Πλούσια τα ήθη
και έθιμα του Νομού
Δράμας την περίοδο της Αποκριάς
Πλήθος εκδηλώσεων πραγματοποιείται κάθε χρόνο στην ευρύτερη περιοχή του Νομού Δράμας, την περίοδο της Αποκριάς, όπου διατηρούνται έτσι ήθη και έθιμα από το παρελθόν.
Για την περίοδο της Αποκριάς, γίνεται εκτενέστερη περιγραφή στο βιβλίο του δρ. Φιλ., Ερευνητή του Κέντρου Λαογραφίας Ακαδημίας Αθηνών, κ. Γεώργιου Αικατερινιδη.
«Η περίοδος της Αποκριάς συνδέεται και στην περιφέρεια της Δράμας με ποικίλα έθιμα, πολλά από τα οποία είναι χαρακτηριστικά του παραδοσιακού τρόπου ζωής παλαιότερα, όταν πρόβαλλε ο αλληλοσεβασμός των μελών της οικογενείας και η σημασία της περιόδου αυτής ως προπαρασκευαστικής για τη Σαρακοστή που άρχιζε.
Στην Καλλιθέα: «Τις Αποκριές μαζευόμαστε όλοι οι συγγενείς. Της Τυρινής, την τελευταία Αποκριά, κάναμε χάσκα. Σ’ ένα ξύλο ο μπαμπάς κρεμούσε ένα κομμάτι χαλβά σκληρό και το κρεμούσε με σπάγκο και από στόμα σε στόμα το γύριζε να το πιάσουν, με τα χέρια πίσω. Το ίδιο βράδυ αρχινάει της συγχώρησης. Πήγαιναν οι μικρότεροι στους μεγαλύτερους και ζητούσαν συγχώρεση για να νηστέψουν, να κοινωνήσουν του Αγίου Θεοδώρου. Δίδαμε εκείνου που ζητούσαμε συγχώρεση ένα λεμόνι ή πορτοκάλι και του φιλούσαμε τα χέρι».
Στον Βώλακα: «Την τελευταία Αποκριά πηγαίνουμε στα σπίτια για συγχώρεση. Οι νέοι πάνε στους πιο μεγάλους και δίνουν πορτοκάλια. Κάνουν μετάνοια τρεις φορές, δίνει το πορτοκάλι, του φιλάει το χέρι και του λέει: «Συγχώρεσε με» – «Συγχωρεμένος», μετά φεύγει. Το βράδυ ο νοικοκύρης του σπιτιού έχει δεμένο σε μια βέργα ένα παστέλι και ένα αβγό, που το ανεβοκατεβάζει στα στόματα των παιδιών για να το δαγκάσουν.
Από την Καθαρή Δευτέρα, όταν αρχινίζει νηστεία, τρεις μέρες δεν τρώνε ούτε νερό ούτε φαΐ, οι γριές και τα κορίτσα. Μετά την Τετάρτη το πρωί πηγαίνουν στην εκκλησία και έχουν από ένα ψωμί, μέλι και νηστίσιμα πράματα, τα διαβάζει πρώτα ο παπάς και μετά τα μοιράζει. Παίρνουν αντίδερο και αγιασμό από την εκκλησία και μετά ζυγίζονται, πόσο είναι καθεμιά».
Στην Καλή Βρύση: «Την ημέρα της Αποκριάς την τελευταία εβδομάδα μαζεύουμε κέδρα και ανάβομε φωτιές σε κάθε μαχαλά χωριστά και χορεύουν με γκάιντες και νταχαρέδες. Το βράδυ κάνομε τη χάσκα, δηλαδή δένομε ένα κομμάτι χαλβά σε μια κλωστή και προσπαθούμε να το πιάσουμε με το στόμα, τα χέρια δεμένα πίσω. Επειδή εκείνη τη βραδιά πάνε και συγχωρούνε ο καθένας με τον άλλο, γι’ αυτό ανάβουν τις φωτιές, για να καούν οι αμαρτίες. Όταν συγχωρούν, ο μικρότερος κρατάει ένα πορτοκάλι ή λεμόνι στο χέρι και το δίνει στον άλλο και λέει: «¨Συγχώρα με¨. Απαραίτητα ο κουμπάρος θα πάει στο νονό, κάνει τρία μετάνοια, τον φιλά το χέρι και τον λέει συγχώρα».
Στο Μοναστηράκι: «Την Κυριακή της Τυροφάγου γινόταν αλληλοσυγχώρηση, αργά το απόγευμα και τις πρώτες πρωινές ώρες. Τα νεότερα ανδρόγυνα επισκέπτονταν τα σπίτια εκείνα όπου έμεναν συγγενείς τους μεγαλύτερης ηλικίας και οπωσδήποτε μεταξύ αυτών επισκέπτονται το σπίτι του κουμπάρου που τους στεφάνωσε και το σπίτι της μαίας που ήταν ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο του χωριού.
Κατά την επίσκεψη αυτή το νεότερο ανδρόγυνο ζητούσε συγχώρεση από τους μεγαλύτερους του στην ηλικία για τις τυχόν άδικες πράξεις ή ενέργειες του κλπ. και αφού έδινε συγχώρεση ο ένας στον άλλο το ηλικιωμένο ζευγάρι κερνούσε τους επισκέπτες συνήθως ένα γλυκό.
Το νιόπαντρο ζευγάρι, εκτός από το συγγενικό σπίτι και το σπίτι του κουμπάρου, επισκέπτονταν και τα άλλα σπίτια της γειτονιάς του. Το βαθύτερο κοινωνικό νόημα που έκλεινε μέσα του το έθιμο αυτό ήταν να αγαπήσουν μεταξύ τους όλοι εκείνοι που ανάμεσα τους υπήρχε μια δυσαρέσκεια και ψυχρότητα.
Κατά την Καθαρή Δευτέρα υπήρχε η συνήθεια να γίνεται μια γενική καθαριότητα του σπιτιού και ακόμα έπλυναν όλα τα μαγειρικά σκεύη με σταχτόνερο, προκειμένου να φύγουν τα λίπη και να είναι κατάλληλα να μαγειρεύουν σε αυτά νηστίσιμα φαγητά.
Επίσης από την καθαρή Δευτέρα αρχίζει το έθιμο του τριημέρου. Κατά το έθιμο αυτό, όποιος κρατούσε τριήμερο δεν έπρεπε να τρώει τρεις μέρες καμιά τροφή, ούτε να πίνει νερό. Την τέταρτη μέρα έτρωγε ελαφρά και να ήθελε και είχε δυνάμεις νήστευε άλλες δυο μέρες και την πρώτη Κυριακή των νηστειών (Κυριακή της Ορθοδοξίας) πήγαινε στην Εκκλησία και έπαιρνε τη Θεία Κοινωνία».