Με μεγάλη συμμετοχή η 2η ενημερωτική συνάντηση στη Δράμα
Ενδιαφέρουσα ομιλία για τους γονείς με θέμα την έλλειψη φροντίδας
ή την υπερβολική φροντίδα που πιθανόν βιώνουν τα παιδιά
Της Σουζάνας Θεοδωρίδου
Το απόγευμα της Δευτέρας 11 Νοεμβρίου, πραγματοποιήθηκε η δεύτερη διαδοχική εβδομαδιαία ενημερωτική συνάντηση με γενικό τίτλο: «Ελάτε να μιλήσουμε για μας και τα παιδιά μας».
Οι απογευματινές αυτές εβδομαδιαίες ενημερωτικές συναντήσεις, διοργανώνονται από το Κέντρο Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (ΚΕΣΥ), το Περιφερειακό Κέντρο Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού (ΠΕΚΕΣ) ΑΜΘ, δια των Συντονιστών Εκπαιδευτικού Έργου (ΣΕΕ), κ.κ. Αναστασία Παναγιωτίδου, Αντιγόνη Ζήση, Γιώργο Καράογλου και Ανανία Τοζακίδη, το Κέντρο Πρόληψης Εξαρτήσεων και Προαγωγής Ψυχοκοινωνικής Υγείας Π.Ε. Δράμας «ΔΡΑΣΗ», την Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων και Κοινωνικής Αρωγής και τον Σύλλογο Γονέων Παιδιών με Δυσλεξία και Μαθησιακές Δυσκολίες Δράμας.
Οι ενημερωτικές συναντήσεις, αφορούν γονείς και κηδεμόνες μαθητών και μαθητριών, οι οποίοι φοιτούν σε σχολεία Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Δήμου Δράμας.
Η δεύτερη κατά σειρά ενημερωτική συνάντηση, είχε ως θέμα: «Παρα-Μέληση: Ποιον μέλει και ποιον αφορά;», με εισηγήτρια την Ψυχολόγο και Επιμελήτρια στην Υπηρεσία Ανηλίκων και Κοινωνικής Αρωγής Δράμας, κα. Μαρία Ελευθερίου.
Στόχος της ενημερωτικής συνάντησης, ήταν ο προβληματισμός των γονέων σε σχέση με την έλλειψη φροντίδας ή την υπερβολική φροντίδα που πιθανόν βιώνουν τα παιδιά μέσα στην οικογένεια.
Σε δηλώσεις της στον «Π.Τ.», η κα. Ελευθερίου, μίλησε για την συμπεριφορά που μπορεί να αναπτύξουν οι γονείς μέσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον, και τον αντίκτυπο που έχει στα παιδιά.
«Αφορά στα δυο άκρα. Είναι σαν να υπάρχουν δυο διαφορετικές όψεις ενός νομίσματος. Είναι η παραμέληση από τη μια πλευρά, και από την άλλη η υπερβολική φροντίδα που πολλές φορές, τείνουν να έχουν παρόμοια αποτελέσματα στις συμπεριφορές των παιδιών».
Σε ερώτησή μας, για το που οφείλονται και από πού προκύπτουν οι συμπεριφορές αυτές των γονέων και κηδεμόνων απέναντι στα παιδιά, η κα. Ελευθερίου, υποστήριξε ότι μπορεί να προκύπτουν από διάφορους παράγοντες που υπάρχουν μέσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον.
«Αφορούν διάφορους παράγοντες οι οποίοι ενδεχομένως μπορούν να επιφέρουν αυτού του είδους τις συμπεριφορές. Στην εισήγησή μου, εστιάζω κυρίως στις δυσκολίες που μπορεί να έχει ένα γονεϊκό ζευγάρι, και στη δυσκολία των γονέων να θέσουν όρια μέσα σε μια οικογένεια.
Να επιβάλουν, όχι με την έννοια της επιβολής με αρνητική χροιά, αλλά στο να υπάρχει μια εξισορρόπηση ανάμεσα στις ανάγκες των παιδιών και σε αυτά που παρέχουν οι γονείς».
Σε άλλη ερώτηση για το πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για τους γονείς και κηδεμόνες, να υιοθετήσουν αυτές τις συμπεριφορές, η κα. Ελευθερίου ανέφερε ότι αυτό συμβαίνει από τις συνθήκες και το περιβάλλον μιας οικογένειας.
