Στον κάμπο της Δράμας
περί το 4.000 π.Χ.
(Του καθηγητού Φ. Μ. ΠΕΤΣΑ, από το βιβλίο « Δραμινά Χρονικά» 1980, σελ. 19 – 24).
Ανάμεσα στο Φωτολίβος και στους Σιταγρούς επισημάνθηκε και έχει ερευνηθεί εν μέρει προϊστορικός συνοικισμός από τους σπουδαιότερους στα Βαλκάνια.
Την είχε επισημάνει πρώτος ο Άγγλος αρχαιολόγος Δ. Φρέντς, διευθυντής τώρα του Αγγλικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Άγκυρας και παλαιός και καλός φίλος της Μακεδονίας. Είχε εργασθεί πολλά χρόνια εδώ, έκαμε εκτεταμένες επιφανειακές έρευνες στη Βόρεια Ελλάδα και δημοσίευσε πολλές μελέτες του σε ελληνικά και ξένα περιοδικά. Στην τούμπα είχα δώσει αρχικά το όνομα του Φωτολίβους, αλλά πράγματι περιλαμβάνεται στην κοινοτική περιφέρεια των Σιταγρών, όπως του υπέδειξα.
Ύστερα από προεργασία πολλών μηνών, δύο ξένοι επιστήμονες πήραν απόφαση να σκάψουν την τούμπα στους Σιταγρούς. Ήταν μια Αμερικάνα καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Καλλιφόρνιας στο Λος Άντζελες, η Μαρία Τζιμπούτας, και ένας Άγγλος διδάκτωρ τότε της αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Σέφηλδ, ο Κόλιν Ρενφριου. Ο δεύτερος είχε συνεργασθεί στην ανασκαφή της Νέας Νικομήδειας παρά τη Βέροια, κατά το 1961 – 1962 και αλλού στην Ελλάδα, τη στεργιανή και τη νησιώτικη. Οι εμπειρίες και τα ενδιαφέροντά του ήταν περισσότερο Μεσογειακά. Η πρώτη, η Αμερικάνα, είχε ασχοληθεί περισσότερο με τα Βαλκάνια και τις Ρωσσικές στέπες.
Δύο πράγματα επιδίωξαν:
Πρώτα να πάρουν μια καλύτερη εικόνα της διαδικασίας της πολιτιστικής αλλαγής και της εξαπλώσεως του πολιτισμού στην νοτιοανατολική Ευρώπη κατά τους προϊστορικούς χρόνους. Θα το πετύχαιναν σπουδάζοντας την οικονομία και το περιβάλλον των προϊστορικών Σιταγρών με τις κατάλληλες μεθόδους της Φυσικής Επιστήμης, που εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια στην Αρχαιολογία, όπως ο ραδιενεργός άνθραξ 14 κ.λ.π. Η θέση των Σιταγρών ανάμεσα στο Αιγαίο από τη μια και στη Βαλκανική Ευρώπη από την άλλη, κάμουν την τούμπα αυτή πρόσφορ για τέτοια έρευνα.
Ο δεύτερος σκοπός, ήταν η συνηθισμένη αρχαιολογικά έρευνα. Η ανασκαφική μελέτη της στρωματογραφίας ενός προϊστορικού συνοικισμού σε μια καίρια θέση, ανάμεσα στο Αιγαίο και στα Βαλκάνια. Η στρωματογραφική συσχέτιση του Νεολιθικού και του Χαλκολιθικού πολιτισμού. Η εξέταση προβλημάτων όπως η εμφάνιση της μεταλλουργίας στην Ευρώπη, η εθνική ιστορία των Ινδοευρωπαίων κ.ο.κ.
Η ανασκαφή των Σιταγρών τοποθετείται χρονικά και τοπικά ανάμεσα στις παλαιές και πρόσφατες ελληνογαλλικές ανασκαφές στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας ( των Φιλίππων κ.λ.π.) και στην ανασκαφή της Νέας Νικομήδειας κοντά στη Βέροια που φθάνει ως την εβδόμη χιλιετηρίδα π. Χ.
Αλήθεια οι Σιταγροί έρχονται σαν μια συνέχεια της Νέας Νικομήδειας, αφού και οι δύο ανασκαφές έγιναν υπό την αιγίδα της Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής. Από την Νέα Νικομήδεια ξεκίνησε η πείρα και ο προβληματισμός. Ο διευθυντής της ανασκαφής των Σιταγρών διαπρεπής τώρα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Σάουθαμπτον της Αγγλίας ήταν ένα από τα «παιδιά» που πήραν μέρος στην ανασκαφή της Νέας Νικομήδειας. Και ο επιστάτης της ανασκαφής στους Σιταγρούς, ο θαυμάσιος Γιάννης Παπαδόπουλος, αγρότης της Νέας Νικομήδειας ως το 1960,έγινε ο έμπειρος επόπτης της λεπτής εργασίας, που απαιτεί μια προϊστορική ανασκαφή, γιατί μοιάζει κάπως με σοβαρή εγχείρηση.
