Home > Πρώτο Θέμα > «Η σύγχρονη Εκκλησία πρέπει να είναι κοντά στον άνθρωπο της εποχής και να του μεταδίδει το περιεχόμενο από την ηθική και την πνευματική αξία του Ευαγγελίου»

«Η σύγχρονη Εκκλησία πρέπει να είναι κοντά στον άνθρωπο της εποχής και να του μεταδίδει το περιεχόμενο από την ηθική και την πνευματική αξία του Ευαγγελίου»

Ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δράμας κ. Δωρόθεος μιλάει στον «Π.Τ.»

«Η σύγχρονη Εκκλησία πρέπει

να είναι κοντά στον άνθρωπο της εποχής

και να του μεταδίδει το περιεχόμενο από την ηθική

και την πνευματική αξία του Ευαγγελίου»

Ο στόχος της Μητροπόλεως Δράμας για το νέο Εκκλησιαστικό Μουσείο – Το θέμα του δημογραφικού δεν λύνεται με επιδοματική πολιτική, αλλά μέσω της εργασίας

 

Του Θανάση Πολυμένη

ΟΚΤΩ μήνες έχουν περάσει, από την έλευση στη Δράμα και την ανάληψη διακονίας, του νέου Μητροπολίτη μας κ. Δωρόθεου. Στο πλαίσιο αυτό και από την μέχρι σήμερα επαφή του με τη Δράμα και το Δραμινό λαό, ο Σεβασμιότατος δέχθηκε να μιλήσει στον «Π.Τ.».

Πρόκειται για την πρώτη μεγάλη συνέντευξη που δίνει στη Δράμα και τον ευχαριστούμε που με ευγένεια δέχθηκε να συνομιλήσουμε.

Στη συνέντευξή του, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ηθική που σήμερα επικρατεί στην ελληνική κοινωνία και η οποία έχει αμβλυνθεί, επισημαίνει τον εναγκαλισμό μας με την αστυφιλία στον οποίο έχουμε προχωρήσει και τονίζει ότι θα μπορούσαμε να αλλάξουμε τις κοινωνίες μας, ακολουθώντας τις επιταγές του Ευαγγελίου. Εδώ άλλωστε εντοπίζει και το δημογραφικό ζήτημα, για το οποίο μας εξηγεί ότι, δεν είναι απλά και μόνο οικονομικό.

Ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δράμας κ. Δωρόθεος στη συζήτησή μας έκανε επίσης αναφορά στο Εκκλησιαστικό Μουσείο, του οποίου ο χώρος κατασκευής του άλλαξε και αντί να γίνει δίπλα στον Ι.Ν. Αγίου Χρυσοστόμου, θα γίνει δίπλα στην Λαυρεντιανή Μονή.

Σεβασμιότατε, έχουν ήδη περάσει έξι μήνες από την έλευσή σας ως Μητροπολίτης Δράμας και θα ήθελα να ρωτήσω πώς βλέπετε τη μέχρι σήμερα διακονία σας. Τι είναι αυτό που έχετε αποκομίσει;

«Δεν είμαι εγώ εκείνος που θα κρίνω τη διακονία μου. Αυτή την κρίνει πρωτίστως ο Θεός, ο οποίος γνωρίζει καλά και τα μύχια της καρδιάς τού κάθε ανθρώπου – που εμείς οι άνθρωποι αδυνατούμε να προσεγγίσουμε – αλλά και ο λαός, οι ιερείς οι οποίοι αποτελούν το πλήρωμα της τοπικής Εκκλησίας, οι οποίοι ως ελεύθερα όντα πλασμένα από το Θεό έχουν προικιστεί με το χάρισμα της κρίσεως – όχι της κατακρίσεως – και μπορούν να κρίνουν πράγματα και πρόσωπα. Επομένως αυτά είναι θέλημα του Θεού και στη διάκριση των ανθρώπων. Εκείνοι θα κρίνουν το έργο μου και όχι εγώ».

