Η φωτιά στο Τσερνόμπιλ
και ο κίνδυνος από τη ραδιενέργεια
Γράφει ο Ιωάννης Αμπατζόγλου*
Στις 26 Απριλίου του 1986 σημειώθηκε πυρηνικό ατύχημα σε έναν αντιδραστήρα του πυρηνικού σταθμού παραγωγής ενέργειας του Τσερνόμπιλ στη Σοβιετική Ένωση (η περιοχή αυτή σήμερα ανήκει στην Ουκρανία). Το ατύχημα αυτό ήταν το πιο καταστροφικό πυρηνικό ατύχημα στην ιστορία. Το αποτέλεσμα αυτού του ατυχήματος ήταν ο άμεσος θάνατος μερικών δεκάδων ανθρώπων και η επιβάρυνση του περιβάλλοντος με ραδιενέργεια.
Kάποια από τα ραδιενεργά ισότοπα που απελευθερώθηκαν στο περιβάλλον από το συγκεκριμένο ατύχημα ήταν βραχύβια ενώ άλλα είχαν μεγάλους χρόνους ημιζωής. Χρόνος ημιζωής είναι ο χρόνος που απαιτείται ώστε να μειωθεί η ενεργότητα του ραδιοϊσότοπου στο μισό της αρχικής του τιμής. Στα βραχύβια ραδιοϊσότοπα που απελευθερώθηκαν ανήκουν για παράδειγμα το Ιώδιο-131, το Τεχνήτιο-99 και το Καίσιο-134 τα οποία έχουν χρόνους ημιζωής από 8 ημέρες μέχρι περίπου 2 έτη. Στα ραδιοϊσότοπα με μεγάλο χρόνο ημιζωής ανήκει το Στρόντιο-90 (χρόνος ημιζωής περίπου 29 έτη), το Καίσιο-137 (χρόνος ημιζωής περίπου 30 έτη) και το Πλουτώνιο-239 (χρόνος ημιζωής περίπου 24 χιλιάδες έτη). Τα βραχύβια ραδιοϊσότοπα μας απασχολούν λιγότερο επειδή δεν έχουν μεγάλο χρόνο ζωής. Το Στρόντιο δεν είναι τόσο πτητικό όσο το Καίσιο και έτσι δεν διαχέεται σε μεγάλες αποστάσεις, επίσης έχει πολύ αργή μετάδοση στο νερό. Το Πλουτώνιο που διασκορπίστηκε ήταν σε μικρές ποσότητες, ανιχνεύθηκε κυρίως σε σημεία κοντά στον αντιδραστήρα και συλλέχθηκε. Επομένως το ενδιαφέρον μας εστιάζεται κυρίως στο Καίσιο-137. Να σημειωθεί ότι για να απομειωθεί το Καίσιο-137 κατά 99% –δηλαδή να απομείνει το 1% της αρχικής ενεργότητάς του– απαιτούνται περίπου 200 έτη. Φυσικά τα ραδιοϊσότοπα που προαναφέρθηκαν διασκορπίστηκαν στην ευρύτερη περιοχή του πυρηνικού σταθμού του Τσερνόμπιλ –πλην του Πλουτωνίου που όπως είπαμε εντοπίστηκε κυρίως γύρω από τον αντιδραστήρα– και εναποτέθηκαν σε αυτήν (έδαφος, δέντρα κ.λπ.). Το Καίσιο-137 –που είναι αυτό που μας ενδιαφέρει– είναι σε μεγάλη αραίωση στην περιοχή, επομένως ακόμα και να διασκορπιστεί δεν είναι ικανό να αυξήσει σημαντικά τα επίπεδα της ραδιενέργειας σε περιοχές που βρίσκονται σε μεγάλες αποστάσεις.
Σε μετρήσεις που διενεργήθηκαν στην περιοχή μια δεκαετία μετά από το ατύχημα μετρήθηκε το επίπεδο της ραδιενέργειας σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μέτρων γύρω από τον σταθμό και σε εστιασμένες περιοχές στο περιβάλλον βρέθηκε ότι ήταν 10-20μSv/h, ενώ σε μεγαλύτερες αποστάσεις μετρήθηκαν πολύ μικρότερες τιμές. Σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων από τον αντιδραστήρα μετρήθηκε ακτινοβολία της τάξης των 0.1μSv/h. Το μSv/h είναι ο ρυθμός της ενεργού δόσης από ακτινοβολία, δηλαδή μας δείχνει πόση δόση ακτινοβολίας θα δεχθεί το σώμα ενός ανθρώπου εάν παραμείνει για μια ώρα στο συγκεκριμένο σημείο της μέτρησης. Για να γίνει σύγκριση, θα πρέπει να σκεφτούμε ότι η συνολική γ-ακτινοβολία του φυσικού υποβάθρου (δηλαδή η φυσική ακτινοβολία που υπάρχει στο περιβάλλον) στη χώρα μας κυμαίνεται από 0.035μSv/h στην περιοχή του Ελληνικού (Αττική) μέχρι 0.115μSv/h στις Σέρρες. Αυτές οι τιμές δεν είναι απόλυτες μιας και η φυσική ακτινοβολία ελαφρώς αυξομειώνεται αφού σε αυτήν προσμετράται και η κοσμική ακτινοβολία που προέρχεται από το διάστημα δηλαδή από τον ήλιο, από πηγές εκτός του πλανητικού μας συστήματος αλλά και από μακρινούς γαλαξίες (οι τιμές της ακτινοβολίας στις δύο πιο πάνω περιοχές της χώρας μας προκύπτουν από το υπάρχον τηλεμετρικό δίκτυο σταθμών μέτρησης ακτινοβολίας το οποίο είναι συνδεδεμένο με την Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άλλες περιοχές με χαμηλότερα ή υψηλότερα επίπεδα ακτινοβολίας).