«Πολλές φορές αυτές οι συμπεριφορές προκύπτουν, όταν ένα ζευγάρι αντιμετωπίζει δυσκολίες στην μεταξύ τους σχέση και αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο απέναντι στα παιδιά. Το ζήτημα των ορίων που μπορεί να θέσουν οι γονείς, είναι εξίσου σημαντικό καθώς από κοινού χρειάζεται να αποφασίζουν αυτά τα οποία επιθυμούν να θέσουν. Τους κανόνες δηλαδή, μέσα στο οικογενειακό πλαίσιο, ώστε να υπάρχει ένας «τοίχος» απέναντι στα παιδιά, με την θετική έννοια όμως. Δηλαδή, το στήριγμα από τη μια πλευρά ώστε να μπορούν να στηριχθούν πάνω στους γονείς τα παιδιά, αλλά και να υπάρχει μια κοινή γραμμή. Διότι όταν υπάρχουν ρωγμές σε αυτές τις σχέσεις, μπορεί πολύ εύκολα το παιδί να χειριστεί τον ένα ή τον άλλο γονέα με έναν τρόπο και ουσιαστικά να κάνει το δικό του.
Από την άλλη πλευρά, είναι και το κομμάτι των γονέων που πολλές φορές δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν λόγω δυσκολιών που μπορεί να υπάρχουν μέσα στις οικογένειες».
Κατά την ενδιαφέρουσά εισήγησή της, η κα. Ελευθερίου, αναφέρθηκε αρχικά στα παιδιά, τα οποία όπως υποστήριξε είναι υποκείμενα δικαιωμάτων. Αυτό σημαίνει ότι όλα αυτά τα δικαιώματα που τους προσδίδει το κράτος, ο γονέας και ο κηδεμόνας ουσιαστικά αποτελούν τον πάροχο αυτών των δικαιωμάτων. Τα δικαιώματα αυτά, αφορούν στην υγεία, την φροντίδα, την προστασία από τους κινδύνους, την εκπαίδευση, το συναισθηματικό δέσιμο, την υποστήριξη και ότι άλλο μπορεί να περιλαμβάνει αυτό το κομμάτι.
Είναι δηλαδή η φροντίδα, η ικανοποίηση των υλικών και βιολογικών αναγκών των παιδιών από τη μια πλευρά, και από την άλλη, των συναισθηματικών αναγκών και των ψυχοκοινωνικών αναγκών που έχει κάθε παιδί. Αυτό ουσιαστικά, δίνει τη δυνατότητα στους γονείς να προστατεύσουν τα παιδιά τους από τις οποιεσδήποτε μορφές κακοποίησης. Δηλαδή φροντίζοντάς τα, τα στηρίζουν και τα υποστηρίζουν ώστε να μεγαλώσουν σε ένα υγιές και ασφαλές πλαίσιο και τους δίνουν εφόδια για την ενήλικη ζωή τους.
«Παρόλα αυτά, δεν είναι τα πράγματα πάντα έτσι όπως παρουσιάζονται, δεν είναι τόσο ρόδινα και μπορούμε να φτάσουμε σε εκφάνσεις διαφορετικές από αυτές που πολλές φορές βλέπουμε μέσα στις οικογένειες. Αυτό μπορεί να προκύπτει από κάποιες μορφές κακοποίησης. Οι μορφές κακοποίησης είναι η σωματική, η συναισθηματική, η σεξουαλική, η διαδικτυακή, είναι το σύνδρομο του αμέτοχου θεατή, δηλαδή, η έκθεση ενός ανηλίκου μπροστά σε σκηνές ενδοοικογενειακής βίας μέσα στην οικογένεια, χωρίς το παιδί να υφίσταται κάποια σωματική κακοποίηση, και ένα είδος ακόμη είναι η παραμέληση.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η παραμέληση των παιδιών συνίσταται στην υπολειπόμενη ανάπτυξη μη οργανικής αιτιολογίας, στην άρνηση ή καθυστέρηση παροχής υπηρεσιών υγείας, στην άρνηση, καθυστέρηση ή υποτίμηση γενικών ή ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών, στην εγκατάλειψη, στην επαρκή κηδεμονία, στην ανεπαρκή επιτήρηση, και τέλος στην συναισθηματική και ψυχολογική παραμέληση», ανέφερε μεταξύ άλλων κατά τη διάρκεια της εισήγησής της η κα. Ελευθερίου.