Από την ώρα που έχετε έρθει στη Δράμα, βλέπουμε ότι συμμετάσχετε σε πάρα πολλές εκδηλώσεις, που αφορούν το κοινωνικό σύνολο, σε εκδηλώσεις της εκπαίδευσης, πολιτιστικών συλλόγων και αλλού. Θα μπορούσαμε να το ερμηνεύσουμε ως πρόθεση να βρίσκεστε καθημερινά μέσα στο λαό, στο ποίμνιό σας;

«Πριν γίνω επίσκοπος, ήμουν ιερεύς. Και σαν ιερεύς στην ενορία την οποία ήμουν, είχα ποιμαντικά και πνευματικά καθήκοντα τα οποία σχετίζονται με το λαό του Θεού. Επομένως, όπου καλούμαι υπάρχει κάποιος λόγος. Οι άνθρωποι θέλουν για τον ένα ή τον άλλο λόγο να επικοινωνήσουν με τον πνευματικό τους πατέρα, στην ενορία ο κάθε ιερεύς και στη Μητρόπολη ο επίσκοπος. Έτσι έχω λόγο να πηγαίνω παντού και να είμαι κοντά στους ανθρώπους. Αυτή είναι η αποστολή μου. Το έργο μου είναι πνευματικό βεβαίως, δεν είναι άλλου είδους έργο και απ’ αυτή την άποψη προσπαθώ να έχω επαφές με τους ανθρώπους και να ανταποκρίνομαι στα κελεύσματά τους. Εξ άλλου, ο Χριστός είπε, όποιος με καλέσει δεν θα τον αρνηθώ».

Έχετε υπηρετήσει ως Φιλόλογος στην γενική και εκκλησιαστική εκπαίδευση, έχετε υπηρετήσει ως υποδιευθυντής στο Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας. Πώς βλέπετε σήμερα την σχέση της Εκκλησίας με την γενική παιδεία στην Ελλάδα; Κατά την άποψή σας η θρησκευτική εκπαίδευση στα σχολεία, είναι αυτή που πρέπει ή χρειάζεται κάτι ακόμα;

«Όσον αφορά την σχέση της Εκκλησίας με τους νέους ανθρώπους, με την Παιδεία, σαφώς είναι στην πρώτη προτεραιότητα, διότι ο λαός αυτός συνδέεται με την παράδοσή του, με την ταυτότητά του. Και η ταυτότητά μας είναι η σύζευξη ελληνισμού και ορθοδοξίας. Αυτά πάνε μαζί. Όχι με την έννοια ότι είναι ετερόκλητα, αλλά το ένα βρίσκει την εκπλήρωσή του στο άλλο, αν δούμε ιστορικά δηλαδή την πορεία από τους αρχαίους Έλληνες στους Βυζαντινούς, στο Μεσαίωνα και στο νεώτερο ελληνισμό.

Επίσης, το δεύτερο στοιχείο είναι ότι, το μέλλον ενός τόπου είναι τα παιδιά και η Παιδεία την οποία δέχονται. Μην ξεχνάμε ότι, ο βασικός ρόλος του σχολείου δεν είναι παροχή γνώσεων, αλλά η μόρφωση του παιδιού, δηλαδή να διαμορφώσει τον χαρακτήρα του, την ποιότητα της ψυχής του, τον συναισθηματικό του κόσμο και βεβαίως να αποκτήσει και γνώση. Πάνω σ’ αυτό, νομίζω ότι η Εκκλησία έχει πάντοτε λόγο στη διαμόρφωση των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας ενός ανθρώπου, όχι με καταναγκαστικό τρόπο, αλλά με τρόπο επικοινωνίας και καλής σχέσεως.

Το άλλο που είπατε, όσον αφορά την θρησκευτική εκπαίδευση, νομίζω ότι και με βάση το Σύνταγμα, είναι μέσα στις προτεραιότητες της εθνικής μας Παιδείας και θρησκευτικής εκπαίδευσης. Τα βιβλία πάντοτε είναι καλά και χρειάζεται να γίνουν και καλύτερα. Έτσι είναι η ζωή του ανθρώπου και επίσης πάρα πολλά εξαρτώνται και από τους υπηρετούντες θεολόγους και δασκάλους στην εκπαίδευση των παιδιών. Μετράει πάρα πολύ ο δάσκαλος. Και ειλικρινώς το λέω δεν πρέπει να τους “πυροβολούμε”, να τους απορρίπτουμε ή να λέμε ότι δεν προσφέρουν. Αγωνίζονται και πάντα πρέπει να είμαστε δίπλα τους».

