαγών.
Είναι παρμένη στη «Γκιόλα» της Χωριστής, που όπως είναι γνωστό, είχε γεμίσει από πτώματα Ελλήνων θερισμένα από τα βουλγαρικά πολυβόλα. Κοντά τους κάθονται κλαίγοντας αγκαλιασμένοι ένας νέος και μια νέα ενώ στο βάθος τρεις σταυροί στεφανωμένοι με λουλούδια ορθώνονται πλαισιωμένοι με μαύρο φόντο. Η φωτογραφία αυτή λέει πολλά. Ο ξένος επισκέπτης στ΄ αντίκρυσμά τηςκάμνει την πρώτη του γνωριμία με τη μαρτυρική και αιματοβαμένη ιστορία της Δράμας.
Μέσα λοιπόν σε μια τέτοια ατμόσφαιρα, γεμάτη χρώμα Δραμηνό και πληθωρική νοσταλγία για τη Δράμα, άρχισε η συζήτησι γύρω από τη σημερινή ζωή των Δραμηνών της Θεσσαλονίκης.
Μπορεί οι άνθρωποι αυτοί να δημιουργήθηκαν. Μπορεί να επιβλήθηκαν. Μπορεί να κατέκτησαν την συμπρωτεύουσα, τη νύφη του Θερμαϊκού, αλλά η Θεσσαλονίκη δεν μπόρεσε να τους κατακτήση στη ψυχή. Ένα μεγάλο μέρος της ψυχής τους είναι δεμένο με τη Δράμα. Ξέρουν πολύ καλά πως η χιλιοβασανισμένη πολιτεία με την επαρχιακή όψι, δεν μπορεί να συγκριθή στην πολιτισμένη κι αγέρωχη σχεδόν ευρωπαϊκή μεγάλη πολιτεία, αλλά τίποτε δεν είναι ικανό να τους κάνη να ξεχάσουν τα ταπεινά στενά δρομάκια, τις γοητευτικές φυσικές καλλονές και τα γραφικά μονοπάτια στις εξοχές της νοσταλγικής ιδιαίτερης πατρίδας τους.
Σήμερα η Θεσσαλονίκη άλλαξε όψι.
Δεν μοιάζει τη βρώμικη κι άχαρη πολιτεία της κατοχής. Το πέπλο της καταφρόνιας και της θλίψης έχει εξανεμισθή από πάνω της. Παντού ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια οι πολυκατοικίες με τα πολυώροφα διαμερίσματα. Χιλιάδες αυτοκίνητα διασχίζουν τις κεντρικές της αρτηρίες. Τεράστιοι γερανοί ορθώνονται σαν ατσαλένια μπράτσα στον ουρανό κι αδειάζουν ή φορτώνουν τα΄ αμπάρια των βαποριών που αράζουν στο λιμάνι της, απ΄ όλες τις χώρες της γης. Η νύχτα παίρνει χίλιες δυο ανταύγειες απ΄ τις πολύχρωμες επιγραφές και τις διάφορες φωτεινές ρεκλάμες.
Η ζωή έχει αποκτήσει το νευρικό και πυρετώδικο ρυθμό μεγάλης και πολυάνθρωπης πολιτείας. Πάνω όμως από όλ΄ αυτά, στέκονται οι αναμνήσεις και η νοσταλγία σε κάθε ψυχή Δραμηνού, που δεν μπόρεσε να την ισοπεδώση στον ρυθμό της υλικής προσαρμογής, η Θεσσαλονίκη.
Από τον Πρόεδρο του Συλλόγου μαθαίνω ότι ο Σύλλογος αριθμεί σήμερα 178 μέλη από ισάριθμες οικογένειες και από τις 580 οι οποίες βρίσκονται εγκατεστημένες στη Θεσσαλονίκη. Ενώ κάθε μέρα γίνονται εγγραφές.
Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του συλλόγου των Δραμηνών, αποτελούνται από τον Πρόεδρο κ. Μίμη Πολυχρονιάδη, αντιπρόεδρο κ. Βασ. Παρμενίδη, Γεν. Γραμματέα τον κ. Δήμο Μελιάδη, Ταμία τον κ. Ιωάν. Μυγδαλίδης και μέλη τους κ.κ. Π. Μήτρου, Χρ. Καραλιώτα και Α. Αναγνώστου.
Από τους εγκατασταθέντας στη Θεσσαλονίκη αξίζει να σημειωθή ότι οι 250 οικογένειες ανήκαν σε παληούς καπνεργάτες, οι οποίοι σήμερα επιδίδονται σε διάφορα επαγγέλματα. Γενικώς υπάρχουν Δραμηνοί σ΄ όλους τους επαγγελματικούς, εμπορικούς και επιστημονικούς κλάδους, οι οποίοι με την πρόοδο, την δραστηριότητά τους και την εν γένει κατάκτησι της ζωής τιμούν την ιδιαίτερή τους πατρίδα.
ΟΜΙΛΕΙ Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
Ρώτησα τον Πρόεδρο του Συλλόγου κ. Μ. Πολυχρονιάδη να μου πη τι θυμάται περισσότερο από τη Δράμα, ποια είναι η πιο ζωντανή του ανάμνησι.
«Τι να πρωτοθυμηθώ, άρχισε με κάποια συγκίνησι αναπολώντας τα περασμένα, ενώ τα μάτια του στρέφονταν πότε – πότε στη φωτογραφία με τους τρεις σταυρούς. Τι να φέρω πρώτα στο νου, τι να πρωτοπώ. Ήταν κάποτε, σαν παραμύθι τώρα, κάτι χρόνια που η ζωή κυλούσε ήρεμα και ξένοιαστα στη Δράμα.
Θυμούμαι το φίλαθλο πνεύμα, που επικρατούσε και τότε εκεί. Διετέλεσα σύμβουλος της Δόξης από το 1926 μέχρι το 36 περίπου, ενώ από το 1928 μέχρι το 32 ήμουν Πρόεδρος του συλλόγου. Ζωντανός είναι ακόμα στην ψυχή μου ο ενθουσιασμός και η συγκίνησις από τις νίκες μας στους μεγάλους αγώνας.
Μια μεγάλη νίκη μας ήταν στον αγώνα με την «Κουρτουλούς» της Κωνσταντινοπόλεως, που ανύψωσε τότε την ομάδα. Στα χρόνια εκείνα ιδρύσαμε και τον «Αρη» για νάχουμε έναν ψήφο στην ΕΠΣΑΜ.
Έπαιζα διαιτητής σε πολλούς αγώνες και μια σειρά απ΄ αυτούς είναι ζωντανοί ακόμα στις αναμνήσεις μου. Τι να πη κανείς. Σήμερα όλα είναι τόσο περασμένα. Βρισκόμαστε μακρυά από τη Δράμα, εγκαταστημένοι πλέον οριστικά εδώ. Σκοπεύουμε τώρα, είναι άλλωστε μέσα στις επιδιώξεις του Συλλόγου μας, να πάρουμε συγκεντρωμένα κάπου εδώ, οικόπεδα για να ιδρύσουμε τη Νέα Δράμα.
Ο «ΠΡΩΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ» που τον παίρνουμε τακτικά, μας φέρνει κάθε μέρα ένα κομμάτι της Δραμηνής ζωής κι αυτό είναι η χαρά μας. Άλλη επιδίωξίς μας η ενίσχυσις κάθε δεινοπαθούντος εδώ Δραμηνού και η με κάθε μέσον διευκόλυνσις και εξυπηρέτησις τωνΔραμηνών που θα ερχόταν για ατομικές τους υποθέσεις στη Θεσσαλονίκη. Επίσης ελπίζουμε αν δοθούν οι βουλγαρικές αποζημιώσεις να ζητήσουμε κι εμείς το δίκαιό μας για τις περιουσίες που μας τις αφάνισαν οι Βούλγαροι στα χρόνια της κατοχής.