Στις 3 Απριλίου ξέσπασε φωτιά στο δάσος που βρίσκεται πολύ κοντά στον ανενεργό πλέον πυρηνικό σταθμό παραγωγής ενέργειας του Τσερνόμπιλ στην Ουκρανία. Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν υπάρχει κίνδυνος μεταφοράς της ραδιενέργειας από αυτή τη φωτιά. Όπως αναφέρθηκε, το βασικό ραδιοϊσότοπο που μας ενδιαφέρει είναι το Καίσιο-137 το οποίο όπως και τα υπόλοιπα έχει εναποτεθεί στην περιοχή γύρω από τον πυρηνικό αντιδραστήρα, για παράδειγμα στα δέντρα τα οποία αυτή την στιγμή καίγονται από τη φωτιά. Από τη στιγμή λοιπόν που θα καεί ένα δέντρο το οποίο φέρει πάνω του αυτό το ραδιοϊσότοπο, μαζί με τον καπνό θα ανέλθει στην ατμόσφαιρα και το ραδιενεργό αυτό στοιχείο. Βέβαια, το συγκεκριμένο στοιχείο δεν μπορεί να μεταφερθεί σε πολύ μεγάλες αποστάσεις λόγω του βάρους του, επομένως η διασπορά της ραδιενέργειας θα περιοριστεί σε μερικές δεκάδες χιλιόμετρα. Επίσης, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, το Καίσιο-137 είναι ήδη σε μεγάλη αραίωση, ως εκ τούτου ακόμα και σε περιοχές όπως το Κίεβο (απόσταση περίπου 100km από την περιοχή του αντιδραστήρα) δεν θα αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό το επίπεδο της ήδη υπάρχουσας φυσικής ακτινοβολίας. Αντίθετα, το 1986 τη στιγμή της έκρηξης, το Καίσιο-137 εξήλθε μέσα από τον αντιδραστήρα απευθείας σε αέρια μορφή λόγω της εξαιρετικά υψηλής θερμοκρασίας που υπήρχε και ήταν ευκολότερο να μεταφερθεί από τις αέριες μάζες της περιοχής σε πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις. Επίσης, η φωτιά δεν μπορεί να εισέλθει μέσα στον ανενεργό αντιδραστήρα αφού το πυρηνικό εργοστάσιο είναι καλυμμένο με μια σαρκοφάγο για την κατασκευή της οποίας χρησιμοποιήθηκαν 38 χιλιάδες τόνοι χάλυβα, πέραν του τσιμέντου με το οποίο καλύφθηκε ο αντιδραστήρας.
Συμπερασματικά, η φωτιά που κατακαίει την ευρύτερη περιοχή κοντά στον ανενεργό αντιδραστήρα του Τσερνόμπιλ στην Ουκρανία, αλλά και ο καπνός που παράγεται από αυτήν δεν θα πρέπει να μας ανησυχεί είτε αυτή έχει κατασβεστεί –όπως διατείνεται η Ουκρανική κυβέρνηση– είτε όχι.
Υ.Γ.: Στη χώρα μας τα επίπεδα της ολικής γ-ακτινοβολίας στον αέρα, όπως επίσης και τα μικροσωματίδια στην ατμόσφαιρα –που ελέγχονται από τηλεμετρικό δίκτυο σταθμών μέτρησης ακτινοβολίας– είναι προσβάσιμα σε κάθε πολίτη μέσω του διαδικτυακού τόπου της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας. Φυσικά δεν παρατηρήθηκε καμία αύξηση των επιπέδων της ακτινοβολίας στη χώρα μας το διάστημα κατά το οποίο καιγόταν η περιοχή του Τσερνόμπιλ.
*Ο Ιωάννης Αμπατζόγλου είναι Ακτινοφυσικός Ιατρικής, διδάκτωρ του Ιατρικού Τμήματος του ΔΠΘ και Επιστημονικά Υπεύθυνος του Τμήματος Ιατρικής Φυσικής του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης.