Home > Πρώτο Θέμα > Αντικείμενα που έχουν βρεθεί από τα έργα της ΔΕΔΑ επιβεβαιώνουν ιστορικά στοιχεία για την Ελληνιστική Δράμα Μιλάει στον «Π.Τ.» η αν. προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δράμας κα. Πουλιούδη

Αντικείμενα που έχουν βρεθεί από τα έργα της ΔΕΔΑ επιβεβαιώνουν ιστορικά στοιχεία για την Ελληνιστική Δράμα Μιλάει στον «Π.Τ.» η αν. προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δράμας κα. Πουλιούδη

Μέχρι 15 Φεβρουαρίου στο Αρχαιολογικό Μουσείο

Αντικείμενα που έχουν βρεθεί

από τα έργα της ΔΕΔΑ επιβεβαιώνουν

ιστορικά στοιχεία για την Ελληνιστική Δράμα

Μιλάει στον «Π.Τ.» η αν. προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δράμας κα. Πουλιούδη

 

 

Του Θανάση Πολυμένη

ΜΙΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ εκδήλωση για την περίοδο της Ελληνιστικής Δράμας, πραγματοποιήθηκε το βράδυ του Σαββάτου 16 Δεκεμβρίου, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δράμας.

Πρόκειται για τα εγκαίνια μιας πρώτης περιοδικής έκθεσης, η οποία αφορά σε αντικείμενα τα οποία έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα, από τις εκσκαφές του έργου της εγκατάστασης του δικτύου φυσικού αερίου της ΔΕΔΑ.

Οι ενδιαφερόμενοι, μπορούν να επισκέπτονται το Αρχαιολογικό Μουσείο Δράμας στις ώρες λειτουργίας του μέχρι και 15 Φεβρουαρίου, προκειμένου να θαυμάσουν από κοντά τα αντικείμενα αυτά, τα οποία επιβεβαιώνουν περίτρανα την ζωή και τον πολιτισμό στην περιοχή της Δράμας, κατά την Ελληνιστική περίοδο.

Τα αντικείμενα

Τα αντικείμενα που έχουν βρεθεί την προηγούμενη περίοδο από τα έργα φυσικού αερίου της ΔΕΔΑ και που μπορεί να θαυμάσει από κοντά ο επισκέπτης του Μουσείου είναι: Θέση 1 στην οδό Δούκα Ζέρβα 3: Τρία χάλκινα νομίσματα ελληνιστικής εποχής και μία μολύβδινη σφραγίδα.

Στη θέση 4, οδός Αρτέμιδος 5-7: Μια σιδερένια πυροστιά, ένα μολύβδινο σταθμίο, ένα μολύβδινο αντικείμενα και δύο μελαμβαφείς κάνθαροι. Επίσης, ένας αβαφής σκύφος, άωτα αβαφή κυάθια, μελαμβαφής ύχος και πήλινα υφαντικά βαρύδια.

Τέλος στη θέση 6, στη περιοχή του Θεραπευτηρίου: Τμήματα μελαμβαφών και ερυθρόμορφων αγγείων.

Η ελληνιστική Δράμα

Για να καταλάβουμε καλύτερα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, η Ελληνιστική περίοδος υπολογίζεται από το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 323 π.Χ., μέχρι και το θάνατο της Κλεοπάτρας το 30 π.Χ., ακολουθούμενου από την εμφάνιση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όπως σηματοδοτείται από τη Ναυμαχία του Ακτίου το 31 π.Χ. και την κατάκτηση του Πτολεμαϊκού Βασιλείου τον επόμενο χρόνο».

Μιλώντας στον «Π.Τ.» για την πρώτη περιοδική έκθεση της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δράμας η αν. προϊσταμένη κα. Βασιλική Πουλιούδη, σημειώνει ότι τα αντικείμενα που εκτίθενται αναφέρονται στις νέες θέσεις – τόπους που έχουν προκύψει από τα έργα της ΔΕΔΑ στην πόλη της Δράμας.

Όπως τονίζει η κα. Πουλιούδη, «όλα αυτά τα αντικείμενα που εκτίθενται σ’ αυτή την περιοδική έκθεση, επιβεβαιώνουν ότι είχαμε μια οργανωμένη κώμη στην περιοχή της σημερινής πόλης της Δράμας. Επιβεβαιώνεται ότι είχαμε εμπόριο, επιβεβαιώνεται ότι υπήρχε οδικό δίκτυο που ένωνε τη Δράμα με τις άλλες περιοχές. Η Δράμα στην ουσία ήταν κομμάτι της ένωσης Δύσης – Ανατολής και Βορρά – Νότου με σκαλοπάτι τη Θάσο. Πέρα απ’ αυτό, έχουμε και τη συγκεκριμένη τεχνοτροπία, η οποία παραπέμπει στα δεδομένα που είχαμε. Έρχεται δηλαδή και «κουμπώνει» στα παλιά δεδομένα που είχαμε».

Ερωτώμενη για το πόσο σημαντικά είναι αυτά τα νέα ευρήματα από αρχαιολογικής και ιστορικής άποψης, η κα. Πουλιούδη εξηγεί: «Είναι σημαντικό, γιατί μέχρι τώρα δεν υπήρχαν αυτές οι θέσεις. Είναι καινούριες. Δεν ξέραμε ότι επεκτείνονταν. Έτσι μπορούμε να δώσουμε έναν ορισμό έκτασης. Πέρα όμως απ’ αυτό και του ίδιου του πολιτισμού τους, συμπληρώνεται το παζλ της ελληνιστικής Δράμας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και γίνεται πρώτη φορά. Κι αυτό γιατί μέχρι σήμερα η Δράμα δεν υπήρχε, υπήρχαν μόνο συγκεκριμένες θέσεις – τόποι.