Θα οργανώσουμε εκδρομές το Καλοκαίρι στη Δράμα και θα αποκτήσουμε καλλίτερη επαφή με τους Δραμηνούς που δεν παύουμε να τους θεωρούμε συμπατριώτας μας.
Αυτοί είναι οι βασικοί σκοποί και οι επιδιώξεις του συλλόγου μας, τον οποίο στεγάσαμε εδώ που βλέπετε χάρις στην ευγενή προσφορά του κ. Πετρακάκου, στον οποίο ανήκε το διαμέρισμα.
Στα γραφεία του συλλόγου συνήντησα και τον κ. Κ. Τζήμο παληό Δραμηνό και νοσταλγό κι αυτός της Δράμας. Μου μίλησε με θέρμη για την παλιά πνευματική κίνησι της Δράμας για τις καλλιτεχνικές της εκδηλώσεις κι άλλα πολλά από τα χρόνια της προπολεμικής ζωής.
ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ
ΔΡΑΜΗΝΩΝ
Για να σχηματίσουν οι αναγνώσται μας μια αμυδρή εικόνα από τις κατακτήσεις των Δραμηνών στην κοινωνία της Θεσσαλονίκης θα παραθέσω μερικά ονόματα.
Μερταξύ αυτών που είναι πασίγνωστοι στη Θεσσαλονίκη είναι ο φαρμακέμπορος Κων. Κάζης από τους μεγαλυτέρους ειςσαγωγείς φαρμάκων, ο Ευρ. Γραμμενίδης διατηρεί από τα μεγαλύτερα καταστήματα υφασμάτων χονδρικής πωλήσεως στην αγορά, ο οφθαλμίατρος Γ. Γεωργιάδης υφηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, οι διακεκριμένοι ιατροί Παρμενίδης ψυχολόγος, Θ. Γοριδάρης καρδιολόγος, Ψάλτου οδοντίατρος, Γεώργιος Μακρής χειρουργός, Αποστ. Βαζίκης από την Αλιστράτη επιμελητής Δημ. Νοσοκομείου, Γεώργ. Γάκης γυναικολόγος διευθυντής του χειρουργικού τμήματος του Δημοτικού Μαιευτηρίου, διατηρεί και Κλινική, Κων. Δανιηλίδης παθολόγος με ιδιαίτερη Κλινική.
Επίσης οι μεγάλοι υφασματέμποροι Αφοί Αθανασιάδη, ο εστιάτωρ Κων. Πυρίδης με το λαπρότατο εστιατόριον «Κάϊρον» στην οδό Τσιμισκή, οι αδελφοί Γοριδάρη με εστιατόριο στην οδό Αγίας Σοφίας, ο Θεόδ. Νικολέρης από τους καλλίτερους φωτογράφους, ο καλλιτέχνης φωτογράφος Τζαβάρας, ο Νικ. Κυριατζίδης με το φημισμένο κομμωτήριο, οι δικηγόροι Αμπόνης, Κ. Τζιόργκας, Δ. Μελιάδης, και Μ. Κάρπου, ο ράπτης ΧηΣτεφάνου, ο υφασματέμπορος Χρυσανθόπουλος, ο Χρ. Συρόπουλος με καταστήματα υαλικών στην οδό Δραγούμη οι μεγάλοι ξυλέμποροι Αφοί Κεσέογλου και Γαβριηλίδη που ταξιδεύουνγια δουλειές τους μέχρι τη Σουηδία και τον Καναδά, ο Μ. Πολυχρονιάδης με το μοναδικό στο είδος του κατάστημα Γεωργικών ειδών στην οδό Φράγκων και πολλοί άλλοι Δραμηνοί σκορπισμένοι παντού στη μεγάλη πολιτεία που την κατέκτησαν με την δραστηριότητα την εργατικότητα και την αξιοσύνη τους.
Αυτή είναι σήμερα η ζωή τους.
Έτσι σκέπτονται για τη Δράμα, την οποία έχουν πάντοτε στο προσκήνιο των αναμνήσεών τους, στην ανάμνησι της οποίας η ψυχή τους γεμίζει με γλυκειά και πονεμένη νοσταλγία.