Ποια είναι η άποψή σας και πως βλέπετε σήμερα τις Ενορίες της Μητροπόλεως Δράμας;

«Το μεγάλο πρόβλημά μας είναι το δημογραφικό. Δηλαδή, βλέπουμε ότι η ύπαιθρος συρρικνώνεται. Το ζούμε και εδώ στη Δράμα, όπως το ζει και η υπόλοιπη πατρίδα μας και μάλιστα δεν σας κρύβω ότι έκανα και κάποιες προτάσεις σε κάποιους υψηλά ιστάμενους και τους είπα ότι αυτό θα πρέπει να τεθεί – με οποιαδήποτε κυβέρνηση – σε πρώτη προτεραιότητα. Το θέμα δεν λύνεται με επιδοματική πολιτική. Το θέμα θα λυθεί πιστεύω και με την εργασία.

Αυτό που θέλω να πω, είναι ότι δυστυχώς αλλάζουν επίσης και οι αξίες της ζωής. Εναγκαλιστήκαμε θα έλεγα την αστυφιλία και παραμερίσαμε το χωριό. Η Εκκλησία επιμένει να διατηρεί στα χωριά τις Ενορίες, τους Ιερούς Ναούς. Και προσπαθούμε να διατηρούμε όλες τις λατρευτικές συνάξεις είτε στην πόλη, είτε στην πανήγυρη του χωριού και αυτό έχει πάντα κέντρο του την Εκκλησία, το Ναό δηλαδή. Σ’ αυτό προσπαθούμε να ανταποκρινόμαστε και να έχουμε σχέσεις με τους ανθρώπους. Εγώ αγαπώ την ύπαιθρο χώρα και θέλω συχνά – πυκνά να πηγαίνω στα χωριά μας. Ελπίζω πάντοτε ότι με τους ιερείς μας θα είμαστε κοντά στους ανθρώπους που βρίσκονται στην ύπαιθρο χώρα.

Οι Εκκλησίες μας πάντως αν με ρωτάτε από κτιριακή πλευρά, είναι σε πάρα πολύ καλή κατάσταση. Έχουμε κληρικούς οι οποίοι καλύπτουν τις λατρευτικές ανάγκες και πιστεύω και τις ποιμαντικές. Υπάρχουν άνθρωποι λαϊκοί, οι οποίοι στηρίζουν αυτό το έργο και είναι οι ψυχές των Ενοριών και βεβαίως αυτό θέλουμε να το συνεχίσουμε και να το οδηγήσουμε σε πιο πνευματικό χαρακτήρα. Οι άνθρωποι να σκέφτονται τους συνανθρώπους τους, να βοηθούν όπου χρειάζεται. Η Εκκλησία επίσης έχει σε αναπτυγμένο βαθμό τον εθελοντισμό. Προσπαθούν επίσης οι άνθρωποί μας να έχουν ταπείνωση και αγάπη ο ένας προς τον άλλον και συνεργασία. Είναι πολύ βασικό αυτό».

Πώς βλέπετε το μέλλον της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας, ποια είναι τα σχέδιά σας;

«Ο κόσμος είναι σε μεγάλο βαθμό θρησκευόμενος. Έχουν δηλαδή καλή σχέση με την Εκκλησία. Ο δικός μας στόχος είναι να προσεγγίσουμε τους ανθρώπους με ένα πνεύμα διακονίας και αγάπης, να τους εμπνέουμε για τους στόχους που έχουμε. Και οι στόχοι είναι πάντοτε οι στόχοι της πνευματικής ζωής. Καθένας δηλαδή να είναι αναπαυμένος, να χαίρεται που πηγαίνει στην Ενορία του, που συναντάται με ανθρώπους, να δημιουργούν οι άνθρωποι παρέες μέσα στον εκκλησιαστικό χώρο, μέσα στην Ενορία δηλαδή, να προσφέρουν, να τους προσφέρουν οι υπόλοιποι, να είμαστε πολύ κοντά στα παιδιά.

Βασικός πυλώνας της πορείας μιας Μητροπόλεως, είναι πάντοτε η σχέση με τους νέους ανθρώπους, να υπάρχει αυτή η αγάπη και επίσης να φροντίζουμε να καλύπτουμε και τις άλλες ανάγκες των ανθρώπων, εννοώ τις βιοτικές. Ξεκινήσαμε με το συσσίτιο, προχωράμε στη νεολαία, θα προχωρήσουμε και άλλες δράσεις.

