Μιλάει στον «Π.Τ.» η ιστορικός κα. Μαρώ Ευθυμίου
Η Μικρασιατική Καταστροφή
ήταν, σε μεγάλον βαθμό, απόρροια
του Εθνικού Διχασμού της εποχής εκείνης
► Ευθυμίου: «Σε μεγάλον βαθμό, οι Έλληνες είχαν υφέρποντα εμφύλιο πόλεμο»
► Η μεγάλη και επιτυχημένη προσπάθεια του ελληνικού κράτους όταν ξαφνικά υποδέχθηκε το ένα τέταρτο περίπου του πληθυσμού!
Του Θανάση Πολυμένη
ΣΤΗ ΔΡΑΜΑ θα βρίσκεται την Τετάρτη 2 Νοεμβρίου, η γνωστή και καταξιωμένη ιστορικός κα Μαρώ Ευθυμίου, προκειμένου να παραθέσει ομιλία με θέμα: «Η Ελλάδα και ο κόσμος τις παραμονές του Μικρασιατικού Εγχειρήματος».
Η κα. Ευθυμίου, είναι καλεσμένη του Παμμικρασιατικού Συλλόγου Δράμας «Ο Άγιος Χρυσόστομος», στην εκδήλωση που διοργανώνει στο πλαίσιο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή και η οποία θα πραγματοποιηθεί στο αμφιθέατρο του Διοικητηρίου στις 18.30’.
Ο «Πρωινός Τύπος» επικοινώνησε και συνομίλησε με την κα Ευθυμίου, η οποία ευγενώς δέχθηκε να αναφερθεί στο θέμα της ομιλίας της, αλλά και να απαντήσει σε ορισμένες ερωτήσεις.
Από τα κυριότερα σημεία στα οποία δίνει βάση η ίδια είναι ο Εθνικός Διχασμός στον οποίο βρισκόταν η Ελλάδα εκείνα τα χρόνια, και επί της ουσίας, είναι αυτός που, εν πολλοίς, οδήγησε σ’ αυτήν τη μεγάλη καταστροφή. Η ίδια μάλιστα μιλάει και για «υφέρποντα εμφύλιο πόλεμο».
Σε άλλο σημείο, τονίζει ιδιαίτερα ότι πάντα κάτι κερδίζεις από τέτοια τραγικά γεγονότα. Και το κέρδος ήταν η ενίσχυση του πληθυσμού της Ελλάδος με «πληθυσμό ποιότητος», όπως μας λέει χαρακτηριστικά.
Σημειώνει ακόμα, ότι, η υποδοχή από την ελληνική πολιτεία της εποχής εκείνης, από το τότε ελληνικό κράτος, ήταν εντυπωσιακή εάν κανείς αναλογισθεί ότι υποδέχθηκε το ένα τέταρτο περίπου του πληθυσμού! «Ήταν εντυπωσιακό το κράτος μας στη δεινή αυτή περίσταση. Και πολύ σοβαρό στην προσπάθειά του», εξηγεί.
Κυρία Ευθυμίου, θα μπορούσατε να μας αναφέρετε ορισμένα από τα χαρακτηριστικά σημεία της ομιλίας σας;
«Οι Έλληνες, την εποχή αυτή, πήραν μια μεγάλη απόφαση και τούτο διότι αισθάνονταν αυτοπεποίθηση ότι είχαν δυνατότητες να το πετύχουν. Γιατί είχαν ήδη νικήσει εντυπωσιακά στους Βαλκανικούς Πολέμους, που δεν ήταν χρονικά μακριά, το έδαφος της χώρας είχε υπερδιπλασιασθεί, και είχαν μετάσχει στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό του συνασπισμού κρατών που νίκησε. Επομένως, αυτό τους είχε δώσει αυξημένες ελπίδες ότι μπορούν να πετύχουν το όνειρο να ενωθούν με τους Έλληνες που κατοικούσαν στις αρχαίες κοιτίδες του Ελληνισμού».
