Εκατόν έντεκα χρόνια από την απελευθέρωση της Δράμας
«Χαράς ευαγγέλια! Ελευθερία
και Ελευθέρια εορτάζομεν!»
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ έγραφε 1η Ιουλίου 1913 και έμελλε να μείνει στην Ιστορία της Δράμας, μια από τις πλέον χαρμόσυνες ημέρες, καθώς ο Ελληνικός Στρατός, με επικεφαλής του 21ου Συντάγματος Πεζικού τον Συνταγματάρχη Νικόλαο Μιχαλόπουλο Αρκαδικό, έμπαινε στη Δράμα ως απελευθερωτής.
Βέβαια, την προηγούμενη μέρα, στο γειτονικό Δοξάτο, οι Βούλγαροι κατακτητές αποχωρούσαν, αφήνοντας πίσω τους εκατοντάδες σφαγιασθέντες και δεκάδες καμένα σπίτια, δείχνοντας το μίσος τους για οτιδήποτε ελληνικό. Γιατί το Δοξάτο, ήταν μια κοινότητα αμιγώς ελληνική και με ιδιαίτερα μεγάλη πρόοδο.
Έπειτα από 529 χρόνια δουλείας, με πολλά δεινά για τον ντόπιο πληθυσμό της περιοχής, που, παρά τα όσα υπέστη, ούτε μια στιγμή δεν ξέχασε τη μεγάλη ιστορία του και δεν απεμπόλησε την ταυτότητά του. Η 1η Ιουλίου 1913 αποτελεί έναν από τους κορυφαίους σταθμούς της νεότερης ιστορίας της μαρτυρικής μας πόλης.
Είναι η ημέρα κατά την οποία ο Δραμινός λαός ανέπνευσε το μυρωμένο αγέρι της πιο λατρευτής θεάς, της λευτεριάς, αποτινάσσοντας τον διπλό ζυγό της σκλαβιάς, τον τουρκικό και βουλγαρικό.
Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων
Ιστορικά, η απελευθέρωση της Δράμας, ανήκει στο πλαίσιο των πολεμικών επιχειρήσεων, που έλαβαν χώρα στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στο βιβλίο «Οι δραματικαί περιπέτειαι της Δράμας μέχρι της απελευθερώσεως αυτής», εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ των Γ. Χατζόπουλου, Β. Πασχαλίδης και Τ. Τσελεπίδη, η έναρξη του πρώτου Βαλκανικού Πολέμου, τον Σεπτέμβριο του 1912, βρίσκει την Ελλάδα σύμμαχο της Σερβίας, της Βουλγαρίας και του Μαυροβουνίου, ενώ η Δράμα, όπως και όλη η Βόρεια Ελλάδα, βρίσκεται υπό την κατοχή της Τουρκίας.
Η τελευταία σκιά πια της άλλοτε κραταιής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κλονίζεται ήδη ισχυρά υπό το βάρος της επικείμενης επίθεσης των συνασπισμένων λαών της Βαλκανικής που αγωνίζονται να απελευθερώσουν τα εθνικά τους εδάφη.
Η πορεία των επιχειρήσεων φέρνει τελικά την Ελλάδα στη Θεσσαλονίκη, ενώ η Βουλγαρία καταλαμβάνει το Νοέμβριο του 1912 την περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και φυσικά τη Δράμα. Έκτοτε, και επί οχτώ μήνες η Δράμα παραμένει στα χέρια των Βουλγάρων. Είναι η περίοδος της πρώτης Βουλγαρικής κατοχής.
Με την έναρξη του δεύτερου Βαλκανικού Πολέμου, στις 17 Ιουνίου 1913, οι Βούλγαροι βρίσκονται αντιμέτωποι με τους τέως συμμάχους τους, τους Έλληνες και τους Σέρβους. Η απληστία και η υπεροψία τους, τους εμποδίζει να αντιληφθούν ότι μειονεκτούν έναντι των αντιπάλων τους. Έτσι, η μία μετά την άλλη, οι ελληνικές πόλεις απελευθερώνονται.
1η Ιουλίου 1913
Για τη Δράμα, η 1η Ιουλίου 1913, αποτελεί έναν από τους κορυφαίους σταθμούς στη μαρτυρική της ιστορία. Η 1η Ιουλίου 1913, είναι η ημέρα κατά την οποία ο Δραμινός λαός είναι πλέον ελεύθερος.
«Πήραμε την Θεσσαλονίκη μας, τας Σέρρας τας ωραίας και την Δράμα», τραγουδούσαν σε εμβατηριακούς ρυθμούς οι Έλληνες της εποχής.
Στη Δράμα ήδη από τον Απρίλιο του 1913 έχει διακοπεί κάθε επικοινωνία με τον έξω κόσμο, ταχυδρομική ή τηλεγραφική. Οι Βούλγαροι κομιτατζήδες έχουν από καιρό δημιουργήσει κλίμα τρομοκρατίας σε βάρος των Ελλήνων της περιοχής. Όλα δείχνουν ότι οι βουλγαρικές αρχές κινούνται βάσει προδιαγεγραμμένου σχεδίου με στόχο τον εκβουλγαρισμό των κατοίκων. Παρά την καθησυχαστική συμπεριφορά του στρατιωτικού και πολιτικού διοικητή, ο ηρωικός Μητροπολίτης Δράμας Αγαθάγγελος αποκαλύπτει ένα όργιο από εκτελέσεις ανύποπτων πολιτών, συλλήψεις και κακοποιήσεις ιερέων, ατιμώσεις γυναικών, και συλήσεις ναών που μετατρέπουν τη ζωή των Ελλήνων της Δράμας σε κόλαση. Αποκορύφωμα όλων αυτών είναι η πυρπόληση του Δοξάτου και η σφαγή των κατοίκων του στις 30 Ιουνίου 1913.
Η νομική κατοχύρωση
Η απελευθέρωση της Δράμας κατοχυρώθηκε νομικά με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (28 Ιουλίου 1913), με την οποία τα ελληνικά σύνορα έφτασαν ως το Νέστο και όλη η Ανατολική Μακεδονία προσαρτήθηκε στην ελληνική επικράτεια. Ο Δραμινός λαός που είχε υποστεί τα πάνδεινα μέσα στη δίνη της ιστορίας, κατόρθωσε να ενισχύσει και να χαλυβδώσει τη θέλησή του για Ελευθερία, παρά την ακριτική γεωγραφική του θέση και τη συνύπαρξη του με λαούς διαφορετικών εθνικών προελεύσεων. Με τους λαούς αυτούς ήρθε σε δημιουργική επαφή, χωρίς ποτέ να χάσει ούτε ίχνος της εθνικής του ταυτότητας. Την ελληνικότητά του όμως ο Δραμινός λαός επρόκειτο και πάλι να την πληρώσει ακριβά στα χρόνια που ακολουθούσαν, με άλλες δύο βουλγαρικές κατοχές και όχι μόνο.