Έχουμε δυο μοναστήρια που είναι πόλος έλξης. Πιστεύω δηλαδή ότι και η Παναγία Εικοσιφοίνισσα αλλά και ο Άγιος Γεώργιος στη Σίψα είναι ονομαστά μοναστήρια σε όλη την Ελλάδα και έχουν επισκεψιμότητα. Βεβαίως εκείνο που μας ενδιαφέρει, είναι η πνευματική ζωή των μοναζουσών γιατί είναι γυναικεία τα μοναστήρια. Έχουμε στόχο ένα ανδρικό μοναστήρι για να καλύψουμε κάποιες ανάγκες.

Και επίσης στο θέμα του πολιτισμού, όπου η Δράμα έχει μια ιστορία. Ήδη εδώ και μερικά χρόνια γίνεται μια ανασκαφή στην Αγία Σοφία και αυτό το έργο προχωράει και κάποια στιγμή θα παραδοθεί στο λαό της Δράμας.

Θέλουμε επίσης να δημιουργήσουμε ένα κέντρο απασχόλησης των παιδιών μέσα στη Δράμα, σε κάποιο δικό μας κτίριο, να μπορούν τα παιδιά να έρχονται να παίζουν, να δημιουργήσουν μια θεατρική ομάδα, να ασχοληθούν με τη μουσική, να γίνεται το κατηχητικό. Όλα αυτά είναι στους άμεσους στόχους μας».

Όσον αφορά το Εκκλησιαστικό Μουσείο, αρχικά ήταν να γίνει δίπλα στον Ι.Ν. Αγίου Χρυσοστόμου. Τώρα ο σχεδιασμός άλλαξε και θα γίνει στη Λαυρεντιανή Μονή. Για ποιο λόγο άλλαξε ο χώρος;

«Η αλλαγή αυτή έγινε για δύο λόγους. Ο ένας είναι ότι το Μουσείο θα έκρυβε το προαύλιο και το Ναό του Αγίου Χρυσοστόμου και δεν είχαμε άλλο οικόπεδο εκεί. Εκεί είναι μια ζωντανή Ενορία, παίζουν τα παιδιά, έχουμε το Κατηχητικό και επίσης εκεί έχουμε μια σχέση της Εκκλησίας με τον αθλητισμό. Το κέντρο αυτό είναι εκεί στην Ενορία, με την έννοια ότι ο μακαριστός Άγιος Χρυσόστομος ο Ιερομάρτυρας Σμύρνης, ήταν άνθρωπος που ασχολούνταν με τον αθλητισμό και στη Σμύρνη, επομένως αυτό θέλουμε εμείς να το διατηρήσουμε και στις γιορτές του Ναού να έχουμε και αθλητικές εκδηλώσεις. Χρειάζεται λοιπόν ο χώρος εκεί και το Μουσείο θα έκρυβε αρκετά απ’ αυτόν τον χώρο. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι, από πλευράς είναι κάπως απόμερο το μέρος του Ναού, είναι στην άκρη της πόλεως.

Γι’ αυτό σκεφτήκαμε να το μεταφέρουμε στη Λαυρεντιανή Μονή, δίπλα σε ένα οικόπεδο που έχουμε και να γίνει εκεί το Εκκλησιαστικό Μουσείο. Εκεί είναι επάνω σε έναν οδικό άξονα προς την Προσοτσάνη και τις Σέρρες. Είναι εύκολη η πρόσβαση, είναι ορατό θα λέγαμε στον άνθρωπο που περνάει από εκεί με το αυτοκίνητο και μπορεί ανά πάσα στιγμή να σταματήσει και σαν τόπος προσφέρεται καλύτερα. Ήδη η Περιφέρεια το αποδέχτηκε αυτό και προχωράμε. Ήταν κάτι που δεν στοίχιζε. Έτσι κι αλλιώς είμαστε ακόμα στα χαρτιά.

Όσον αφορά τη Λαυρεντιανή Μονή, πολύ σύντομα σκεφτόμαστε να την εγκαινιάσουμε, ενώ έμειναν κάποιες τελευταίες εργασίες, και θα έχουμε εκεί ένα ζωντανό κέντρο. Από τη μια η Λαυρεντιανή Μονή και από την άλλη το Μουσείο. Επισκεπτόμενος κάποιος τη Δράμα, θα μπορούσε από εκείνη την πλευρά να κάνει μια στάση».

