Ο συγγραφέας Παντελής Μπουκάλας μιλάει στον «Π.Τ.»
Ταξίδεψαν στη Δράμα
τα δημοτικά τραγούδια
της ξενιτιάς της Ηπείρου
Ολοκληρώθηκε το αφιέρωμα στην Ήπειρο και τους Ηπειρώτες στη Δράμα
Του Θανάση Πολυμένη
ΜΕ ΜΙΑ άκρως ενδιαφέρουσα εκδήλωση με θέμα «Τα δημοτικά τραγούδια της ξενιτιάς και τα σύμβολά τους», ολοκληρώθηκε το βράδυ της Τετάρτης 6 Δεκεμβρίου, το αφιέρωμα του Συλλόγου Φίλων Αρχαιολογικού Μουσείου Δράμας και της Πανηπειρωτικής Ένωσης Δράμας, «στην εύανδρο Ήπειρο και στους Ηπειρώτες».
Πρόκειται για ένα μεγάλο αφιέρωμα, το οποίο έγινε σε δύο διαφορετικές ημέρες, με την πρώτη ενότητα να έχει θέμα: «Ήπειρος και Ηπειρώτες. Μια ιστορία αντοχής και δημιουργικότητας» με την ιστορικό του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κα. Ευθυμίου και τη δεύτερη ενότητα με το δημοτικό τραγούδι της Ηπείρου με θέμα την ξενιτιά.
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, χωρίς μουσικά όργανα απέδωσε δημοτικά τραγούδια η κα. Άννα Παπαγιαννάκη-Διβανή, μουσικός, ερευνήτρια και καλλιτεχνική διευθύντρια για «Το Θέατρο των Φωνών», η οποία συνόδευσε την ομιλία του γνωστού συγγραφέα και δημοσιογράφου κ. Παντελή Μπουκάλα για τα δημοτικά τραγούδια της Ηπείρου με θέμα την ξενιτιά.
Σε δηλώσεις της στον «Π.Τ.» η πρόεδρος του Συλλόγου Φίλων Αρχαιολογικού Μουσείου Δράμας κα. Χατζηδημητρίου, σημείωσε ότι «επιλέχθηκε το δημοτικό τραγούδι ως ένα μέρος του αφιερώματος στην Ήπειρο, γιατί θεωρήσαμε σκόπιμο να αφιερώσουμε μια ιδιαίτερη εκδήλωση στο δημοτικό τραγούδι της Ηπείρου και μάλιστα αυτό που αφορά και αναφέρεται στην ξενιτιά, στον αποχωρισμό. Αυτά τα τραγούδια, όπως αποδεικνύεται τελικά από τις μελέτες, δεν είναι καθόλου μακριά από τα μοιρολόγια. Σ’ αυτά τα τραγούδια της ξενιτιάς, η πιο σημαντική αντιπροσώπευση, έρχεται από την Ήπειρο».
Μπουκάλας: Τα τραγούδια της ξενιτιάς της Ηπείρου
Αναφερόμενος στα τραγούδια της ξενιτιάς της Ηπείρου και μιλώντας στον «Π.Τ.» ο κ. Μπουκάλας, σημείωσε αρχικά ότι, «πολλά από τα τραγούδια της ξενιτιάς είναι δημιούργημα των γυναικών της Ηπείρου, γιατί η Ήπειρος είχε μεγάλα κύματα ξενιτεμού κυρίως προς την Ανατολική Ευρώπη αλλά και προς τη Δυτική.
Οι εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες εκείνης της περιόδου, καθιστούσαν αδύνατη την επιστροφή στις συντριπτικά περισσότερες περιπτώσεις, γι’ αυτό και τα τραγούδια της ξενιτιάς – ενώ είναι και τραγούδια της αγάπης – μοιάζουν ταυτόχρονα και με μοιρολόγια».
Όπως σημειώνει μάλιστα, «η πιο βαριά κατάρα που τυχαίνει ν’ ακούσουμε σε δημοτικό τραγούδι, είναι να διώχνει η μάνα το γιο της στην ξενιτιά, μετά από κάποια σύγκρουση: “διώξε με μάνα διώξε με, θα φύγω, κι όταν εσύ θα πηγαίνεις στην εκκλησία θα βλέπεις το στασίδι μου άδειο“. Δεν υπάρχει τίποτα πιο σκληρό για μια μάνα, να βλέπει το στασίδι του γιου της άδειο».
Επισημαίνει ακόμα ο ίδιος, ότι, «μιλάμε και για τον τρόπο με τον οποίο τις εποχές εκείνες η πίεση αναλάμβανε να φέρει σε επαφή δύο μέρη που ήταν το ένα σε τεράστια απόσταση από το άλλο και επινοεί τα πουλιά, τα σύννεφα, τα κύματα, τα αστέρια για να στείλει τα μηνύματα από τη μια πλευρά στην άλλη.
Είναι από τα πιο όμορφα δημοτικά τραγούδια της ξενιτιάς και από τα πιο ηθικά τραγούδια. Ο ξένος είναι καθ’ ολοκληρίαν αδύναμος εκεί που βρίσκεται και μας προειδοποιούν αυτά τα τραγούδια ότι και η ίδια η λέξη ξένος που σημαίνει ταυτόχρονα στα αρχαία ελληνικά αυτόν που προσφέρει φιλοξενία, αλλά και αυτόν που δέχεται φιλοξενία, είναι σαν να μας προειδοποιεί ότι, σήμερα είστε στη θέση του οικοδεσπότη, αύριο μπορεί να βρεθείτε στη θέση αυτού που έχει ανάγκη από φιλοξενία και άρα, όπως θέλετε να σας φερθούν, φερθείτε κι εσείς. Είναι μια απίστευτη σοφία της ίδιας της γλώσσας, της ίδια της λέξης».
Ξενιτιά και θάνατος
Ερωτώμενος από τον «Π.Τ.» για ποιο λόγο τα τραγούδια της ξενιτιάς ταυτίζονται με το θάνατο, ο κ. Μπουκάλας εξηγεί: «Γιατί ήταν τρομερά δύσκολο να γυρίσει πίσω ο ξενιτεμένος εκείνη την εποχή. Οι αποστάσεις ήταν μακρινές, έπρεπε να μπει σε κάποια οργανωμένη ομάδα, σε κάποιο καραβάνι με ένοπλους φύλακες. Στις θάλασσες υπήρχαν πειρατές, στα βουνά και στους κάμπους υπήρχαν ληστές, και τα καραβάνια πρόσφεραν μια στοιχειώδη προστασία. Αλλά και πάλι ήταν πάρα πολύ δύσκολο να γυρίσει πίσω. Αυτός που έφευγε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, δεν ήξερε αν θα γύρναγε σε 10 – 15 χρόνια. Αφενός μεν το κομπόδεμα που θα είχε φτιάξει θα ήταν στην ευχέρεια του Τούρκου κατακτητή να το αρπάξει, ενώ δεν ήξερε αν θα ξανάβρισκε τους δικούς του».
Τονίζει ακόμα εδώ ο ίδιος, ότι, «οπότε τύχαινε μερικές φορές να φτιάξει οικογένεια στην ξενιτιά, ακόμα κι αν ήταν αρραβωνιασμένος στην Ελλάδα, στην Ήπειρο, στη Μακεδονία. Έφτιαχνε οικογένεια, γιατί η ζωή έχει και τέτοιες καταστάσεις. Και σε μια τέτοια περίπτωση τα τραγούδια λένε ότι μαγεύτηκε από κάποια αρμενοπούλα, από κάποια φραγκοπούλα και δεν μπορεί να γυρίσει πίσω, γιατί μαγεύει τα καράβια και δεν αρμενίζουν. Δεν λέει ευθέως ότι αγάπησε, ότι δεν μπορεί να γυρίσει, αλλά ότι η μαγεία του απαγορεύει να επιστρέψει. Η ζωή έχει όλες τις μορφές της. Θα μπορούσε να μην ξαναγυρίσει επειδή καζάντισε έξω, ή επειδή δεν καζάντισε και ντρέπεται να γυρίσει».
Παπαγιαννάκη: Φωνή που χτυπάει στην πέτρα
Σε δηλώσεις της στον «Π.Τ.» η κα Παπαγιαννάκη-Διβανή, τονίζει ότι «κάθε μια περιοχή του τόπου μας και με το περιβάλλον της, τα φυτά της, τις πέτρες και τα ορεινά και τα πεδινά της, διαμορφώνει τον τρόπο τραγουδίσματος γενικά. Επομένως διαμορφώνει και τα συναισθήματα και την ντοπιολαλιά και τον τρόπο που βιώνει ο Έλληνας απανταχού στον Ελλαδικό χώρο. Έτσι σιγά-σιγά διαμορφώνονται τα ήθη και ο τρόπος που τραγουδιέται κάθε ένα τραγούδι στον τόπο μας, είτε πρόκειται για τραγούδια της αγάπης, είτε για τραγούδια της ξενιτιάς. Ειδικά τα ηπειρώτικα, έχουν αυτή τη φωνή που χτυπάει πάνω στην πέτρα, που είναι το χαρακτηριστικό βίωμα απογυμνωμένων φωνών, όπως είναι και ο τόπος τους σκληρός, δεν είναι ζεστός, το χώμα δεν τους παρέχει αυτή την επιλογή, αλλά οπωσδήποτε ακονίζει τη δημιουργικότητά τους».