Επιπλέον, πέρα από τον Ελληνιστικό Τάφο της οδού Τροίας, δεν είχαμε άλλα αντικείμενα, δεν είχαμε σταθερά σημεία. Πέρα από τα φορητά αντικείμενα, βρήκαμε και σταθερά όπως τοιχία, λάκκους και άλλα, που επιβεβαιώνουν για άλλη μια φορά, ότι η Δράμα ζούσε σ’ αυτές τις θέσεις».

Στην ερώτηση αν αυτά τα νέα στοιχεία, μπορούν να μας δώσουν μια πιθανή οριοθέτηση της έκτασης που μπορούσε να καταλαμβάνει η κώμη εκείνης της εποχής, η κα. Πουλιούδη τονίζει ότι «αυτό θα μπορούσαμε να το πούμε όταν ολοκληρωθούν όλες οι εκσκαφές του έργου, γιατί θα μπορούσαν να υπάρχουν στοιχεία και έξω απ’ αυτά τα όρια που τώρα δίνουμε».

Η ελληνιστικοί χρόνοι στην περιοχή της Δράμας

Στην ομιλία της η κα. Πουλιούδη αναφέρθηκε γενικότερα στην Ελληνιστική περίοδο, ενώ ειδικότερα αναφέρθηκε και στην περιοχή της Δράμας και στα στοιχεία τα οποία μέχρι σήμερα έχουμε στη διάθεσή μας. Από αυτά τα στοιχεία επιλέγουμε:

[Οι διάσπαρτοι τάφοι που βρέθηκαν στην περιοχή της Κρώμνης και στα βόρεια όρια της σύγχρονης Δράμας, στη θέση ‘Αμπέλια’, δεν είναι βέβαιο αν ανήκουν στον αρχαίο οικισμό της Δράμας ή σε άλλες αρχαίες κώμες ή αγροικίες που περιέβαλαν την αρχαία πόλη. Πρόκειται για απλούς λακκοειδείς και κιβωτιόσχημους τάφους.

Το σημαντικότερο ταφικό μνημείο, το οποίο πρέπει να συνδεθεί με την αρχαία πόλη της Δράμας, είναι ο τάφος που βρέθηκε στο κέντρο της σύγχρονης πόλης. Πρόκειται για τάφο μακεδονικού τύπου. Δρόμος με κτιστές παρειές και κλίμακα οδηγεί στον κτιστό καμαροσκέπαστο προθάλαμο. Ακολουθεί θάλαμος λαξευμένος στο φυσικό έδαφος.

Στον εξωτερικό τοίχο και στο εσωτερικό του προθαλάμου σώζονται σε αποσπασματική κατάσταση τοιχογραφίες. Από το θάλαμο διατηρείται το κάτω μέρος των πλάγιων τοίχων με τις τρεις κλίνες οι οποίες έχουν λαξευθεί στο φυσικό έδαφος και επιχρισθεί με λευκό κονίαμα.

Μολονότι συλημένος, ο τάφος διέσωσε ένα μέρος από τα ταφικά κτερίσματα (αγγεία, κοσμήματα και νομίσματα), από τα οποία χρονολογείται στο 2ο π.Χ. αιώνα. Στη νεκρόπολη του οικισμού των Ρωμαϊκών Χρόνων ανήκει ο πλινθόκτιστος καμαροσκέπαστος τάφος που βρέθηκε έξω από το βυζαντινό περίβολο κοντά στο ναό των Ταξιαρχών, κάτω από το κατάστρωμα της οδού Βενιζέλου. Η θέση του έξω από τον περίβολο των βυζαντινών τειχών προσδιορίζει τα νοτιοανατολικά όρια του οικισμού των ρωμαϊκών χρόνων».

Αναφερόμενη στο Ιερό του Διούνσου στην αρχαία πόλη της Δράμας σημειώνει:

«Για τον αρχαίο οικισμό της Δράμας έχουν προταθεί ονόματα πόλεων γνωστών από φιλολογικές και επιγραφικές μαρτυρίες, όπως Δραβήσκος ή Τρίπολις. Πιθανότερη θεωρείται η ταύτιση της Δράμας με τον ρωμαϊκό οικισμό Daravescos, ο οποίος εμφανίζεται σε χάρτη υστερορωμαϊκών χρόνων (Tabula Peutingeriana).

Η θέση και η έκταση του αρχαίου οικισμού στην πόλη της Δράμας, δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί με ασφάλεια. Ενδείξεις κατοίκησης κατά τους Iστορικούς χρόνους σημειώνονται στον λόφο του προϊστορικού οικισμού στη θέση Αρκαδικός, αλλά ο πυρήνας του αρχαίου οικισμού πρέπει να αναζητηθεί στο εσωτερικό του βυζαντινού περιβόλου.

Από γλυπτά και επιγραφές που εντοπίστηκαν διάσπαρτα μέσα στη σύγχρονη πόλη, προκύπτει η ύπαρξη ενός σημαντικού ιερού του Διονύσου, η θέση του οποίου δεν έχει ακόμα εξακριβωθεί. Το ιερό του αρχαίου οικισμού της Δράμας, που βρίσκεται κάτω από τη σκιά του Παγγαίου, ιερού βουνού της εκστατικής λατρείας του Διονύσου, είχε ιδιαίτερη απήχηση σε Έλληνες, Θράκες και Ρωμαίους, όπως προκύπτει από τα ονόματα των προσκυνητών του, που διασώζουν οι αναθηματικές επιγραφές. Στα Ρωμαϊκά χρόνια ο Διόνυσος λατρευόταν στο ιερό με την επωνυμία του αντίστοιχου ρωμαϊκού θεού Liber Pater».