Πρόσφατα είδαμε ότι έχουν βρεθεί ακόμα τρία κειμήλια και σύντομα απ’ ότι φαίνεται αυτά θα φτάσουν στην Ιερά Μονή Εικοσιφοινίσσης στο Παγγαίο. Πού βρισκόμαστε σήμερα μ’ αυτό το θέμα;

«Όντως, βρέθηκαν άλλα τρία έγγραφα των αρχών του 17ου αιώνα. Αυτά έχουν παραδοθεί μέσω του Αρχιεπισκόπου Αμερικής κ. Ελπιδοφόρου στον Οικουμενικό Πατριάρχη και περιμένουμε να μας ανακοινώσει ο Πατριάρχης πώς θα μας επιστραφούν.

Αυτό το θέμα των κειμηλίων είναι τεράστιο. Όπως καταλαβαίνετε έχουμε πολλά κειμήλια, τα περισσότερα απ’ αυτά βρίσκονται στη Βουλγαρία και αρκετά είναι διασκορπισμένα σε Μουσεία της Ευρώπης και κάποια στην Αμερική, στις ΗΠΑ.

Έχω έναν επιστημονικό συνεργάτη τον οποίο είχε και ο μακαριστός Παύλος και κάνουμε προσπάθειες. Βεβαίως είναι θέμα και της πολιτείας και καταλαβαίνετε ότι εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε πράγματα από μόνοι μας, γιατί μπορεί να θιχτούν άλλου είδους σχέσεις και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Όμως αγρυπνούμε θα έλεγα, γιατί το θέμα μας ενδιαφέρει. Να σκεφτείτε ότι η Μονή Εικοσιφοινίσσης είναι από τις αρχαιότερες, μαζί με το Μέγα Σπήλαιο».

Γίνονται πολλές συζητήσεις κατά καιρούς για τον εκσυγχρονισμό της Εκκλησίας. Πώς εκλαμβάνεται εσείς τον όρο «σύγχρονη Εκκλησία»;

«Σας είπα και προηγουμένως, ότι, η Εκκλησία δεν είναι Εκκλησία, αν δεν είναι ανοιχτή. Εξ άλλου το Άγιο Πνεύμα ενεργεί παντού και εκτός Εκκλησίας και φέρνει πολλούς ανθρώπους μέσα στο χώρο της Εκκλησίας. Είναι θαυμαστό δηλαδή, ότι, πολλοί άνθρωποι, γνωρίζουν το Θεό και επανέρχονται.

Τώρα, η Εκκλησία είναι το δώρο του Θεού στον κόσμο. Με την έννοια ότι, ο Χριστός αναλαμβάνεται στον ουρανό, αλλά δεν αφήνει τον κόσμο μόνο του. «Μη εάσης ημάς ορφανούς». Μην μας αφήνεις ορφανούς. Οπότε ο Χριστός τι κάνει; Παρακαλεί τον πατέρα του και στέλνει το Πανάγιο Πνεύμα στον κόσμο μας και δημιουργεί την Εκκλησία. Η Εκκλησία λοιπόν είναι ένας θεοΐδρυτος οργανισμός, ο οποίος έχει αυτή τη σύζευξη, την ενότητα του ανθρώπου με το Θεό.

Οτιδήποτε γίνεται μέσα στην Εκκλησία, γίνεται από ανθρώπους – ο Θεός ανθρώπους επιλέγει με τους οποίους συνεργάζεται – και οι άνθρωποι όπως ξέρετε είμαστε πολλές φορές αμαρτωλοί, κάνουμε λάθη και αστοχίες. Όμως ο Θεός θέλει να συνεργάζεται μ’ εμάς και μέσω αυτών που εμείς προσφέρουμε σ’ αυτόν, ο Θεός στέλνει το Πανάγιο Πνεύμα και μας τα ξαναδίνει πίσω. Τα σα εκ των σων που λέμε στη θεία λειτουργία  και μας χαρίζει την αιωνιότητα, μας χαρίζει τη νίκη κατά του θανάτου, μας χαρίζει την κοινωνία του σώματος και αίματος. Και όλα αυτά μέσα στο χώρο της Εκκλησίας.

Αυτά βεβαίως, εκφράζονται μέσα από ένα συγκεκριμένο τρόπο και σε κάθε εποχή.