Εκείνη την εποχή ποια ήταν η κατάσταση όσον αφορά την κοινωνική υπόσταση του ελληνικού πληθυσμού σ’ εκείνες τις περιοχές;
«Οι Έλληνες στις περιοχές των παραλίων της Μικράς Ασίας και στην Κωνσταντινούπολη, έθαλλαν. Ήταν ανάμεσά τους σπουδαία άτομα, τα οποία χαρακτήριζαν την τοπική οικονομική και κοινωνική ζωή. Αυτό έφερνε επιπλέον αυτοπεποίθηση ότι, και από τις δύο πλευρές, ο Ελληνισμός ήταν σε αλκή. Όμως, παραλλήλως, ήταν σε διχόνοια. Στην πιο φοβερή διχόνοια από την ώρα που είχε δημιουργηθεί το ελληνικό κράτος το 1830. Τον Εθνικό Διχασμό που, στην ουσία, ήταν ένας υφέρπων εμφύλιος πόλεμος. Και ένας από τους σοβαρούς λόγους που χάθηκε αυτή η ιστορία, σε μεγάλο βαθμό, είναι ότι οι Έλληνες είχαν υφέρποντα εμφύλιο πόλεμο την ώρα που έκαναν το πιο τολμηρό εγχείρημα της ιστορίας τους».
Επιχειρήθηκε πριν από μερικά χρόνια, να γίνει μια άμβλυνση των γεγονότων αυτών κυρίως για την Σμύρνη, από μερίδα ιστορικών όπως η κα Ρεπούση. Ποια είναι η άποψή σας πάνω σ’ αυτό το ζήτημα;
«Ο μέσος Έλληνας αμέσως αντέδρασε τότε, γιατί δεν μπορείς να ονομάσεις αλλιώς αυτό που συνέβη, που ήταν βαρύ και τραγικό. Πλέον έχει παραμερισθεί πλήρως αυτή η ιστορία».
Ο ελληνισμός, κα Ευθυμίου, έχει ζήσει σημαντικές γενοκτονίες στην ιστορία του. Πώς τις έχει εκλάβει στο πέρασμα του χρόνου στο πλαίσιο της κοινωνικής συνοχής του σήμερα;
«Λόγω των τραγικών γεγονότων, οι επιζήσαντες ήρθαν στη χώρα μας, στα υπάρχοντα εθνικά όρια, και αυτό ενίσχυσε τον πληθυσμό της χώρας, ενώ ενίσχυσε και την ελληνικότητα. Γιατί οι άνθρωποι αυτοί ήταν βαθιά Έλληνες, με έντονη την εθνική τους ταυτότητα. Απ’ αυτήν την πλευρά, όπως συμβαίνει πάντοτε στη ζωή, ακόμα και στα χειρότερα, πάντα κάποιο κέρδος υπάρχει. Και απ’ αυτήν την πλευρά, κερδίσαμε στα τότε εθνικά μας σύνορα ελληνικόν πληθυσμό -και μάλιστα ποιότητος».
Εντούτοις, εκείνα τα πρώτα χρόνια, οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, φαίνεται ότι δεν ήταν καλοδεχούμενοι από τον γενικό πληθυσμό της χώρας εκείνη την εποχή. Πώς αντιμετωπίσθηκαν από την πολιτεία εκείνη την εποχή;
«Η απορρόφηση τόσων πολλών ανθρώπων, κατά την εποχήν αυτή, αποτελεί ένα έπος του ελληνικού κράτους, το οποίο αποδείχθηκε σοβαρό και συστηματικό στις κινήσεις και τις δράσεις του. Σε πολλά σημεία, μάλιστα, εντυπωσιακά αποτελεσματικό, εάν κανείς αναλογισθεί το μέγεθος του προβλήματος, με δεδομένο ότι ήρθε το ένα τέταρτο περίπου του πληθυσμού σου ξαφνικά. Ούτε οι ΗΠΑ σήμερα, αν τους ερχόταν 70 -80 εκατομμύρια άνθρωποι θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το γεγονός χωρίς μεγάλες δυσκολίες. Το ότι υπήρξαν σε τοπικό επίπεδο αντιμαχίες μεταξύ των νεοεγκατασταθέντων και των παλαιών κατοίκων, ναι, πράγματι υπήρξαν, γιατί οι εντόπιοι, σε αρκετές περιοχές, θεώρησαν ότι οι πρόσφυγες τους παίρνουν την γη κτλ. Αλλά στην ελληνική κοινωνία υπήρξε και το αντίθετο, άνθρωποι δηλαδή που άνοιξαν τα σπίτια και τα μαγαζιά τους, έδωσαν τρόφιμα και ρουχισμό, συνέβαλαν όπως μπορούσαν. Συνολικά, η Ελλάδα δεν ήταν καθόλου πίσω, σ’ αυτήν την ιστορία».
