Μια ενδιαφέρουσα διάλεξη στο Σαντιρβάν της Raycap
Το κόσμημα και η συμβολική
του δύναμη κατά
τη μυκηναϊκή εποχή
Μιλάει στον «Π.Τ.» η κα. Παπαγεωργίου, Επιμελήτρια του Τμήματος Προϊστορικών, Αρχαίων Ελληνικών και Ρωμαϊκών Συλλογών του Μουσείου Μπενάκη
Του Θανάση Πολυμένη
ΜΙΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ διάλεξη με θέμα το κόσμημα στην αρχαιότητα και μάλιστα σε κάποια συγκεκριμένη εποχή, πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής στο Σαντιρβάν.
Το Σαντιρβάν, ο χώρος της ιστορικής εφημερίδας «ΘΑΡΡΟΣ» της Δράμας, ο οποίος έχει αγοραστεί και έχει ανακαινισθεί πλήρως από την εταιρεία Raycap του κ. Κώστα Αποστολίδη, λειτουργεί σήμερα ως πολιτιστικός και εκθεσιακός χώρος με τη συνδρομή αποκλειστικά του Μουσείου Μπενάκη.
Ήδη, το προηγούμενο διάστημα, πάνω από 6.000 Δραμινοί, είχαν την τύχη να απολαύσουν μια πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση με τον κεντρικό τίτλο, «Δια της Μικράς Ασίας». Στην έκθεση είχαν παρουσιαστεί θρησκευτικά κειμήλια που έφεραν Έλληνες πρόσφυγες από την περιοχή της Μικράς Ασίας το 1922, από την συλλογή του Μουσείου Μπενάκη.
Στην ενδιάμεση περίοδο για την επόμενη έκθεση που θα παρουσιαστεί από το Μουσείο Μπενάκη στο Σαντιρβάν, με θέμα που ακόμα δεν έχει γίνει γνωστό, πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 26 Μαΐου, διάλεξη της κας. Ειρήνης Παπαγεωργίου με κεντρικό τίτλο: «Το κόσμημα και η συμβολική του δύναμη. Η περίπτωση 21 προϊστορικών κοσμημάτων στις συλλογές του Μουσείου Μπενάκη».
Η κα. Παπαγεωργίου είναι Αρχαιολόγος, Επιμελήτρια του Τμήματος Προϊστορικών, Αρχαίων Ελληνικών και Ρωμαϊκών Συλλογών του Μουσείου Μπενάκη.
Από μια συγκεκριμένη ταφή
Μιλώντας στον «Π.Τ.» αναφέρεται στο θέμα της και σημειώνει αρχικά: «Με αφορμή μια συγκεκριμένη ενότητα μυκηναϊκών κοσμημάτων του Μουσείου Μπενάκη, τα οποία χρονολογούνται στα τέλη του 15ου ή στις αρχές του 14ου αιώνα π.Χ., καλούμαστε να δούμε πάρα πολλά, παράλληλα απ’ όλο το Αιγαίο, την Κρήτη, την Πελοπόννησο, τη Βοιωτία, και να απαντήσουμε σε ένα συγκεκριμένο ερώτημα: αν αυτά τα αντικείμενα που αποκτήθηκαν από τον Αντώνη Μπενάκη το 1939, μπορούσαν να συνοδεύουν μία συγκεκριμένη νεκρή, ή ήταν τμήματα κτέρισης πολλών ταφών, καθώς και ποια ήταν αυτή η νεκρή».
Όπως επισημαίνει η κα. Παπαγεωργίου, «μέσα από τον συμβολισμό των εικονογραφικών μοτίβων που συνδυάζονται σ’ αυτά τα κοσμήματα, καταλήγουμε σε ένα εύκολο συμπέρασμα, ότι ήταν αντικείμενα που συνόδευαν μια συγκεκριμένη ταφή και ότι αυτή η γυναίκα πρέπει να ήταν ιέρεια στην υπηρεσία κάποιας θεότητας».
Η ίδια διευκρινίζει στη συνέχεια, ότι, «μιλάμε για μυκηναϊκά κοσμήματα, που δημιουργήθηκαν στον ηπειρωτικό κορμό, στο δεύτερο μισό της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. Ωστόσο γίνονται αναφορές σε πάρα πολλά μινωικά και όχι μόνο κοσμήματα, στη μυκηναϊκή τέχνη γενικότερα, καθώς η μυκηναϊκή τέχνη επηρεάζεται από τη μινωική, επηρεάζεται από την Κρήτη. Η Πελοπόννησος επηρεάζεται από την Κρήτη και οτιδήποτε ξεκινάει από την Κρήτη, μεταφέρεται στη μυκηναϊκή τέχνη».
