Home > νέα > ΕΠΙ Τῌ ΕΟΡΤῌ ΤΗΣ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2018

ΕΠΙ Τῌ ΕΟΡΤῌ ΤΗΣ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2018

ΕΠΙ Τῌ ΕΟΡΤῌ ΤΗΣ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ

ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ  2018

 

Π Α Υ Λ Ο Σ

 

          Ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τῆς Ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Δράμας,

πρός

          τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τούς εὐσεβεῖς καί εὐλογημένους Χριστιανούς τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.

 

Ἐάν ὁ μέγας ἐκεῖνος καί θεόπτης Μωϋσῆς ἔστεκε μέ φόβο καί τρόμο μπροστά στήν ἄφλεκτο βάτο πού δέν ἦταν παρά σκιά καί τύπος τῆς ἀληθινῆς βάτου, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τί μποροῦμε ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί νά ποῦμε γιά τήν Παναγία, ἀπό τό νά σταθοῦμε μέ δέος μπροστά Της καί νά ψελλίσουμε τούς ὕμνους πού οἱ θεοφόροι Πατέρες μας, γι’ Αὐτήν τήν Δέσποινά μας μέ ἄκρα εὐλάβεια συνέθεσαν ;

Ἡ θεόπαις Μαριάμ εἶναι ὄντως ἁγία καί Παναγία, «ἡ ὄντως ἁγνή μετά Θεόν ὑπέρ ἅπαντας» ὅπως ὁ θεολογικώτατος ὅσιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ὁμολογεῖ τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ προσώπου Της. Παρ’ ὅλο ὅτι ἡ Θεοτόκος εὑρίσκετο, ἀπό τή σύλληψή Της, ὑπό τό προπατορικό ἁμάρτημα ὡς κληρονόμος καί αὐτή τῆς ἀδαμιαίας φύσεως, ἡ ἴδια προσωπικά δέν εἶχε καμμία ἁμαρτία διαπράξει. Ὡς πρός τήν φύση Της εἶναι θυγατέρα τοῦ Ἀδάμ, ὡς πρός τήν προαίρεσή Της καί τήν προσωπική Της ἀρετή εἶναι ἡ «ἐκ γενεῶν ἀρχαίων ἐκλεγμένη» νά ἀξιωθεῖ τῆς ἀκατανόητης φιλάνθρωπης συγκαταβάσεως καί ἐνοικήσεως καί σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, Τόν ὁποῖο συνάντησε καί ἀποδέχθηκε μέ ἄπειρη ὑπακοή καί ταπείνωση, ἐπανορθώνοντας τήν παρακοή τῆς προμήτορος Εὔας.

Ἐάν οἱ ἅγιοι Πατέρες ὀνομάζουν τήν ταπείνωση «θεοποιόν», πρώτη ἡ Θεοτόκος μέ τήν ὑπακοή Της καί τήν ταπείνωσή Της γιό ἀνθρώπου κατέστησε τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο γιό τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τό μυστήριο τῆς Θείας Σαρκώσεως γνωρίζουμε, ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ὅπως πρό τοῦ τόκου, ἔτσι καί ἐν τόκῳ καί μετά τόν τόκο ἦταν καί παρέμεινε Παρθένος. Τήν δυνατότητα αὐτῆς τῆς γέννησης τήν ἔδωσε στήν Παναγία τό Ἅγιο Πνεῦμα.

Τά χρόνια τῆς ἐπιγείου ζωῆς τοῦ Υἱοῦ Της ἔζησε μαζί Του, καί τίς ὠδῖνες πού διέφυγε κατά τήν γέννησή Του τίς ὑπέμεινε τόν καιρό τοῦ σταυρικοῦ Του θανάτου. Μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μέχρι τήν Κοίμηση καί τήν Μετάστασή Της ἔζησε στήν θεία καί περιώνυμη πόλη τοῦ Δαυίδ, τήν Σιών. Γεγονός εἶναι ὅτι ἡ Παναγία Θεοτόκος ἀπέθανε θάνατο ἀνθρώπινο. Ἄν καί εἶναι πηγή τῆς Ζωῆς, πρός τήν Ζωή πηγαίνει διά μέσου τοῦ θανάτου, ὡς θυγατέρα καί Αὐτή τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ.

Ὅμως ὁ θάνατός Της ἦτο «ὑπέρ ἡμᾶς». Ἡ ἀπειροδύναμη ἀγαθότητα τοῦ Υἱοῦ Της, πού μέ τήν Ἀνάστασή Του κατήργησε τό κράτος τοῦ θανάτου, εὐδόκησε γιά τήν Παναγία μητέρα Του ὁ θάνατός Της νά εἶναι ἡ πρός Αὐτόν κάλλιστη ἐκδημία γι’ αὐτό  δέν ὀνομάζεται κἄν θάνατος, ἀλλά κοίμησις, θεία μετάστασις καί ἡ ἀρχή δευτέρας ὑπάρξεως, τῆς αἰωνίου. Ὁ θάνατος δέν ἔχει ἐπάνω στήν Παναγία οὔτε μέσα Της καμμία ἐξουσία, γιατί δέν εἶναι δυνατόν Αὐτή ἀπό τήν ὁποία ἀνέβλυσε ἡ Ζωή, ὁ Χριστός, νά γίνει ὑποχείριο τοῦ θανάτου.

Γι’ αὐτό Αὐτός, ὁ Ἴδιος ὁ Υἱός Της κατά τήν ὥρα τῆς Κοιμήσεως τῆς Μητρός Του, ἔρχεται «πρός τήν οἰκείαν λοχεύτριαν» καί μέ τά δεσποτικά Του χέρια παραλαμβάνει τήν παναγία ψυχή Της καί μέ τήν συνοδεία ὅλων τῶν Ἀγγέλων καί τῶν Ἁγίων τήν ἀναφέρει ὄχι στόν οὐρανό, ἀλλά ἕως τοῦ βασιλικοῦ Του θρόνου, στά ἐπουράνια «Ἅγια τῶν Ἁγίων».

Τρεῖς μόνον ἡμέρες τό θεοδόχο σῶμα τῆς Παναγίας παρέμεινε στόν τάφο κατά τόν Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό : «Εἰς τήν ὁσίαν ταφήν» τοῦ «ζωαρχικοῦ καί θεοδόχου σώματος», ὁ Ἴδιος, ὡς «ὁ νέος Σολομών ὁ εἰρηνάρχης», μέ τά τάγματα τῶν Ἀγγέλων καί τῶν Ἁγίων καί τούς ἱερούς Ἀποστόλους Του, μέ ὅλο τό λαό τῶν Ἱεροσολύμων στόν ἱερό τάφο στή Γεθσημανῆ τό κατέθεσε καί «κἀντεῦθεν τριταῖον» (μετά τρεῖς ἡμέρες) καί ἄφθαρτο «πρός οὐρανίους δόμους μετεωρίζεται» πρός τόν ἀγαπημένο Υἱό καί Θεό Της. Τό σῶμα τῆς Παναγίας, ὅπως καί τό σῶμα τοῦ Υἱοῦ Της, δέν ὑπέστη φθορά καί διάλυση στόν τάφο. Ἀφοῦ μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ τά σώματα πολλῶν ἁγίων δούλων Του δέν διαφθείρονται, πόσο μᾶλλον λογικό εἶναι νά μή φθαρεῖ τό «θεοδόχο σκήνωμα» τῆς Μητέρας τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ.

Τέσσερις Οἰκουμενικές Σύνοδοι καθιέρωσαν τή χρήση τοῦ ὅρου Θεοτόκος γιά νά δηλώσουν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ὅτι ἡ Μαρία ἔγινε μητέρα καί γέννησε Θεό καί ἄνθρωπο, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Μέ μία λέξη οἱ θεοφόροι ἅγιοι Πατέρες δογμάτισαν – ἐξέφρασαν, τό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας. Ἡ Παναγία ἔγινε Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὁ θάνατος δέν τόλμησε νά τή φθείρει. «Μετέστη πρός τήν ζωήν μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς». Γι’ αὐτό ἡ μνήμη τῆς Κοιμήσεώς Της προσλαμβάνει πανηγυρικό χαρακτῆρα καί οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί συστήνουν ἑορτές καί πανηγύρεις.

Γι’ αὐτό ὁ πανίερος τάφος Της εἶναι τό δεύτερο προσκύνημα τῶν πιστῶν μετά τόν Πανάγιο Τάφο τοῦ Κυρίου ἀπό τόν ὁποῖο ξεπήδησε ἡ ἀνάσταση. Μέ πόθο τόν πλησιάζουν οἱ πιστοί καί ἀντλοῦν χαρίσματα καί ἰάματα. Δέν εἶναι ἀπό τή φύση του ἡ χάρη πού κατέχει. Κάθε τάφος φέρνει τή θλίψη καί μάχεται τή χαρά. Τό θεομητορικό μνῆμα εἶναι εὐωδιαστό καί ποθητό γιατί γιά λίγο στάθηκε μέσα σ’ αὐτό τό θεοδόχο σῶμα τῆς Παναγίας. Ἦταν ἀρκετές τρεῖς μόνο μέρες γιά νά σκορπίζει τήν εὐωδία, τή χάρη, τά ἰάματα μέχρι τή συντέλεια τοῦ κόσμου, διότι «ἀμεταμέλητα γάρ ὄντως τά θεῖα χαρίσματα».

Αὐτό κατέθεσε ὡς κοινή συνείδηση τῆς Σιωνίτιδος Ἐκκλησίας ὁ ἁγιώτατος ἀρχιεπίσκοπος τῶν Ἱεροσολύμων Ἰουβενάλιος πρός τούς εὐσεβεῖς Βασιλεῖς Μαρκιανό καί τήν ἁγία Πουλχερία ὅταν τόν ἐρώτησαν γιά τό πανακήρατο θεομητορικό σῶμα θέλοντας νά τό μεταφέρουν ὡς φυλακτήριο στή Βασιλεύουσα, εἶπε : «ὅταν τήν Τρίτη ἡμέρα σταμάτησαν οἱ ἐπουράνιες ἀγγελικές ὑμνωδίες, οἱ ἀπόστολοι ἄνοιξαν τόν τάφο γιά νά προσκυνήσουν τό θεοδόχο σῶμα κι ἕνας ἀκόμα πού ἔλειπε καί ἦρθε τήν τρίτη ἡμέρα. Καί οὔτε πού μπόρεσαν νά βροῦν τό πολυδοξασμένο σῶμα Της κι ἀφοῦ βρήκανε τά σάβανά Της πού κείτονταν μόνα καί γέμισαν ἀπό τήν εὐωδία πού ἔχυναν ξανάκλεισαν τόν τάφο. Ἔκπληκτοι μπροστά στό θαυμαστό μυστήριο ἕνα μόνο πρᾶγμα συλλογίστηκαν, ὅτι αὐτός πού εὐδόκησε νά σαρκωθῇ ἀπό αὐτή καί νά γίνῃ ἄνθρωπος, αὐτός πού διαφύλαξε τήν παρθενία της καί μετά τή γέννα, αὐτός καί μετά τήν ἀποβίωσή της δέχθηκε τό ἄχραντο καί ἀμόλυντο σῶμα της τιμώντας το μέ τήν ἀφθαρσία καί τήν μετάθεση στούς οὐρανούς πρίν ἀπό τήν κοινή καί καθολική ἀνάσταση τῶν ἀνθρώπων».

Ἡ χάρη πού ξεχύθηκε ἀπό τό θεομητορικό μνῆμα ἁπλώθηκε πάνω στίς ἱερές εἰκόνες τῆς Παναγίας μας πού ἐδῶ στήν εὐλογημένη μας Πατρίδα ὑπάρχουν. Καί στή μαρτυρική μας ἐπαρχία ἔχουμε τήν εὐλογία τῆς ἀχειροποιήτου εἰκόνας τῆς Παναγίας τῆς Εἰκοσιφοινίσσης. Κόσμημα πραγματικό τοῦ πολύπαθου μοναστηριοῦ Της πού στέκει ἴσαμε σήμερα πληγωμένο μέν, ἀλλά μέ τή σιωπή του νά διαλαλεῖ τήν προσφορά του στήν Πατρίδα.

Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι ἡ προσφορά τῆς γῆς πρός τό κάλεσμα τοῦ οὐρανοῦ. Ἡ θύρα πού κρούει ὁ Θεός καί ἡ ὁποία ἀνοίγει, γιά νά μπεῖ ἡ σωτηρία. Ἡ βουλή τοῦ Θεοῦ εἶναι νά σωθεῖ ὁ κόσμος, μά ὁ κόσμος δέν σώζεται, ἄν δέν τό θελήσει. Ὡς μητέρα εἶναι ἡ γυναῖκα, πού κυοφόρησε μέσα Της καί κράτησε στά χέρια Της τή ζωή τοῦ κόσμου τόν Ἰησοῦ Χριστό πού εἶναι «πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς» (Ρωμ. 8,29), ἡ μητέρα Του λοιπόν εἶναι ἡ μητέρα μας. Σ’ Αὐτήν καταφεύγουμε καί Τήν παρακαλοῦμε γιατί «πολύ ἰσχύει δέησις μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου». Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί στήν κοίμησή Της «τόν κόσμον οὐ κατέλιπεν», ἀλλά, ὡς μητέρα τῆς ζωῆς, «μετέστη πρός τήν ζωήν» καί πρεσβεύει γιά μᾶς, «λυτρουμένη ἐκ θανάτου τάς ψυχάς ἡμῶν». ΑΜΗΝ.

 

Διάπυρος πρός τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον εὐχέτης πάντων ὑμῶν.

 Ο  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο ΔΡΑΜΑΣ   Π Α Υ Λ Ο Σ