Νέες υποχρεώσεις
στην ασφάλιση οχημάτων;
Γράφει ο Γιώργος Φιλτσόγλου, Νομικός
Έληξε και η φετινή εορταστική περίοδος του Πάσχα. Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά οι εορτασμοί ήταν διαφορετικοί και πιο λιτοί, λόγω και του επιβαλλόμενου περιορισμού στην κυκλοφορία των πολιτών. Εύλογα κάποιος, επομένως, θα ανέμενε, λόγω και των περιορισμένων μετακινήσεων, να περιοριστούν αντίστοιχα και τα τροχαία ατυχήματα, τα οποία κατά τη διάρκεια των γιορτών συνήθως πληθαίνουν. Ωστόσο δυστυχώς το αισιόδοξο σενάριο δεν επιβεβαιώθηκε και για ένα ακόμα Πάσχα διαβάσαμε και ακούσαμε στις ειδήσεις για σοβαρά ατυχήματα και τραυματισμούς. Τουλάχιστον, από τις πληροφορίες που ήρθαν στο φως, δεν υπήρξε στα τροχαία συμβάντα κάποιο ανασφάλιστο όχημα, συνεπώς οι εμπλεκόμενοι πολίτες θα έχουν την δυνατότητα αργότερα να διεκδικήσουν αποζημίωση.
Με αφορμή τα τροχαία ατυχήματα των γιορτών έρχεται στο προσκήνιο το θέμα της υποχρεωτικής ασφάλισης των οχημάτων. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 2παρ. 1 του Προεδρικού Διατάγματος 237/1986, το οποίο μετά από τροποποιήσεις ισχύει έως και σήμερα, καθίσταται υποχρεωτική η ασφάλιση των οχημάτων παντός τύπου. Πρόκειται για την ασφάλιση αστικής ευθύνης από ατύχημα, δηλαδή κάλυψη της υποχρέωσης αποκατάστασης της ζημίας τρίτων προσώπων, λόγω ατυχήματος, που προέρχεται από την κυκλοφορία και γενικά την λειτουργία ενός αυτοκινήτου. Να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με το άρθρο 1 του ίδιου διατάγματος “Αυτοκίνητο είναι κάθε όχημα που κινείται επί του εδάφους με μηχανική δύναμη ή ηλεκτρική ενέργεια ανεξάρτητα από τον αριθμό των τροχών του.” Άρα στη συγκεκριμένη ρύθμιση φαίνεται πως εμπίπτουν και τα δίκυκλα οχήματα.
Εξαίρεση στο γενικό κανόνα της υποχρεωτικής ασφάλισης των οχημάτων φαίνεται πως αποτελούν οι περιπτώσεις, που περιγράφονται στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο του άρθρου 2 παρ. 1 του Προεδρικού Διατάγματος. Συγκεκριμένα, σε αντιδιαστολή με την υποχρέωση ασφάλισης του οχήματος, όταν αυτό κυκλοφορεί σε οικόπεδο προσιτό στο κοινό ή σε αόριστο αριθμό προσώπων, αντιλαμβανόμαστε ότι η ασφάλιση δεν είναι απαραίτητη, όταν η κυκλοφορία και η λειτουργία πραγματοποιείται μόνο σε κλειστό και απρόσιτο στο κοινό ιδιωτικό οικόπεδο. Επίσης εξαιρείται από την υποχρέωση ασφάλισης όχημα, για το οποίο έχει τηρηθεί η νόμιμη διαδικασία της ακινησίας.
Τι συμβαίνει όμως σε περίπτωση, που δεν έχουμε τηρήσει την νόμιμη διαδικασία της ακινησίας, όμως το όχημά μας είναι εντελώς ακατάλληλο και αδύνατον να κυκλοφορήσει λόγω της τεχνικής του κατάστασης; Σχετική με το παραπάνω ερώτημα φαίνεται πως είναι η αρκετά πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), επί της υπόθεσης C‑383/19 “Powiat Ostrowski κατά Ubezpieczeniowy Fundusz Gwarancyjny”. Στην εν λόγω υπόθεση επιβλήθηκε σε μια κρατική αρχή της Πολωνίας πρόστιμο, επειδή είχε στην ιδιοκτησία της ένα αυτοκίνητο ανασφάλιστο για 2μιση περίπου μήνες. Το συγκεκριμένο αυτοκίνητο περιήλθε στην ιδιοκτησία της κρατικής αρχής λόγω κατάσχεσης, ενώ λόγω της τεχνικής του κατάστασης αδυνατούσε να λειτουργήσει και να κινηθεί. Για τον λόγο αυτόν η αρχή αποφάσισε να ακολουθήσει την διαδικασία της αποταξινόμησης, τέσσερις μήνες αφότου απέκτησε το αυτοκίνητο και ενάμιση μήνα αφότου το ασφάλισε. Επειδή η πολωνική αρχή ισχυριζόταν ότι δεν είχε υποχρέωση να ασφαλίσει το αυτοκίνητο αυτό, εξαιτίας της αδυναμίας του να κινηθεί και της μόνιμης στάθμευσής του σε ιδιωτικό οικόπεδο, προσέφυγε στην πολωνική Δικαιοσύνη. Τα τοπικά δικαστήρια ζήτησαν διευκρινίσεις από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτή την περίπλοκη υπόθεση.
Έπειτα από μελέτη της υπόθεσης και των περιστατικών που τη συνιστούν, το ΔΕΕ διευκρίνισε πως η ασφάλιση οχήματος είναι υποχρεωτική, ακόμα και αν το συγκεκριμένο όχημα είναι ακατάλληλο για κυκλοφορία λόγω της τεχνικής του κατάστασης. Φαίνεται πως δεν έχει σημασία η δυνατότητα ενός οχήματος να λειτουργεί σωστά, ούτε η ενδεχόμενη πρόθεση του ιδιοκτήτη να το αποσύρει. Και μόνο το γεγονός ότι αντικειμενικά υπάρχει ένα όχημα είναι αρκετό για να θεμελιώσει την υποχρέωση ασφάλισης εκ μέρους των ιδιοκτητών. Διαφορετικά, σύμφωνα με το Δικαστήριο, θα υπήρχε ο κίνδυνος να εξαρτάται η υποχρέωση ασφάλισης ενός οχήματος, από το αν ο ιδιοκτήτης θα το θεωρούσε λειτουργικό και από την εντελώς αόριστη και αδύνατον να αποδειχθεί πρόθεσή του να το αποσύρει. Θα κινδυνεύαμε δηλαδή να απορρίψουμε τον αντικειμενικό χαρακτηρισμό του οχήματος (βλ. τον ορισμό του άρθρου 1 παραπάνω) χάριν ενός υποκειμενικού, σύμφωνα με την λογική του εκάστοτε ιδιοκτήτη.
Απόρροια ενός υποκειμενικού χαρακτηρισμού της έννοιας του ασφαλιζόμενου οχήματος θα ήταν η διακινδύνευση όλων των τρίτων προσώπων, που ενδεχομένως θα εμπλέκονταν σε κάποιο ατύχημα. Σε περίπτωση ατυχήματος με ανασφάλιστο όχημα, το οποίο θα εξαιρούνταν και από την υποχρέωση ασφάλισης λόγω του υποκειμενικού χαρακτηρισμού, τα τρίτα πρόσωπα- θύματα του ατυχήματος, αυτονόητα θα στερούνταν τις αξιώσεις αποζημίωσης έναντι της ασφαλιστικής εταιρείας. Ακόμα πιο οδυνηρή θα ήταν όμως και η στέρηση της στοιχειώδους αποζημίωσης που παρέχει το Επικουρικό Κεφάλαιο στη χώρα μας, σε περίπτωση ατυχήματος με ανασφάλιστο όχημα, σύμφωνα και με το άρθρο 19 παρ. 1 του ΠΔ 237/1986. Το Επικουρικό Κεφάλαιο, όπως και άλλοι αντίστοιχοι μηχανισμοί σε άλλα κράτη της ΕΕ, ενεργοποιείται μόνον όταν στο ατύχημα εμπλέκεται όχημα, για το οποίο δεν τηρήθηκε η υποχρέωση ασφάλισης, και όχι όταν το εμπλεκόμενο όχημα δεν χρειαζόταν να ασφαλιστεί.
Επιπλέον δεν πρέπει να μας καθησυχάζει το γεγονός ότι ένα όχημα αδυνατεί να κινηθεί, διότι ένα ατύχημα μπορεί εύκολα να προκληθεί και από ακινητοποιημένα- σταθμευμένα οχήματα. Άλλωστε ο νόμος θεωρεί πηγή κινδύνου για τους ανθρώπους τα αυτοκίνητα, γι’ αυτό και έχει θεσπίσει ειδικό καθεστώς ευθύνης. Πρόκειται για την λεγόμενη Ευθύνη από Διακινδύνευση. Ο ιδιοκτήτης και ο οδηγός του οχήματος ευθύνονται δηλαδή για κάθε ατύχημα που προκαλείται από την λειτουργία του. Η ευθύνη μάλιστα αυτή θεμελιώνεται ανεξάρτητα από την ύπαρξη υπαιτιότητας, ενώ, στην περίπτωση του ιδιοκτήτη, ανεξάρτητα ακόμη και από την οδήγηση του οχήματος την δεδομένη χρονική στιγμή!!
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ωστόσο με την πρόσφατη απόφαση ερμηνεύει και ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Δικαστήριο, η υποχρέωση ασφάλισης υφίσταται και προκειμένου για όχημα που βρίσκεται σε ιδιόκτητο οικόπεδο! Πρόκειται για μια απόφαση αντίθετη καταρχήν στο εθνικό μας δίκαιο και το ΠΔ 237/1986. Από την στιγμή μάλιστα που η έκδοση της απόφασης στηρίζεται στην ερμηνεία του Ευρωπαϊκού Δικαίου και της Οδηγίας 2009/103 ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, φαίνεται πως υπερισχύει των εθνικών ρυθμίσεων. Ωστόσο, η ίδια η Οδηγία δεν ρυθμίζει λεπτομερώς την περίπτωση κυκλοφορίας του αυτοκινήτου σε ιδιόκτητο οικόπεδο. Χαρακτηριστική είναι η χρήση της Γενικής Ρήτρας “κάθε κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα”, σε σχέση με τις περιπτώσεις υποχρεωτικής ασφάλισης των οχημάτων, αφήνοντας στην κάθε χώρα να επιλέξει τα μέτρα αυτά. Επομένως αντίθετη στο εθνικό δίκαιο καθίσταται μόνο η συγκεκριμένη απόφαση, και όχι η γενική Οδηγία για την υποχρεωτική ασφάλιση των οχημάτων. Απομένει να διαπιστώσουμε αν η συγκεκριμένη ερμηνεία του ΔΕΕ τελικά επικρατήσει στις δικαστικές αποφάσεις και επιφέρει αλλαγές και στην εθνική ρύθμιση.
Τέλος, το Δικαστήριο επιβεβαιώνει τον κανόνα πως από την υποχρέωση ασφάλισης εξαιρούνται μόνο τα οχήματα, που αποσύρονται νομίμως από την κυκλοφορία, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις κάθε κράτους μέλους. Θα πρέπει λοιπόν όλοι οι ιδιοκτήτες οχημάτων να είναι πολύ προσεκτικοί και ενημερωμένοι σχετικά με τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις των οχημάτων τους. Ας μην ξεχνάμε πως ένα ανασφάλιστο όχημα δεν προκαλεί αρνητικές συνέπειες μόνο στον ιδιοκτήτη (βλ. πρόστιμο). Πολύ περισσότερο οδυνηρές είναι οι συνέπειες για τα τρίτα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Είμαστε σίγουροι πως κανένας δεν θέλει να βρεθεί σε αυτή τη θέση…