Ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΔΑ στο συνέδριο Athens Energy Dialogues
Σε 39 πόλεις της χώρας
το φυσικό αέριο μέχρι τέλος του 2023
Μ. Τσάκας: «Το 2020 θα είναι ένα έτος ορόσημο για τη ΔΕΔΑ»
ΜΕΧΡΙ το τέλος του 2023 τοποθετεί τη διανομή φυσικού αερίου, σε 7 Περιφέρειες και 39 πόλεις της χώρας, ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΔΑ κ. Μάριος Τσάκας.
Υπενθυμίζουμε στους αναγνώστες μας, ότι ο κ. Τσάκας είχε παραχωρήσει συνέντευξη προς τον «Πρωινό Τύπο» στις 15 Ιανουαρίου, και είχε επισημάνει μεταξύ άλλων, ότι μέχρι τέλος του 2020, η ΔΕΔΑ θα είναι σε θέση να ξεκινήσει τα έργα τόσο στο Νομό Δράμας, αλλά και σε άλλες πόλεις της Περιφέρειας Αν. Μακεδονίας – Θράκης
Ο κ. Τσάκας, συμμετέχοντας στο συνέδριο Athens Energy Dialogues, παρουσίασε το πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων διανομής φυσικού αερίου στην ελληνική περιφέρεια.
«Η ΔΕΔΑ, μετά από μια μακρά περίοδο προετοιμασίας και διαβούλευσης με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, βρίσκεται σήμερα στην τελική ευθεία για την υλοποίηση ενός φιλόδοξου προγράμματος προκειμένου η ελληνική περιφέρεια να αποκτήσει τα μεγάλα πλεονεκτήματα που προσφέρει το φυσικό αέριο», υπογράμμισε ο κ. Τσάκας.
Το αναπτυξιακό πρόγραμμα της ΔΕΔΑ, σημείωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας, προβλέπει μέχρι το τέλος του 2023:
– Τη δημιουργία δικτύων διανομής φυσικού αερίου σε 39 πόλεις, σε 7 περιφέρειες της χώρας
– Την κατασκευή συνολικά 1.800 χιλιομέτρων δικτύου διανομής φυσικού αερίου
– Περισσότερες από 57.000 συνδέσεις βιομηχανικών, εμπορικών και οικιακών καταναλωτών
– Ο συνολικός προϋπολογισμός των έργων της ΔΕΔΑ ξεπερνά τα 250 εκατ. ευρώ. Η α΄ φάση του προγράμματος περιλαμβάνει 18 πόλεις στις περιφέρειες Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας και Στερεάς Ελλάδας. Οι εργασίες κατασκευής των μεγάλων έργων σε αυτές τις τρεις πρώτες περιφέρειες θα ξεκινήσουν τον Σεπτέμβριο του 2020.
– Θα ακολουθήσει, στη β΄ φάση του προγράμματος, η υλοποίηση αντίστοιχων έργων σε 21 πόλεις στις περιφέρειες Δυτικής Μακεδονίας, Δυτικής Ελλάδας, Ηπείρου και Πελοποννήσου.
«Αναγνωρίζουμε ότι, κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα, υπήρξαν καθυστερήσεις που οφείλονται σε κάποιες αστοχίες τόσο σε επίπεδο κεντρικής πολιτικής εξουσίας όσο και σε επίπεδο εταιρείας, αλλά και στη «βαριά» γραφειοκρατική διαδικασία που απαιτείται για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση των έργων τα οποία έχουν ένα μεικτό σύστημα χρηματοδότησης.