Συμβολισμοί και κοινωνική τάξη
Ερωτώμενη για τον συμβολισμό των κοσμημάτων εκείνης της εποχής ή της ιδιαιτερότητας που είχαν, η κα. Παπαγεωργίου εξηγεί: «Δεν είναι πολύ διαφορετικό από τη σημασία και τη συμβολική δύναμη που έχει και σήμερα το κόσμημα. Είχε κάποιες φυλακτικές ή αποτρεπτικές ιδιότητες, προφύλασσε λοιπόν τον φέροντα από το κακό, από κάποιον κίνδυνο και επιπλέον ήταν δηλωτικό του ρόλου του και της κοινωνικής του τάξης. Όπως σήμερα, αν δούμε μια πλούσια στολισμένη γυναίκα, καταλαβαίνουμε αμέσως ότι ανήκει στην ελίτ, με τον ίδιο τρόπο και την εποχή εκείνη, καταλαβαίναμε από τα κοσμήματα και τον πλούτο των κοσμημάτων, αλλά και από τα είδη των κοσμημάτων που έφερε αυτή η γυναίκα, την κοινωνική της τάξη και ενδεχομένως και τον ρόλο της».
Σφραγίδες
Φέρνοντας ένα παράδειγμα, μας εξηγεί ότι, «ένα σφραγιστικό δαχτυλίδι το οποίο λειτουργούσε ως σφραγίδα για να σφραγίσει έγγραφα, κιβώτια, εισόδους κτιρίων. Αυτό ήταν ένα δαχτυλίδι που το έφεραν συγκεκριμένοι αξιωματούχοι. Δεν μπορούσε να το έχει ο καθένας. Και μάλιστα ήταν τόσο έντονα δηλωτικό της ταυτότητας του κατόχου, που μάλλον ή πήγαινε από γενιά σε γενιά, πάντως δεν έφευγε μέσα από το πλαίσιο μιας οικογένειας και πάρα πολύ συχνά συνόδευε και τον κάτοχο μέσα στον τάφο, στην άλλη ζωή».
Μόνο η ελίτ
Ερωτώμενη κατά πόσο ήταν διαδεδομένο το κόσμημα εκείνα τα χρόνια στον πολύ κόσμο, η κα. Παπαγεωργίου σημειώνει ότι, «κοσμήματα φορούσαν όλοι, όμως ήταν χάλκινα και πιο προσιτά. Όμως, πρόσβαση στο χρυσό είχε η ελίτ. Γιατί ο χρυσός εκείνη την εποχή δεν υπήρχε στο Αιγαίο, ερχόταν απ’ έξω. Ήταν ένα αντικείμενο εισαγωγής και είχε μόνο η ανακτορική ελίτ πρόσβαση σε τέτοιου είδους αντικείμενα. Η άρχουσα τάξη».
Συμπεράσματα από την εικόνα
Προσθέτει τέλος η κα. Παπαγεωργίου, ότι, «όλα τα στοιχεία εκείνη την εποχή, στη δεύτερη χιλιετία π.Χ., τόσο στο μινωικό, όσο και στο μυκηναϊκό κόσμο, η πολιτική εξουσία, ήταν στενά συνυφασμένη με τη θρησκευτική. Ο ανώτατος πολιτικός άρχοντας, ήταν κατά πάσα πιθανότητα και αρχιερέας. Ο μεγάλος αρχιερέας στην ύψιστη βαθμίδα της θρησκευτικής κυριαρχίας. Και τα κοσμήματα τα οποία θεωρούμε ότι ανήκουν στην ανώτερη κοινωνική τάξη, στην ελίτ δηλαδή, έχουν μοτίβα ή μορφές συγκεκριμένων φυτών ή ζώων, απεικονίζουν συγκεκριμένες θρησκευτικές σκηνές που για εμάς είναι πολύτιμη πηγή πληροφοριών για να καταλάβουμε το λατρευτικό τυπικό της περιόδου. Κι αυτό γιατί δεν έχουμε συγκεκριμένα γραπτά, δεν έχουμε κείμενα. Εκείνη την εποχή έχουμε την Γραμμική Β΄ την πρώιμη ελληνική γραφή, αλλά αυτή είναι λογιστικά κατάστιχα. Δεν είναι κείμενα ρέοντα. Έχουμε χάσει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της ιστορίας της περιόδου εκείνης και προσπαθούμε μέσα από την εικόνα να βγάλουμε συμπεράσματα».