Εκδηλώσεις στη Δράμα για την Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού
«Από τη Γενοκτονία στην Αναγνώριση:
Η Τουρκία, η Ελλάδα και εμείς»
Πλήθος κόσμου στην κεντρική πλατεία Ελευθερίας της πόλης μας
Του Θανάση Πολυμένη
ΑΠΟ ΤΟ απόγευμα της Παρασκευής 18 Μαΐου ξεκίνησαν οι εκδηλώσεις για την Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, με ομιλίες και χαιρετισμούς στην πλατεία Ελευθερίας της πόλης μας, συναυλίες και μνημόσυνο στο μνημείο της Γενοκτονίας στο πάρκο των Κομνηνών.
Αναλυτικότερα, η πρώτη εκδήλωση πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Παρασκευής στην πλατεία Ελευθερίας, με κεντρική ομιλία του Δρ. Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών Θεοφάνη Μαλκίδη με θέμα: «Από τη Γενοκτονία στην Αναγνώριση: Η Τουρκία, η Ελλάδα και εμείς».
Στην ίδια εκδήλωση, πραγματοποιήθηκε απαγγελία από τον ποιητή και στιχουργό κ. Συμεών Αθανασιάδη, και απόδοση θρήνων από την χορωδία του Μουσικού Σχολείου Δράμας. Κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων, λειτούργησε έκθεση φωτογραφίας στην Πλατεία Ελευθερίας Δράμας.
Την επόμενη ημέρα Σάββατο 19 Μαΐου, στο Δημοτικό Ωδείο Δράμας, ο Δικηγορικός Σύλλογος Δράμας, διοργάνωσε συναυλία με συμμετοχή της χορωδίας «Αρμονία» Θεσσαλονίκης και το ορχηστρικό σύνολο «Το Έντεχνο», με έργα διεθνούς και ελληνικού ρεπερτορίου.
Τέλος, την Κυριακή 20 Μαΐου, στις 9.30 π.μ., πραγματοποιήθηκε μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των θυμάτων της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό, ενώ στη ακολούθησε ολιγόλεπτη ομιλία από την Δρ. Ευφροσύνη Χαραλαμπίδου, Διευθύντρια 3ου Δημοτικού Σχολείου Προσοτσάνης. Οι εκδηλώσεις έκλεισαν με τρισάγιο, κατάθεση στεφάνων και απόδοση θρήνου στο μνημείο των απανταχού πεσόντων Ποντίων στο Πάρκο των Κομνηνών.
Ο Φάνης Μαλκίδης για τη Γενοκτονία
Ο κ. Θεοφάνης Μαλκίδης κατά την ομιλία του.
Μιλώντας στον «Πρωινό Τύπο» για την Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού, ο κ. Φάνης Μαλκίδης επισημαίνει μεταξύ άλλων:
«Η πρώτη φάση της Γενοκτονίας εναντίων των Ελλήνων ξεκινά το 1908 και κρατά μέχρι την έναρξη του πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, με την άνοδο των Νεότουρκων στην εξουσία.
Η δεύτερη περίοδος ξεκίνησε το 1915, όταν οι συγκρούσεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, και η Γενοκτονία, είχε το προπέτασμα της μετακίνησης των Ελλήνων, λόγω των πολεμικών συγκρούσεων.
Η περίοδος 1919-1924 αποτελεί την τρίτη, τελευταία και πιο έντονη φάση γενοκτονίας, όταν η εδραίωση του Μουσταφά Κεμάλ συμπίπτει με την Επανάσταση στη Ρωσία και την ανέλιξη της Σοβιετικής Ένωσης, την παρουσία του ελληνικού στρατού στην Ιωνία και την ανατολική Θράκη.
Οι διωγμοί εκδηλώθηκαν με τη μορφή κρουσμάτων βίας, καταστροφών, απελάσεων και εκτοπισμών· πολύ γρήγορα όμως έγιναν πιο οργανωμένοι και εκτεταμένοι και στρέφονταν μαζικά πλέον κατά των Ελλήνων. Η τρομοκρατία, τα εργατικά τάγματα, οι εξορίες, οι απαγχονισμοί, οι βιασμοί, οι δολοφονίες ανάγκασαν τους Έλληνες ειδικά στον Πόντο ως μέσο αυτοάμυνας να αναλάβουν αντιστασιακή δράση εναντίον του οργανωμένου σχεδίου εξόντωσης. Έχει γίνει πλέον σήμερα αντιληπτό ότι τα θύματα της γενοκτονίας θα ήταν πολύ περισσότερα, αν δεν υπήρχε η αντίσταση».
