Τα «Λογοτεχνικά Αίθρια» του Φεστιβάλ
Δράμας φιλοξένησαν και παρουσίασαν
το ποιητικό έργο δύο Δραμινών
Δυο ομότεχνοι με κοινή καταγωγή, ποιητές και Δραμινοί, ο Κυριάκος Συφιλτζόγλου και ο Δημήτρης Πέτρου, συναντήθηκαν την Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου στο θερινό σινεμά «Αλέξανδρος» στο πλαίσιο της ενότητας «Λογοτεχνικά Αίθρια» του Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας, ανταλλάσσοντας σκέψεις για την τέχνη τους με το κοινό.
Παίρνοντας ως αρχή πως οι καλλιτέχνες πρέπει να παρεμβαίνουν με το έργο τους, ο Δ. Πέτρου αναφερόμενος στην ποίηση του Κ. Συφιλτζόγλου εξήγησε: «Θεωρώ τον Κυριάκο αρκετά πιο συναισθηματικό από εμένα. Ενώ προσπαθεί να συγκαλύψει το έντονο συναίσθημα που υπάρχει, και το καταφέρνει, ωστόσο η ευαισθησία του παραμένει πάρα πολύ μεγάλη. Στο βάθος των ποιημάτων του παραμονεύει η συγκίνηση να σε αρπάξει από τον λαιμό».
Από την πλευρά του ο Συφιλτζόγλου υπενθύμισε: «Εγώ άρχισα να γράφω στα 23, ο Δημήτρης στα 42, με πολλή προσοχή, πολύ πιο ώριμος, εγώ είχα μια τρέλα που καλά έκανα και την είχα, αλλά όταν έμπαινε εκείνη μπροστά, ευτυχώς που ήξερα να τη συμμαζεύω πριν γίνει βιβλίο. Υπήρχε ταχύτητα και συναίσθημα. Στον Δημήτρη υπήρχε μια ήρεμη δύναμη που αναδεικνυόταν πολύ ωραία και στα ποιήματά του».
Στην εκδήλωση με τίτλο «Ποιήματα μικρού και μεγάλου μήκους» την οργάνωση, επιμέλεια και παρουσίαση της οποίας έχει ο Κυριάκος Συφιλτζόγλου, διαβάστηκαν αποσπάσματα από τις συλλογές «Εικοστός κόσμος» του Δημήτρη Πέτρου (Εκδόσεις Πόλις) και «Με ύφος Ινδιάνου» του Κυριάκου Συφιλτζόγλου (Εκδόσεις Αντίποδες).
«Η γραφή του Δημήτρη είναι σαν τις σκέψεις ενός ανθρώπου για την οικογένειά του, τον εαυτό του, την ιστορία πάνω στη φυσική και ταυτόχρονα ιστορική καταστροφή, ένας άνθρωπος μονολογεί με αφορμή τις τραγωδίες που ζει».
Απαντώντας ο Πέτρου διευκρίνισε πως «ένα θέμα που δεν πιάνει το βιβλίο, διότι προσπαθεί να εστιάσει στην Ευρώπη που φθίνει πια και έχει χάσει όλες τις αξίες της, είναι κάποιες συνέπειες του πολέμου, που τις βιώσαμε και θα τις βιώνουμε, ειδικά τελευταία με το προσφυγικό, και το λέω γιατί θέλω να περάσουμε στο «Ύφος Ινδιάνου» που έρχεται κοντά με αυτούς τους ανθρώπους».
Ο Συφιλτζόγλου αποκάλυψε πως πρώτη φορά που άρχισε να γράφει, ήταν η αφορμή των πτωμάτων των μεταναστών που είδε το 2012 με τα μάτια του στον Έβρο όταν ο τότε διοικητής της περιοχής όπου ο ποιητής είχε κληθεί ως επίστρατος, τους ξεναγούσε στο ποτάμι, η στάθμη του οποίου είχε κατέβει αποκαλύπτοντας τα πτώματα όσων δεν κατάφεραν να το περάσουν. Αυτό ήταν και το έναυσμα για «Το ύφος Ινδιάνου». Ο ίδιος ομολογεί πως τα περισσότερα ποιήματα που γράφει έχουν σχέση με το πέρασμα, το νερό και νεκρούς πρόσφυγες. Στη συνέχεια άρχισε να επεκτείνεται στην έννοια των συνόρων. «Η ποίηση έχει μια άλλη, πιο υπόγεια σχέση με τον χρόνο, κουβαλά κάποιες δικές της αρχές και για αυτό και η έννοια ινδιάνος, που είναι από τη μια μεριά μια κλασική μάσκα από τα παιδικά μας χρόνια, από την άλλη συμβολίζει και την ηρεμία που έχει αυτός ο άνθρωπος, το ότι φαίνεται ατάραχος, ενώ μέσα του μπορεί να βράζει και να είναι έτοιμος να εκραγεί».
Παραδέχθηκε πως «ο ποιητής πρέπει να δίνει σήματα, και το βιβλίο, τα ποιήματα, δείχνουν τον πρώτο χρόνο πριν περάσουμε στο τελικό όπου δεν χρειάζεται η ποίηση, πάμε σε κάτι πιο ακτιβιστικό. Τα ποιήματα παραμένουν σαν σήματα καπνού, μια μορφή επικοινωνίας».