Η ιστορία επαναλαμβάνεται
Δουλεμπόριο: Η ντροπή του πολιτισμού μας
«…οι πολέμω ή στάσει εκπίπτοντες ανεχώρουν …
και αποικίας εξέπεμψαν»
(Θουκυδίδου, Ιστοριών Α, 2, 15-16)
Άρθρο του Γ.Κ. Χατζόπουλου Τ. Λυκειάρχη
Ασφαλώς η ακούσια εγκατάλειψη της πατρώας γης δεν είναι φαινόμενο των ημερών μας. Ανάγει την αρχή της στα αρχαιότατα ακόμη χρόνια. Απόδειξη χειροπιαστή το πιο πάνω παρατιθέμενο απόσπασμα από το έργο του μεγάλου ιστορικού της κλασικής αρχαιότητος, του Αλιμούσιου Θουκυδίδη, Ιστορία.
Ο μεγάλος ιστορικός εστιάζει την ακούσια εγκατάλειψη της γενέτειρας γης στις συγκρούσεις, οι οποίες λάβαιναν χώρα για λόγους, κυρίως, επιβίωσης χωρίς να λείπουν και λόγοι πολιτικών διαφορών.
Αποτέλεσμα εκείνης της εγκατάλειψης της πατρώας γης ήταν το κτίσιμο των αποικιών στα παράλια της σημερινής Μ. Ασίας, των Στενών, της Θράκης, της Μαύρης Θάλασσας και των ακτών της σημερινής Ουκρανίας, της τότε Κολχίδας, της χώρας των Ταύρων, αλλά και της Κάτω Ιταλίας, της Σικελίας και της Αφρικής.
Βέβαια η εγκατάλειψη των πατρικών χωμάτων δεν ήταν φαινόμενο μόνο της αρχαιότητας. Συνεχίστηκε στα ρωμαϊκά και βυζαντινά χρόνια καθώς και στα χρόνια της τουρκοκρατίας εξαιτίας της βάναυσης καταπίεσης, που ασκούσαν οι κατακτητές εις βάρος των υποδούλων.
Οι χρόνοι παρήλθαν, η προσέγγιση των ανθρώπων έγινε πιο προσιτή λόγω της τεράστιας τεχνολογικής ανάπτυξης.
Ελπίσανε οι ηγήτορες των λαών, οι οποίοι επικροτήσανε την πρόοδο της τεχνολογίας, ότι θα βελτιώσουν τη ζωή των συνανθρώπων τους, βάζοντας τέρμα στον ξεριζωμό.
Και ενώ αυτή ήταν η προσδοκία των υπερμάχων του πολιτισμού, δυστυχώς το φαινόμενο του εκπατρισμού πήρε τα τελευταία χρόνια οδυνηρές διαστάσεις. Το πάθος του πλουτισμού, χωρίς ίχνος αναστολής, έθετε σε άμεσο κίνδυνο τη σωματική και ψυχική υγεία του ανθρώπου.
Διογκώθηκε το πάθος τους αυτό με την ξεδιάντροπη άσκηση της πιο απάνθρωπης ενέργειας, του δουλεμπορίου. Βέβαια η στιγματική αυτή ενασχόληση δεν αποτελεί εφεύρημα των χρόνων μας. Έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα. Η Αττική στα χρόνια του Περικλή, στο αποκορύφωμά της, είχε 240 χιλιάδες κατοίκους, από τους οποίους μόνο οι 40 χιλιάδες ήταν γνήσιοι Αθηναίοι πολίτες, ενώ οι υπόλοιποι ήταν δούλοι και μέτοικοι.
Όμως στα χρόνια μας, που, υποτίθεται ότι, οι άνθρωποι έγιναν πιο πολιτισμένοι, το δουλεμπόριο κατήντησε μάστιγα και προσβάλλει τους Μεγάλους της γης, οι οποίοι έθεσαν στο περιθώριο την ανθρωπιά, την υπέρτατη αρετή, η οποία πρέπει να κοσμεί την ανθρώπινη ψυχή, και ανήγαγαν σε κυρίαρχη απασχόληση την ενίσχυση του βαλαντίου τους με την εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου.
Η ανθρώπινη ζωή έπαυσε να τους συγκινεί. Ο Μαμωνάς έγινε ο απατηλός θεός τους. Η ιστορία ανακυκλώθηκε. Συγκροτήθηκε ένας τεράστιος μηχανισμός, μια αόρατη αράχνη, που επεξέτεινε τον ιστό της ακόμη και σε επίπλαστους ανθρωπιστές, που εντάχθηκαν στο κύκλωμα, το οποίο προσβάλλει τον δήθεν πολιτισμένο άνθρωπο.
Νομίζουμε ότι η ανθρωπότητα θα μπορούσε να δώσει λύση στο απάνθρωπο φαινόμενο, αν υπάρχει ευαίσθητη βούληση, που θα λειτουργήσει ως άλλος μυθικός, Ηρακλής, για να αποκεφαλισθεί παντελώς, όσα κι αν έχει κεφάλια, η υπερτροφική σύγχρονη Λερναία Ύδρα.
Και αυτή η λύση θα είναι η καλύτερη έκφραση της ανθρωπιάς, αν ενισχύονταν οικονομικά για να αποφύγουν τον βραχνά της πείνας οι αναγκαζόμενοι σε εκπατρισμό.
Κι ακόμη, αν έπαυαν οι δούλοι του πλούτου να θέλουν ανερυθρίαστα να εκμεταλλεύονται τα αγαθά της γης των λιμοκτονούντων συνανθρώπων μας, αν έπαυαν να τους βλέπουν ως φτηνά χέρια εργασίας, που θα τους διευκόλυναν στην άνετη συσσώρευση πλούτου, τότε η ανθρώπινη ζωή θα είχε τον πρέποντα σεβασμό.
Σε καμιά περίπτωση δεν ισχύει η δικαιολογία ότι ο εκπατρισμός των λαών οφείλεται στο γεγονός ότι ο πληθυσμός του πλανήτη έφτασε στα οκτώ δισεκατομμύρια.
Η γη παρέχει τόση αφθονία αγαθών, ώστε να μπορεί να θρέψει κι άλλα δισεκατομμύρια, αρκεί να γίνεται δίκαιη η κατανομή των αγαθών, τα οποία αυτή παρέχει.
Είναι στίγμα να συσσωρεύεται ο γήινος πλούτος στα χέρια των ολίγων και να απειλούνται από τον εφιάλτη της σίτισης οι πολλοί.
Λησμονούν οι καρπωτές του ιδρώτα και του αίματος του λαού των ευαγγελικό λόγο: «Άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου. Α δε ητοίμασας τίνι έσται;» (Λουκάς, 14, 20)
Αν αυτόν τον σκληρό, όμως πέρα για πέρα ορθό λόγο, είχαν συνειδητοποιήσει οι έμποροι του πλούτου αντάμα με τη μάταιη μωροφιλοδοξία τους να εξουσιάζουν, είναι βέβαιο ότι θα μιλούσαμε για κοινωνία πολιτισμού και όχι για υπερτροφικό πολλαπλασιασμό των «πιράνχας».
Και τέλος ματαιοπονούν όσοι αρνούνται να αποδεχθούν την ωμή λαϊκή αλήθεια: «Γυμνοί ερχόμαστε στη γη και γυμνοί επιστρέφουμε σ’ αυτήν».