«Εν ροή γενοκτονία»
«Τον επίλογο της Γενοκτονίας αποτελεί ο ξεριζωμός των επιζώντων και έτσι έρχονται στην Ελλάδα και τα τελευταία υπολείμματα της «εν ροή γενοκτονίας» όπως ονομάστηκε από τον Πολυχρόνη Ενεπεκίδη. Πολλοί επιζώντες θα ζήσουν δύσκολες στιγμές στο ελλαδικό κράτος. Σύντομα πολλοί θα αναζητήσουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης στο εξωτερικό, ενώ σε λιγότερο από τη χρονική περίοδο μίας γενιάς αρκετοί θα ξαναγίνουν πρόσφυγες με τη λήξη του εμφυλίου πολέμου. Εκεί στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ θα ξαναβρούν τους συγγενείς τους και συμπολίτες τους και θα μάθουν για την τύχη των αγνοούμενων μετά τη Γενοκτονία».
Ένα μαζικό έγκλημα
«Σ΄ όλο το διάστημα μετά το μαζικό έγκλημα, το ζήτημα της Γενοκτονίας ενταφιάσθηκε, με την υπογραφή του ελληνοτουρκικού συμφώνου του 1930. Ωστόσο, η πιο σημαντική επίπτωση της συμφωνίας Βενιζέλου- Κεμάλ- Ινονού, ήταν η εκδίωξη της μνήμης από το προσκήνιο. Οι πρόσφυγες αποτελούσαν πλέον μία φολκλορική επίδειξη όπου κυριαρχούσαν ο χορός και το τραγούδι. Έτσι, μέχρι τα μέσα τις δεκαετίας του 1980 όταν μεμονωμένοι ποντιακοί σύλλογοι και Πόντιοι της δεύτερης προσφυγικής γενιάς, ανέδειξαν το ζήτημα της Γενοκτονίας, αυτό παρέμεινε ως ένα άγνωστο πολιτικό θέμα με σαφείς προεκτάσεις στις διμερείς σχέσεις τόσο με την Τουρκία, όσο και με άλλα κράτη και υπερεθνικούς οργανισμούς.
Η ενασχόληση με το Ποντιακό εντείνεται στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν η έλευση των Ελλήνων από την πρώην ΕΣΣΔ, δημιούργησε μία πίεση στον ελλαδικό χώρο και στο οργανωμένο Ποντιακό κίνημα, με αποτέλεσμα να τεθεί το αίτημα της αναγνώρισης της Γενοκτονίας. Τελικώς, μετά από μία προσπάθεια που κράτησε σχεδόν 10 χρόνια και μετά από πρόταση του Μιχάλη Χαραλαμπίδη, στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο» , ημέρα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα η ελληνική πολιτεία τη δέσμευση για ζητήματα μεταξύ των άλλων, όπως η προστασία των ελληνόφωνων στον Πόντο, η εισαγωγή της ιστορίας των Ελλήνων του Πόντου σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και η διεθνοποίηση της γενοκτονίας. Από την πλευρά της η Ελλάδα από το 1994 δεν προώθησε το ζήτημα (αυτό έχει γίνει μόνο, αντιθέτως με μία σειρά ενεργειών δυστυχώς υπονόμευσε το θέμα της Γενοκτονίας, φτάνοντας στα όρια της Ύβρεως (καταθέσεις στεφάνων στο Μαυσωλείο του Κεμάλ κλπ) ενώ παράλληλα η Τουρκία συνεχίζει να αρνείται τις ευθύνες της και να προκαλεί φτάνοντας στο σημείο να προπαγανδίζει ότι τη φωτιά στη Σμύρνη την έβαλαν οι Έλληνες! Η δήλωση αυτή συμβαδίζει με τη διαπίστωσή μας ότι η Γενοκτονία δε σταμάτησε αλλά συνεχίζεται με τη φυλάκιση του Έλληνα του Πόντου Γιάννη Βασίλη Γιαϊλαλί και των δύο στρατιωτικών Άγγελου Μητρετώδη και Δημήτριου Κούκλατζη».