Κύπρος :Πως φτάσαμε
στο Ενωτικό Δημοψήφισμα του 1950
Του Ζαχαρία Κύζα
Όπως είναι γνωστό η Τουρκία μετά το Συνέδριο του Βερολίνου το 1878, είχε παραιτηθεί κάθε αξίωσης στην Κύπρο και την παρεχώρησε στην Μ. Βρεττανία.
Πριν αρχίσει ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος , ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Ελευθέριος Βενιζέλος συζητούσε με την Μ. Βρεττανία την περίπτωση παραχώρησης της Κύπρου στην Ελλάδα με αντάλλαγμα τη παροχή ναυτικών διευκολύνσεων από την Ελλάδα στην Αγγλία στο Αργοστόλι στην Κεφαλονιά.
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου τον Οκτώβριο του 1915, παρουσιάστηκε η μοναδική ευκαιρία για Ένωση της Κύπρου με τη μητέρα πατρίδα. Η Αγγλία πρόσφερε τότε την Κύπρο στην Ελλάδα υπό τον όρο να παράσχει στρατιωτική βοήθεια στην σύμμαχο της Σερβία, η οποία, ενώ μέχρι τότε αντιστεκόταν επιτυχώς εναντίον αυστριακών στρατευμάτων, κινδύνευε με κατάρρευση μετά την επίθεση εναντίον της και βουλγαρικών στρατευμάτων . Ωστόσο, η Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη, η οποία είχε διοριστεί από τον βασιλιά Κωνσταντίνο μετά την δεύτερη παραίτηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, απέρριψε την αγγλική προσφορά. Από τη μια η φιλογερμανική στάση της ελληνικής μοναρχίας και από την άλλη η παραίτηση του Ελευθέριου Βενιζέλου ματαίωσαν τα σχέδια εκείνα για την Κύπρο. Με την επάνοδο του Βενιζέλου η Ελλάδα βγαίνει στον πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων , της ΑΝΤΑΝΤ , αλλά η αγγλική προσφορά εν τω μεταξύ είχε αποσυρθεί. Ήταν ίσως η πρώτη σοβαρή ευκαιρία για ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα αλλά οι μικροπολιτικές σκοπιμότητες και η διαφωνία Βασιλιά – Βενιζέλου οδήγησαν στο ναυάγιο των συνομιλιών.
Το 1923 η Τουρκία υπέγραφε τη Συνθήκη της Λωζάννης με την οποία είχε παραιτηθεί από κάθε δικαίωμα επί της Κύπρου. Ήταν πρωτομαγιά του 1925 όταν η Κύπρος είχε κηρυχθεί από την Αγγλία “αποικία του στέμματος ” . Τότε στην Κύπρο τους Άγγλους τους δεχθήκαμε σαν ελευθερωτές . Πιστεύαμε και μείς ότι τα βάσανα μας τελειώσανε , όμως πολύ γρήγορα απογοητευτήκαμε. Και πολύ γρήγορα οδηγηθήκαμε σε νέες ραγδαίες εξελίξεις.
Τον Οκτώβριο του 1931 υποβάλλουν τις παραιτήσεις τους όλοι οι Έλληνες βουλευτές λόγω της αυταρχικής διακυβέρνησης του κυβερνήτη Ρόναλτ Στόρρς (Ronald Storrs ).
Ξέσπασαν και οι πρώτες ταραχές και κάηκε το κυβερνείο. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα από το ξέσπασμα ενός λαού που για πενήντα τρία χρόνια μόνο απογοητεύσεις έπαιρνε από την αυταρχική αποικιακή διακυβέρνηση του νησιού. Απολογισμός όλων αυτών νεκροί , τραυματίες , φυλακίσεις. Η αγγλική κυβέρνηση έλαβε σκληρά εκδικητικά μέτρα ως αντίποινα στη λαϊκή εξέγερση με σκληρή φορολογία , διώξεις και εξορίες . Κάθε τι που ακούει στο όνομα Ελλάς απαγορεύεται. Πρώτο ίσως το χειρότερο και πιο δραστικό μέτρο η επέμβαση στην Παιδεία. Σε διωγμό οι ελληνικές σημαίες , οι εικόνες των ελλήνων ηρώων, απαγορεύεται ακόμα και ο εθνικός ύμνος , αφήνουν κενές τις επισκοπικές έδρες που βρίσκονταν σε χηρεία.
Τα γεγονότα του Οκτωβρίου του 1931 , τα λεγόμενα Οκτωβριανά υπήρξαν σίγουρα η πιο σημαντική στιγμή στην ιστορία της Κύπρου υπό αγγλική κατοχή από το 1878 μέχρι τότε.
Οι συνέπειες των Οκτωβριανών του 1931 άλλαξαν ριζικά τον πολιτικό, εκκλησιαστικό, εκπαιδευτικό και κοινωνικό χάρτη του νησιού.
Η τότε Ελληνική Κυβέρνηση και ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος, θεώρησαν την αυθόρμητη αυτή εξέγερση, ως ” ένα μεγάλο λάθος ” .
Η περίοδος που ακολούθησε από το 1933 έως το 1939, ονομάστηκε Παλμεροκρατία, από το όνομα του νέου Άγγλου κυβερνήτη Sir Herbert Palmer ( Σερ Χέρμπερτ Πάλμερ ) που έλαβε αυτά τα σκληρά μέτρα ως αντίποινα στη λαϊκή εξέγερση.
Το 1939 ξέσπασε ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος και η Αγγλία μπαίνει στον πόλεμο. Τότε λήγει και η Παλμεροκρατία στην Κύπρο. Η Ελλάδα μπαίνει στο πόλεμο το 1940. και βρίσκεται στο πλευρό των συμμάχων εναντίον της ναζιστικής Γερμανίας. Σύμμαχοι ξανά ! Ελλάδα και Αγγλία βρέθηκαν στο ίδιο στρατόπεδο.
Και η Κύπρος έμπαινε στον πόλεμο ως αποικία των Άγγλων. Όπως απεδείχθη αργότερα η Κύπρος ήταν στα στρατηγικά σχέδια του Αδόλφου Χίτλερ. Στην Κύπρο ετοιμάστηκε εκστρατευτικό σώμα στο οποίο κατατάχθηκαν 12.192 στρατιώτες. αλλά και μια Κυπριακή Εθελοντική ∆ύναµη.
Και ενώ διαρκούσε ο πόλεμος ο Άγγλος πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ το 1941 δήλωνε: ” Θα εκπληρώσουμε στο ακέραιο τις εθνικές μας διεκδικήσεις της Ελλάδος. “
Στις 15 Νοεμβρίου 1941 σε δήλωση του ο Έλληνας πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός αναφέρει: ” Οραματίζομαι την Ελλάδα, μετά τον πόλεμο, μεγαλυτέραν και υπερήφανον, περιλαμβάνουσα και την Βόρειον ΄Ηπειρον, την Μακεδονίαν, την Θράκην, την Δωδεκάνησο και την Κύπρον”.
Ο ένας μας έλεγε ψέματα και ο δικός μας πρωθυπουργός ονειρευόταν. Κούφιες ελπίδες.
Το 1942, ως πρωθυπουργός της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης, ο Εμμανουήλ Τσουδερός μαζί με τον βασιλιά Γεώργιο, διατύπωσε υπόμνημα προς την κυβέρνηση της Βρετανίας ορίζοντας την Κύπρο ως μεταπολεμική διεκδίκηση της Ελλάδας για τις θυσίες της κατά τον πόλεμο.
Ωστόσο το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι Άγγλοι, για πολλοστή φορά, δεν κράτησαν τις υποσχέσεις τους, αλλά αρνήθηκαν ακόμη και την αποστράτευση του Κυπριακού Συντάγματος, μετά το τέλος των πολεμικών επιχειρήσεων.
Τέλειωσε ο πόλεμος , αλλά η Ελλάδα πολεμά και πάλι, αυτή τη φορά όμως, όχι εναντίον ενός εξωτερικού εχθρού, αλλά εναντίον του ίδιου της του εαυτού! Και η Κύπρος , κάτω από αυτές τις εμφυλιοπολεμικές συνθήκες διεκδικούσε την απεξάρτησή της από τη βρετανική αποικιοκρατία και την Ένωση της με την Ελλάδα.
Οι Έλληνες της Κύπρου με κάθε τρόπο και όποτε τους δοθεί ευκαιρία επιζητούν και θέτουν ως θέμα την ΕΝΩΣΗ με την Ελλάδα. ενώ οι Άγγλοι αυτή την περίοδο στη Κύπρο προσπαθούν να αποτρέψουν κάθε τι που έχει σχέση με την Ελλάδα Οι Άγγλοι τεχνιέντως διατυμπανίζουν ότι την ΕΝΩΣΗ θέλει μόνο η εκκλησία της Κύπρου και γι΄ αυτό δημιουργείται όλος αυτός ο θόρυβος.