Η βαθύτερη τομή που έγινε στη τούμπα των Σιταγρών, έφθασε ως το φυσικό βράχο, σε βάθος 11 μέτρων. Τα αλλεπάλληλα αρχαιολογικά στρώματα ήταν πεντακάθαρα. Πέντε κύριες πολιτιστικές φάσεις ξεχώρισαν. Η αρχαιότερη χρονολογήθηκε με τη μέθοδο του ραδιενεργού άνθρακος 14 στην πέμπτη χιλιετηρίδα, κάπου 4.500 χρόνια π.Χ. Είναι η μέση Νεολιθική Εποχή. Εκεί κάτω στα 11 μ. βάθος, ευρέθησαν αγγεία, που ξέρομε ήδη από μια θέση της Βουλγαρίας, το Βεσελίνοβο.
Ψηλότερα, η 2η φάση περί το 4.000 π.Χ. έδωσε αγγεία πρωτοφανέρωτα. Δεν τα ξέραμε ούτε από το Αιγαίο ούτε από τα Βαλκάνια. Είναι ωραία αγγεία διακοσμημένα με ζωγραφιστή διακόσμηση. «Εκπληκτικό άνθισμα της γραπτής κεραμικής» ονομάζει τη φάση αυτή ο καθηγητής της Προϊστορικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, αείμνηστος Δημήτριος Θεοχάρης, στην ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Εκεί ονομάζεται ο συνοικισμός ακόμα με το παλιό του όνομα και μάλιστα λανθασμένο. Σωστό είναι να ονομάζουμε την τούμπα με το όνομα των Σιταγρών, γιατί στην περιφέρεια των Σιταγρών ανήκει. Μια κακή αρχή δεν πρέπει να διαιωνισθεί.
Η κεραμική της τρίτης πολιτιστικής φάσεως των Σιταγρών παρουσιάζει αναλογίες μ΄ ένα άλλο τόπο Βαλκανικό, τη Γκουμέλνιτσα (3.600 – 3.000 π. Χ.), ενώ η τετάρτη φάση (3.000-2.300 π.Χ.) παρουσιάζει ένα νέο, διαφορετικό σύνολο, με άγραφα αγγεία. Είναι μια τοπική ιδιομορφία, όπως η φάση ΙΙ.
Στην Πέμπτη πολιτιστική φάση των Σιταγρών, στα ανώτερα στρώματα, παρουσιάζονται χαρακτηριστικά γνωστά από την Τροία 1 και από τα Βαλκάνια (2.300-1.900 π.Χ.).
Στα αγγεία κυρίως βασίζεται η στρωματογραφική μελέτη των αρχαιολόγων, γιατί είναι πολλά και ποικίλα. Αλλά εξ ίσου σπουδαία είναι και άλλα σπανιότερα ευρήματα, όπως π.χ. τα πήλινα ειδώλια που μελετάει η . Μ. Τζιμπούτος.
Στους Σιταγρούς ευρέθησαν πολυάριθμα λίθινα εργαλεία και άλλα από οστούν ή κέρατο. Δύο σπίτια επίσης αποκαλύφθηκαν σε μεγαλύτερο πλάτος. Το ένα ονομάζεται το «μακρύ σπίτι» γιατί το μήκος του φθάνει τα 18 μ. ενώ το πλάτος είναι 8 μ. Το άλλο βρέθηκε καμμένο από πυρκαϊά και ονομάζεται το «καμμένο σπίτι». Την ανασκαφή επόπτευσε η κ. Ρήντλεϋ, που μελετάει χρόνια τώρα στα Μουσεία της Θεσσαλονίκης και της Φλωρίνης τα ευρήματα από τον προϊστορικό συνοικισμό στα Σέρβια.