Στον κόσμο μας, τις τελευταίες δεκαετίες, υπάρχει μια άμβλυνση της ηθικής. Αν όμως οδηγηθούμε σ’ αυτή την άμβλυνση της ηθικής, στην σχετικοποίηση της ηθικής και να θεωρείται ηθικό αυτό που πρεσβεύω εγώ, τότε καταντώ σε μια μορφή ανηθικότητας, με την έννοια ότι κάνω ό,τι θέλω. Γι’ αυτό και βλέπετε ότι, αυτή η σχετικοποίηση των πάντων δημιουργεί  τεράστια προβλήματα. Βλέπουμε τελικά μια τεράστια παραγωγή νόμων, οι οποίοι καταδυναστεύουν τη ζωή μας, αντί να δούμε την ουσία του προβλήματος, που είναι η σχετικοποίηση κάθε αξίας, κάθε μορφής ηθικής και να επιλέξουμε την ηθική του Χριστιανισμού.

Η ηθική έχει κακοποιηθεί. Και από εμάς τους κληρικούς και από τους λαϊκούς. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να την καταργήσουμε. Στη ζωή μας όμως πρέπει να έχουμε ηθικούς στόχους.

Θέσαμε στην αρχή το θέμα του δημογραφικού. Το θέμα δεν είναι τόσο οικονομικό όπως θέλουμε να το παρουσιάζουμε. Νομίζω ότι είναι περισσότερο θέμα αρχών, ηθικής. Δηλαδή, σήμερα ο νέος άνθρωπος δεν θέλει να παντρευτεί. Και αν παντρευτεί, έχει την πόρτα μισάνοιχτη, να σηκωθεί να φύγει. Αυτό όμως γιατί; Γιατί δεν αγαπάμε το πνεύμα της θυσίας, το πνεύμα της διακονίας. Δεν αγαπάμε πραγματικά τον άλλον και να πούμε, εγώ για τον άλλον θα πεθάνω. Δεν έχουμε διάθεση για μια τέτοια ζωή.

Αν λοιπόν πρέπει κάτι ουσιαστικά να εκσυγχρονιστεί, είναι ο τρόπος ζωής των ανθρώπων. Θα έλεγα ότι έχουμε ισοπεδώσει – ίσως είναι βαριά η λέξη αυτή – αλλά έχουμε θέσει στο περιθώριο πράγματα της ανθρώπινης ηθικής.

Όλος ο Δυτικός πολιτισμός, βασίζεται στη σύζευξη Ελληνισμού και Χριστιανισμού. Αν αυτό το καταργήσουμε θα πρέπει να δώσουμε καινούριες βάσεις. Ποιες;

Για να απαντήσω στο ερώτημα για μια πιο σύγχρονη Εκκλησία. Τη σύγχρονη Εκκλησία, εγώ την εκλαμβάνω ότι πρέπει να είναι κοντά στον άνθρωπο της εποχής και να του μεταδίδει το περιεχόμενο από την ηθική και την πνευματική αξία του Ευαγγελίου.

Όταν θα εφαρμόσουμε το Ευαγγέλιο στη ζωή μας, θα έχουμε μια πολύ καλύτερη κοινωνία και Εκκλησία πάντοτε κοντά στους ανθρώπους, και οι άνθρωποι της Εκκλησίας, θα είμαστε αληθινά Χριστιανοί. Γιατί βλέπετε πολλές φορές μας λένε: τι Χριστιανός είσαι! Κάνεις μεγάλο σταυρό, αλλά στην πράξη είσαι άλλος. Και έχουν δίκιο, πολλές φορές. Έχουν δίκιο γιατί βασιλεύει και στη θρησκευτική ζωή μια μορφή υποκρισίας. Αυτά πρέπει να δούμε. Εκεί είναι το σύγχρονη Εκκλησία. Να είμαι ένας άνθρωπος απλός, ταπεινός, όπως παρουσιάζει τον άνθρωπο το Ευαγγέλιο η επί του Όρους Ομιλία.

Ο κύριος ρόλος μου ως επίσκοπος, είναι να μεταφέρω στους ανθρώπους την πνευματικότητα της Εκκλησίας μας, του Ευαγγελίου μας. Εύχομαι οι άνθρωποι να γίνουν όσο περισσότερο πνευματικοί μπορούν, να έχουν τη χάρη του Θεού στη ζωή τους, με τους τρόπους που η Εκκλησία μας λέει, με την αγάπη, την καλοσύνη, την ταπείνωση. Με την καλλιέργεια των αρετών. Να μπορέσουμε να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να είμαστε καλύτεροι άνθρωποι στην οικογένεια και ευρύτερα στην κοινωνία, να είμαστε καλύτεροι πολίτες, αλλά και στις κοινωνικές μας σχέσεις. Αυτός νομίζω ότι πρέπει να είναι ο στόχος όλων μας».