Στις 24 /12/1947 ανέβηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο ως ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος ο Β΄ ο Μητροπολίτης Κερύνειας Μακάριος Μυριανθέας. Ήταν υπέρμαχος υπέρ μιας λύσεως του προβλήματος της Κύπρου με άμεση και άνευ όρων Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Παρέμεινε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο μέχρι το θάνατο του στις 26/6/1950.
Στην Κύπρο στις 13 Ιουλίου 1948 ιδρύεται το Εθναρχικό Συμβούλιο .
Από τις αρχές του 1949, ιδίως κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στην Κύπρο του Sir John Martin, ( Σερ Τζων Μάρτιν ) βοηθού Υφυπουργού Αποικιών, άρχισε να προβάλλεται από τον Τύπο σε Ελλάδα και Κύπρο η ιδέα ενός δημοψηφίσματος
Το ενδεχόμενο διεξαγωγής δημοψηφίσματος είχε συζητήσει ο Μακάριος ο Γ΄ στα τέλη του 1949, ο οποίος ως Μητροπολίτης Κιτίου, περιόδευσε στην Ελλάδα μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου. Με το δημοψήφισμα ήθελαν να φανεί ποιά είναι η βούληση των Ελλήνων της Κύπρου και αν θέλουν τελικά την Ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Η Εθναρχία υπό την καθοδήγηση του Μακαρίου Γ’, αναγγέλλει ότι θα ανελάμβανε η ίδια τη διοργάνωση του όλου εγχειρήματος.
Η ηγεσία του ΑΚΕΛ με ανακοίνωσή της τον Σεπτέμβρη του 1949 αναγγέλλει και αυτή την πρόθεσή της να συγκεντρώσει υπογραφές υπέρ της ένωσης.
Τον Σεπτέμβριο του 1949, ο ΕΑΣ ( ο Εθνικός Απελευθερωτικός Συνασπισμός ) ο οποίος ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 1947 και βρισκόταν υπό τον έλεγχο του ΑΚΕΛ, εισηγήθηκε συνεργασία με την Εθναρχία με στόχο την υποβολή κοινού υπομνήματος στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ για το Κυπριακό, αλλά η Εθναρχία τήρησε αρνητική στάση. Όμως, παρά την απάντηση της Εθναρχίας, στις 3 Δεκεμβρίου 1949 το ΑΚΕΛ εγκαινίασε τη συλλογή υπογραφών προς υποστήριξη του υπομνήματος που θα απέστελλε στον ΟΗΕ.
Ο ΕΑΣ σε υπόμνημά του (το οποίο έφερε τις υπογραφές ηγετικών στελεχών του ΑΚΕΛ ) , προκαλούσε την αποικιακή διοίκηση:
“Επαναλαμβάνουμε πως ολόκληρος ο Ελληνικός πληθυσμός της Κύπρου ομόφωνα και ολόψυχα επιθυμεί την Ένωσή του με την Ελλάδα, μα αν τυχόν υπάρχει και η παραμικρή αμφιβολία, ένα ελεύθερο δημοψήφισμα, κάτω από την επίβλεψη του Ο.Η.Ε. θα διαλύσει όλες τις αμφιβολίες” .
Η Εκκλησία της Κύπρου πρόλαβε και υλοποίησε την ιδέα της διενέργειας του δημοψηφίσματος σε κάπως διαφορετική μορφή . Πιο συγκεκριμένα, η Ιερά Σύνοδος, σε συνεδρία της στις 18 Νοεμβρίου 1949 αποφάσισε τη διενέργεια δημοψηφίσματος, με τον Μητροπολίτη Κιτίου Μακάριο, να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο. Την απόφαση της Ιεράς Συνόδου επικύρωσε λίγες μέρες αργότερα ,την 1η Δεκεμβρίου1949, το Γραφείο Εθναρχίας. Ως ημέρα διεξαγωγής του δημοψηφίσματος ορίστηκε η 15η Ιανουαρίου 1950, έπειτα από τη συνεδρίαση της 5ης Δεκεμβρίου 1949. Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β΄ ζήτησε από τον Βρετανό κυβερνήτη Andrew Wright ( Άντριου Ράιτ) όπως η αποικιακή κυβέρνηση αναλάβει τη διοργάνωσή του , αλλά η άρνηση ήταν η απάντηση στο αίτημα αυτό.
