Ανεξίτηλες αλήθειες
«το γαρ ευ πράττειν παρά την αξίαν αφορμή του κακώς φρονείν γίγνεται (Δημοσθένης 48,7)
(= Το να ευτυχεί κάποιος χωρίς να το αξίζει, γίνεται η αιτία να σκέφτεται λανθασμένα, αλαζονικά)
Του κ. Γ. Κ. Χαζοπούλου, τ. Λυκειάρχη
Επέλεξα τη ρήση του μεγάλου ρήτορα της κλασικής αρχαιότητας Δημοσθένη, γιατί πιστεύω πως αυτός αντικατοπτρίζει το σύνολο σχεδόν των Ελλήνων.
Κατ’ αρχάς θα ήθελα να αποτυπώσω σ’ όλο της το πλάτος τη φράση «ευ πράττειν». Και ασφαλώς η φράση αυτή έχει πολύπλευρη σημασία. Δεν αποδίδει μόνο την ευτυχία ενός ανθρώπου, που αποκτά πολλά χρήματα, χωρίς θεμιτά μέσα, κι έτσι νιώθει υπέρτερος των συνανθρώπων του, μια υπεροχή, που του διασφαλίζει η παντοδυναμία του χρήματος, αλλά και των ανθρώπων εκείνων, οι οποίοι καταλαμβάνουν υψηλά αξιώματα, εξαπατώντας συχνά τους συνανθρώπους τους, υποσχόμενοι φρούδες ελπίδες.
Και μετά την άνοδο στην εξουσία αποστασιοποιούνται από όλους εκείνους, που, καλή τη πίστει, τους έδωσαν τη δύναμη να αναρριχηθούν στην εξουσία.
Δυστυχώς, η ανάρρηση στην εξουσία καθιστά αλαζόνες τους παρ’ αξίαν ηγήτορες, θολώνει το νου τους, ανεβαίνουν στο άρμα το ευπαθές, που η άνοδος σ’ αυτό έχει ημερομηνία λήξης, γίνονται απόκοσμοι, χρησιμοποιούν μεθόδους απανθρώπους με σκοπό να θωρακίσουν τον εύθραυστο θώκο της εξουσίας τους με την στράτευση λεγεωναρίων, οι οποίοι υπόσχονται συμφεροντολογικά προστασία του θώκου, καθιστάμενοι Ηρακλείς μιας εξουσίας με την οποία τους συνδέει μόνο το ατομικό συμφέρον. Όσο για το συμφέρον του λαού, αυτό για το οποίο έταξαν μεταχειριζόμενοι φενακικές υποσχέσεις, θα δεχθεί την παραπομπή του στις καλένδες. Ως πότε όμως τα όρια της υπομονής του λαού θα αντέξουν μια τέτοια παραμονή; Και τότε επέρχεται η αποπομπή των παρεχόντων κίβδηλες υποσχέσεις. Βέβαια συνοδός σ’ αυτήν την περίπτωση είναι η πικρία και ο θρήνος για την απώλεια του προσφιλούς και πολλά υποσχόμενου θώκου. Δίκαια ο λαός μας υποστηρίζει πως το ψέμα έχει κοντά ποδάρια και η οδός, που αυτά διανύουν είναι σύντομος. Ας μη πικραίνονται λοιπόν για την κακοπραξία τους, όσοι αποφεύγουν την αλήθεια, όπως ο διάβολος το λιβάνι. Κι ας έχουν πάντα ως οδηγό στην πορεία της ζωής τους τον ευαγγελικό λόγο: «γνώσεσθε την αλήθεια και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς».
Ασφαλώς δεν εισπράττουν τα επίχειρα της παρά την αξίαν ευπραξίας τους μόνον εκείνοι, που κατέρχονται στον στίβο της διοίκησης των συμπολιτών τους. Είναι και εκείνοι, που, μετερχόμενοι κάθε μη νόμιμο μέσο, όπως αδικία, εξαπάτηση, αφόρητη πίεση, εκμετάλλευση αδυναμίας, ευπαθείς συγκυρίες, διογκώνουν το βαλάντιο τους και εμπνεόμενοι από την αρχή της πλεονεξίας, της περιφρόνησης, του αυταρχισμού και της αναλγησίας ατενίζουν ως γυπαετοί αφ’ υψηλού όσους καρπώθηκαν τον τίμιο ιδρώτα τους.
Λησμονούν ότι ουδέποτε εξέλιπε η Θεία Δίκη, η οποία «τα πάντα ορά» και απονέμει τη δίκαιη τιμωρία. (Έστι δίκης οφθαλμός, ος τα πανθ’ ορά).
Η άνοδος στην κορυφή δεν παύει να είναι γοητευτική. Όμως εξίσου οδυνηρή είναι η κάθοδος, η οποία επιφέρει πόνον πολύν και δυσβάσταχτον. Όμως η ελπίς προς κατευνασμόν εξέλιπεν: Θερίζουν ό,τι έσπειραν. Και αυτοί μεν δικαίως έπαθον για τα ανομήματά τους, όμως τι φταίει το πόπολο; Μα θα μου πεις ας βούταγε τη γλώσσα του στο μυαλό του, προτού αποφασίσει. Μοιραία κάθε άνθρωπος είναι ο αρχιτέκτονας της ζωής του.