Πολύ δύσκολα ήταν και στους Σιταγρούς και στη Νέα Νικομήδεια να ξεχωρίσουν και να διατηρηθούν τα λείψανα των σπιτιών. Οι άνθρωποι είχαν κτίσει με πασσάλους με κλαδιά και με πηλό. Όταν αυτά κάηκαν ή αποσυντέθηκαν με τον καιρό, έγιναν χώμα που δύσκολα ξεχωρίζει στην ανασκαφή από το άλλο, το παρθένο χώμα. Για να φανεί η διαφορά πρέπει να ξηρανθούν τα χώματα. Και τότε παίρνουν άλχρώμα το παρθένο έδαφος και άλλο τα λείψανα του σπιτιού. Γι αυτό η ανασκαφή σε προϊστορικό τόπο είναι πολύ λεπτή εργασία. Απαιτεί προσοχή και ειδικά σύνεργα. Στους Σιταγρούς χρησιμοποιήσανε και μηχάνημα στεγνωτικό, για να επισπεύσουνε την ξήρανση των χωμάτων. Μόνον έτσι ξεχωρίζει τι είναι παρθένο έδαφος, που ήταν οι τρύπες για πασσάλους και τι έμεινε από τους πηλόκτιστους τοίχους και τις στέγες.
Έτσι, ξεχώρισαν και φούρνοι στα στρώματα Ι και ΙΙ, τοίχοι και εστίες στη φάση IV. Στα ψηλότερα στρώματα της φάσεως V καθαρίσθηκε αρκετά μεγάλη έκταση 20Χ20 μ. Είναι τα στρώματα της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού. Εδώ αποκαλύφθηκαν το «μακρύ σπίτι» και το «καμμένο σπίτι». Μέσα κι έξω στα σπίτια ξεχώρισαν φούρνοι, θέσεις για αποθήκευση σιτηρών και πιθάρια.
Στην ανασκαφή δούλεψαν το 1968 τριάντα εργάτες από τα χωριά της περιοχής με τον Γιάννη Παπαδόπουλο από την Νέα Νικομήδεια επιστάτη. Διεύθυνε την ανασκαφή επί τόπου ο καθηγητής Κόλιν Ρένφριου, που δεν παραλείπει ν΄ αναφέρει, ανάμεσα στους συνεργάτες του, τους Έλληνες τεχνίτες και τα παιδιά του σχολείου, τους ντόπιους μαθητάς και τις μαθήτριες, που έπλεναν τα ευρήματα στα εργαστήριο κερδίζοντας και το ψωμί τους. Οι φοιτηταί που πήραν μέρος στην ανασκαφή ήταν από το Πανεπιστήμιο της Καλλιφόρνιας και από τα Αγγλικά Πανεπιστήμια του Σέφηλδ και του Καίμπριτζ. Είμαι βέβαιος ότι έγιναν καλοί φίλοι της Ελλάδος και θα ξαναγυρίσουν. Όπως ξαναγύρισε το «παιδί» της Νέας Νικομήδειας για να γίνει διευθυντής της ανασκαφής στους Σιταγρούς.
Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στους Σιταγρούς σε τομείς που αποτελούν τώρα ειδικούς κλάδους της Επιστήμης. Ειδικοί επιστήμονες μελετούν τα ανθρώπινα και ζωικά λείψανα, οστά κυρίως, τα οποία σε παλαιότερες ανασκαφές τα πετούσαν. Είναι οι Παλαιοζωλόγοι. Άλλοι επιστήμονες, μελετούν με σύγχρονες μεθόδους της Φυσικής τα λείψανα φυτών. Είναι οι Παλαιοβοτανολόγοι.
Δύο ειδικοί επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Ντάραμ της Αγγλίας γύρισαν τις λίμνες και τα έλη της περιοχής για να κάμουν αναλύσεις της γύρεως των λουλουδιών, που θα χρησιμεύσει για την χρονολόγηση αρχαιολογικών στρωμάτων και τη μελέτη του περιβάλλοντος. Άλλος ειδικός επιστήμων του Εθνικού Μουσείου Βουδαπέστης, μελέτησε τα οστά και άλλα κατάλοιπα του ζωικού βασιλείου. Στην πρώτη ανασκαφική περίοδο του 1968 ταύτισε 18.000 οστά! Ανήκαν στις πέντε φάσεις της χιλιόχρονης ζωής του συνοικισμού.
Το 1969 τα οστά έγιναν συνολι30.000! Η κυρία Τζέην Ρένφριου, ένα από τα «κορίτσια» της Νέας Νικομήδειας κι αυτή, συνολικά μελέτησε 290 δείγματα σπόρων που βρέθηκαν. Σε καμιά άλλη ανασκαφή δεν βρέθηκαν (ή μάλλον δεν προσέχθηκαν) τόσοι σπόροι. Ανάμεσα σ’ αυτούς βεβαιώθηκαν π.χ. σπόροι σταφυλιού! Στις φάσεις ΙΙ και ΙΙΙ. Είναι τα αρχαιότερα σταφύλια που ξέρουμε στον κόσμο. Και ίσως έπρεπε να βρεθούν εδώ στην πατρίδα του Διονύσου.