Στην Ελλάδα τα σοβαρά εσωτερικά προβλήματα της είχαν σαν αποτέλεσμα το κυπριακό πρόβλημα να παραμείνει στο ράφι των αζήτητων ενώ και οι Άγγλοι αδιαφορούσαν πλήρως.
Πέραν της άρνησης του κυβερνήτη, η αποικιακή κυβέρνηση ενημέρωσε τον Αρχιεπίσκοπο ότι δεν ετίθετο θέμα αλλαγής του καθεστώτος στην Κύπρο και το όποιο τυχόν αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν θα είχε καμία απολύτως σημασία. Η αποικιακή κυβέρνηση προσπάθησε να αποτρέψει τον λαό από του να ψηφίσει και απαγόρευσε ακόμα στους δημοσίους υπαλλήλους να πάρουν μέρος στην ψηφοφορία χωρίς όμως ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Η αγγλική διπλωματία επιστρατεύει αρχαιολόγους, εθνολόγους, Ιστορικούς και λαογράφους οι οποίοι προσπαθούν να αποδείξουν με κάθε τρόπο πως οι Κύπριοι είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από Έλληνες !
Οι Άγγλοι απειλούν με οικονομική κατάρρευση και πείνα και την Κύπρο όπως έγινε στην Ελλάδα και τέλος κάνουν διαβήματα στην Ελλάδα, για να επέμβει η Ελληνική Κυβέρνηση και να ματαιώσει το δημοψήφισμα. για το οποίο πήρε κιόλας απόφαση η Εθναρχία.
Η αγγλική πολιτική δεν ήθελε με τίποτα το δημοψήφισμα και το καταπολέμησε με κάθε τρόπο, δοκίμασε μάλιστα να εξαπατήσει τους Κύπριους με την περίφημη Διασκεπτική και με το Σύνταγμα χωρίς να το κατορθώσει.
Στόχος του δημοψηφίσματος η διεθνοποίηση του αιτήματος για Ένωση με την Ελλάδα και η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος της παγκόσμιας κοινής γνώμης, σε μια περίοδο ευνοϊκή για αγωνιζόμενους σκλαβωμένους λαούς , αφού κάποιοι πήραν την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους.
Το ΑΚΕΛ τότε, χάριν της ενότητας, ακυρώνει τα δικά του σχέδια και καλεί τα μέλη και τους οπαδούς του να ψηφίσουν υπέρ της ένωσης μέσα από το ενωτικό δημοψήφισμα της Εθναρχίας της Κύπρου.
Λίγες μέρες αργότερα, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο Β΄ με εγκύκλιό του προς τον κυπριακό λαό ανακοίνωσε την απόφαση για διενέργεια δημοψηφίσματος:
” Κυπριακέ λαέ, καλείσαι όπως ηνωμένος και αδιάσπαστος επιτελέσεις και τώρα το προς την δούλην πατρίδα σου καθήκον μετ’ ενθουσιασμού. Δι’ Ενωσιν και μόνον Ενωσιν ηγωνίσθης επί τόσα έτη. Ενωσιν και μόνον Ενωσιν καλείσαι να επισφραγίσεις διά της ψήφου σου. Εμπρός Κύπριοι, όλοι εις τα επάλξεις διά την μάχην του Δημοψηφίσματος, διά την εθνικήν μας αποκατάστασιν, διά την Ενωσιν με την αθάνατον Μητέρα Ελλάδα” .
Και τον Ιανουάριο του 1950 και για δύο συνεχόμενες Κυριακές, στις 15 και 22 Ιανουαρίου 1950 γίνεται το δημοψήφισμα που στην ουσία ήταν συλλογή υπογραφών. Η συλλογή των υπογραφών έγινε έξω από τις εκκλησίες και άρχισε μετά την κυριακάτικη δοξολογία. Οι συμμετέχοντες υπέγραφαν τέσσερις φορές έτσι ώστε να δημιουργηθούν τέσσερις τόμοι που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν. Συνολικά υπέγραψαν 215.108 άτομα επί συνόλου 224.757 Ελλήνων της Κύπρου που είχαν δικαίωμα υπογραφής, ποσοστό 95,7%.
. Οι συμμετέχοντες είχαν την επιλογή να υπογράψουν σε ένα από τα ακόλουθα δύο έντυπα:
” ΑΞΙΟΥΜΕΝ, ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ”
ή
” ΕΝΙΣΤΑΜΕΘΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ”
Τα αποτελέσματα, τα οποία ανακοινώθηκαν με εγκύκλιο της Εθναρχίας στις 27 Ιανουαρίου 1950 ήταν συντριπτικά. Από τους 224.757 έχοντες δικαίωμα ψήφου ψήφισαν οι 215.108, ποσοστό 95,71%. , τάχθηκαν υπέρ της Ένωσης. Επίσης, μαζί με τους Ελληνοκύπριους, ψήφισαν υπέρ της Ένωσης και Αρμένιοι, καθώς και μερικοί Τουρκοκύπριοι αν και η ηγεσία τους ήταν ενάντια στην προοπτική της Ένωσης.
Στις 29 Ιανουαρίου, η Ιερά Σύνοδος ανακοίνωσε τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος:
” Πανηγυρικώς ούτω και θριαμβευτικώς διετρανώθη και ενώπιον πάντων, ενώπιον Κυβερνήσεων και λαών, διεκηρύχθη η μοναδική, ομόθυμος, στερρά και αδάμαστος θέλησις του Ελληνικού Κυπριακού λαού, όπως ενωθή μετά της ελευθέρας Μητρός Ελλάδος” .
Το δημοψήφισμα του 1950 σίγουρα αποτελεί σταθμό στην ιστορία της Κύπρου. Πέραν του ότι ήταν η πρώτη ουσιαστική προσπάθεια για εκδηλωθεί και επίσημα η λαϊκή θέληση , ήταν και η μοναδική ίσως φορά που Εθναρχία και Αριστερά είχαν τον ίδιο επιδιωκόμενο στόχο. ΄Ηταν ίσως μια από τις ελάχιστες στιγμές στην ιστορία της Κύπρου που μια πρωτοβουλία ετύγχανε ευρείας, ή καλύτερα παλλαϊκής, υποστήριξης
Το δημοψήφισμα, με το οποίο οι Έλληνες της Κύπρου εκλήθησαν να αποφασίσουν αν θέλουν ή όχι για Ένωση με την Ελλάδα αποτέλεσε γεγονός – σταθμό στη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου. Τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος μεταφέρονται στην Ελλάδα, Αγγλία και Αμερική.
Αρχές Μαρτίου του 1950 . Η Πρεσβεία της Εθναρχίας επισκέφθηκε πρώτα την Αθήνα, όπου είχε συνάντηση με τον Έλληνα Πρωθυπουργό. Εκεί φάνηκε ότι η Αθήνα δεν ήθελε σύγκρουση με το Λονδίνο.
Η Κυβέρνηση Πλαστήρα ήταν πολύ επιφυλακτική ακόμη και ως προς την πραγματοποίηση συνάντησης με την Κυπριακή Πρεσβεία. Αναγκάσθηκε όμως να αλλάξει γνώμη ύστερα από τη θερμή υποδοχή που αυτή έτυχε από χιλιάδες Έλληνες στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της χώρας και τη δημοσιότητα που έλαβε το όλο θέμα στον ελληνικό Τύπο.
Χαρακτηριστική της όλης προσέγγισης του θέματος από την ελληνική κυβέρνηση ήταν η δήλωση του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου:
– ” Η Ελλάς αναπνέει σήμερον με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, τον δε αμερικανικόν. Δεν ημπορεί, λόγω του Κυπριακού, να διακινδυνεύσει από ασφυξίαν” .
Μέσα σε αυτό το περίεργο σκηνικό, οι τόμοι των υπογραφών παραδόθηκαν, στις 4 Ιουλίου 1950, στον Πρόεδρο της Βουλής, Δημήτρη Γόντικα. Ακολούθως το Ελληνικό Κοινοβούλιο υιοθέτησε σχετικό ψήφισμα με το οποίο εξέφραζε πλήρη υποστήριξη στο αίτημα των Ελληνοκυπρίων. Μια δήλωση του Έλληνα Πρωθυπουργού μετά από λίγους μήνες , του Στρατηγού Νικολάου Πλαστήρα, ήταν χαρακτηριστική. Είχε πει στον Μακάριο, όταν τον συνάντησε μετά από λίγους μήνες όταν είχε γίνει Αρχιεπίσκοπος:
– ” Εγώ, παπά μου, με την Αγγλία δεν τα βάζω” .
Τα ίδια είχε πει και ο Σοφοκλής Βενιζέλος και η αντιπολίτευση η οποία τότε ήταν εντελώς αρνητική.
Στη συνέχεια η Πρεσβεία της Εθναρχίας πήγε στο Λονδίνο όπου η Βρετανική Κυβέρνηση αρνήθηκε να τη δεχθεί. Τον Σεπτέμβριο πήγε στη Νέα Υόρκη. Με τη βοήθεια Ελληνοαμερικανών πολιτικών και της εκεί Αρχιεπισκοπής, διευθετήθηκαν συναντήσεις με αξιωματούχο της αμερικανικής κυβέρνησης, με αντιπροσωπείες ξένων χωρών στα Ηνωμένα Έθνη, καθώς επίσης και διαφωτιστικές εκστρατείες σε αμερικανικές πόλεις. Οι επαφές στις Η.Π.Α. ήταν οι πιο πετυχημένες και παραγωγικές κυρίως από πλευράς συμπάθειας και κατανόησης ως προς τις θέσεις της Πρεσβείας.
Το 1953 ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο Γ΄ καταθέτει προσφυγή στον ΟΗΕ. Το ίδιο κάνει και η Ελλάδα το 1954. Η μάχη στον ΟΗΕ κερδίζεται. αλλά η αγγλική υστεροβουλία θριαμβεύει. Αναβάλλεται η συζήτηση. Το πουλάκι πέταξε, το καζάνι βράζει. Δημιουργείται η ΕΟΚΑ. και την Πρωταπριλιά του 55 ακούγεται η πρώτη προκήρυξη που τονίζει ότι ” η απελευθέρωσις από το ζυγό του δυνάστου αποκτάται πάντοτε με αίμα”
Ο τετράχρονος εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας της ΕΟΚΑ του 1955-1959 δυστυχώς, δεν έφερε την αναμενόμενη δικαίωση και τη γαλήνη στο νησί.
Η θερμή επιθυμία του λαού μας στο δημοψήφισμα του 1950 έμελλε να μείνει τελικά ανεκπλήρωτη. Οι ξένοι άλλα είχαν τότε στο μυαλό τους, η Ελλάδα αδυνατούσε να βοηθήσει αφού βρέθηκε αιχμάλωτη των προβλημάτων της (κυβερνητική αστάθεια, συνέπειες παγκοσμίου πολέμου, εμφύλιος, οικονομική κατάσταση), η διχόνοια στην πλευρά μας άνθιζε και ενώ η Τουρκία πάνοπλη καιροφυλακτούσε. Τα υπόλοιπα , δυστυχώς είναι γνωστά. Θα μας ήταν για μια φορά ακόμα πολύ δύσκολο να λέμε και να ξαναλέμε ότι ” Δυστυχώς ο δικός μας στόχος έμεινε ανέφικτος.”
Μπορεί το δημοψήφισμα του Γεννάρη του 1950 να μην έφερε το ποθητό αποτέλεσμα αλλά δημιούργησε τη σπίθα στους Κύπριους πατριώτες που τέσσερα χρόνια μετά , το 1954, τους οδήγησε στη εκκλησία της Φανερωμένης και έδωσαν το όρκο ” αποβλέποντες μόνο στην Ένωσιν και μόνον την Ένωσιν”.
Τι και αν πέρασαν τόσα χρόνια από το Γεννάρη του 1950. Το Ενωτικό Δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαρίου 1950, μας οδηγεί , μας δείχνει το δρόμο ότι ενωμένοι μπορούμε να προχωρήσουμε , παραβλέποντας τις όποιες κομματικές ή ιδεολογικές μας διαφορές γιατί ως Έλληνες γνωρίζουμε πολύ καλά πως η λευτεριά δε χαρίζεται, αλλά με αγώνες κερδίζεται ……
Χρέος όλων μας είναι να μνημονεύουμε και να τιμάμε κάθε επέτειο που έχει σχέση με την ιστορία μας. Ο ελληνισμός της Κύπρου έχει όλη την καλή διάθεση να βρεθεί μια βιώσιμη λύση του προβλήματος, όμως απαιτείται καλή διάθεση και από την άλλη πλευρά με έργα και όχι μόνο με λόγια. Οι μεγάλοι και δυνατοί της γης είναι καιρός πια να καταλάβουν ότι το Κυπριακό δεν λύνεται γιατί δεν θέλει η Τουρκία. Ο Ερντογάν είναι καιρός πια να καταλάβει ότι με τις συνεχείς προκλήσεις και μεταμορφώσεις δεν βοηθά, όση καλή διάθεση και αν έχουμε για την επίλυση του προβλήματος.
Ζαχαρίας Κύζας
Παραλίμνι
Αμμοχώστου
ΚΥΠΡΟΣ