Ειδικοί επιστήμονες μελέτησαν τη γεωμορφολογία της περιοχής Σιταγρών – Φωτολίβους. Ήλθαν από τα Πανεπιστήμια του Σέφηλδ και του Λονδίνου. Ανάμεσα σ΄ αυτούς και ο διευθυντής του προγράμματος (της Βρετανικής Ακαδημίας) για τις Αρχές και την Εξέλιξη της Γεωργίας.
Τα μεταλλικά αντικείμενα εξ άλλου, μελέτησε η δ. Ε. Σλάτερ του τμήματος Μεταλλουργίας του πανεπιστημίου του Καίμπριτζ. Την χρονολόγηση με το ραδιενεργό άνθρακα 14 έκαμε ο διδάκτωρ Χ. Κουϊτα στο Βερολίνο.
Κατά το 1969 επαναλήφθηκαν οι ανασκαφές από Ιούλιο έως Σεπτέμβριο. Με τους ίδιους περίπου εργάτες , περί τους 30 δηλαδή, και μ΄ένα Επιτελείο 50 ειδικών επιστημόνων και αρχαιολόγων , με αρχιτέκτονα, φωτογράφους, σχεδιαστάς κ.ο.κ.
Έτσι έγινε δυνατό να δοθούν μέσα σε όλες τις γλώσσες του κόσμου τα πρώτα βασικά συμπεράσματα, κυρίως σε αγγλικά και αμερικανικά επιστημονικά περιοδικά. Αναμένεται τώρα η τελική δημοσίευση των πολύπλευρων μελετών. Θα φέρει τα ονόματα των διευθυντών της ανασκαφής καθηγητών Κόλιν Ρένφριου και Μ. Τζιμπούτας και τον τίτλο: Οι Σιταγροί και η Προϊστορία της Βορείου Ελλάδος.
Δεν θα είναι ένα από τα συνήθη αρχαιολογικά βιβλία. Με τις συμβολές των ειδικών επιστημόνων θα πληροφορηθούμε π.χ. πως από τη φάση ΙΙΙ ως τη φάση V των Σιταγρών έφθασε η πυροτεχνολογία από το χαλκό στο μπρούντζο. Θα μάθουμε επίσης πως από άγριο κλήμα φθάσαμε στο ήμερο σταφύλι και στο κρασί, εδώ, στην πατρίδα του Διονύσου.
Επέμεινα κάπως και τόνισα τη συμμετοχή ειδικών επιστημόνων σε αρχαιολογική ανασκαφή. Με 30 περίπου εργάτες οι ανασκαφείς είχαν στους Σιταγρούς ένα επιτελείο 50 αρχαιολόγων και άλλων ειδικών, μεταξύ των οποίων αρχιτεκτόνων, σχεδιασταί, φωτογράφοι κ.λ.π. Λυπούμαι, αλλά με ενστικτώδη αντίδραση, οι Έλληνες αρχαιολόγοι και οι ενδιαφερόμενοι για τα αρχαιολογικά μας πράγματα θα σκεφθούν τη δική μας κατάσταση, τις δικές μας συνθήκες. Ένας μοναχός αρχαιολόγος ως πριν από λίγα χρόνια, επέβλεπε ανασκαφές και άλλα αρχαιολογικά έργα από τη Θεσσαλονίκη ως τη Φλώρινα και ως το Σουφλί. Κάπως βελτιώθηκε η κατάσταση. Αλλ΄ακόμα σε μεγάλες περιφέρειες οι αρχαιολόγοι είναι ολομόναχοι σαν η καλαμιά στον κάμπο. Στην καλύτερη περίπτωση μια Εφορεία Αρχαιοτήτων δεν έχει περισσότερους από τρεις αρχαιολόγους, είναι λίγοι. Όταν μάλιστα δεν βοηθούνται από άλλους ειδικούς επιστήμονες.
Ιδιαίτερα η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη, καίριες περιοχές στο σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσεως, Βορρά και Νότου, έχουν ανάγκη από πολυάνθρωπη και καλά εξοπλισμένη Αρχαιολογική Υπηρεσία, αν θέλουμε να καλύψουμε το ό μάλιστα στην έρευνα των προϊστορικών περιόδων. Τα τελευταία χρόνια, κάπως βελτιώνεται, αλήθεια, η κατάσταση, αλλά επιβάλλεται ταχύτερος ρυθμός πριν είναι πολύ αργά, γιατί τα λείψανα των αρχαίων πολιτισμών καταστρέφονται με τα σύγχρονα μηχανικά μέσα.
Φ. ΠΕΤΣΑΣ