Θα ήθελα επίσης κα. Ευθυμίου, να δούμε αν υπάρχουν κάποιοι συσχετισμοί με εκείνο το προσφυγικό κύμα, με την σημερινή προσφυγική και μεταναστευτική κρίση που βιώνουμε σήμερα. Υπάρχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά;
«Το κοινό χαρακτηριστικό είναι ότι έρχεται στη χώρα ένας αριθμός ανθρώπων. Ωστόσο, δεν εκείνοι, οι πρόσφυγες του 1922, ήταν Έλληνες που έφυγαν από περιοχές που οι Έλληνες θεωρούσαν πατρίδα τους, τις θεωρούσαν ιστορικά ελληνικές. Ήταν δικοί μας άνθρωποι. Αντίθετα, οι άνθρωποι που μπαίνουν σήμερα στην χώρα μας είναι ξένοι, από ξένες χώρες. Και αυτό κάνει το πράγμα πολύ διαφορετικό.».
Σύντομο Βιογραφικό σημείωμα
Σπούδασε στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Ολοκλήρωσε τους κύκλους των Μεταπτυχιακών της
Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης, στο Παρίσι. Έχει διδαχθεί επτά ξένες γλώσσες.
Από το 1981 ανήκει στο Διδακτικό και Ερευνητικό Προσωπικό του ΕΚΠΑ όπου σήμερα υπηρετεί ως Τακτική Καθηγήτρια. Από τη θέση αυτή έχει διδάξει, επί 42 χρόνια, χιλιάδες φοιτητές και εποπτεύσει εκατοντάδες σεμιναριακές και μεταπτυχιακές εργασίες, καθώς και διδακτορικά.
Έχει εκπροσωπήσει την Ελλάδα σε Επιτροπές Ιστορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενώ έχει μετάσχει, ως πανεπιστημιακός, σε δεκάδες ατομικές και ομαδικές εκπαιδευτικές δράσεις σχετικές με τη Δευτεροβάθμια και Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Έχει μετάσχει στο εγχείρημα του Mathesis των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης με επτά ενότητες Ελληνικής και Παγκόσμιας Ιστορίας (mathesis.cup.gr).
Από το 2006 διδάσκει στο ευρύ κοινό δωρεάν, σχεδόν καθημερινά, σε εσπερινή βάση, σε ολόκληρη την Ελλάδα -και σε φυλακές και Κέντρα Απεξάρτησης- κύκλους Παγκόσμιας και Ελληνικής Ιστορίας. Τα μαθήματα αυτά έχουν παρακολουθήσει δεκάδες χιλιάδες άτομα.
Την άνοιξη του 2016, στα πλαίσια συνεργασίας του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, δίδαξε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών έναν κύκλο 19 τρίωρων μαθημάτων Παγκόσμιας Ιστορίας (καταγεγραμμένα στην ηλεκτρονική θέση Blod.gr Mαρία Ευθυμίου).
Έχει συγγράψει και επιμεληθεί έξι βιβλία Ιστορίας, ενώ έχουν δημοσιευθεί περί τα ογδόντα πέντε άρθρα και μελέτες της σε περιοδικά Ιστορίας, Πρακτικά Συνεδρίων Ιστορίας, ένθετα Ιστορίας, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ο ημερήσιος και περιοδικός Τύπος έχει, κατά καιρούς, φιλοξενήσει παρεμβάσεις και τοποθετήσεις της περί τα πανεπιστημιακά και κοινωνικά.
Έχει αποδώσει στα ελληνικά ποιήματα της μεγάλης ποιήτριας Raquel Angel –Nagler, σε τέσσερα βιβλία ποίησης που έχουν εκδοθεί από τις εκδόσεις ΣΜΙΛΗ.
Κατά το έτος 2013 τιμήθηκε με το “Βραβείο Εξαίρετης Πανεπιστημιακής Διδασκαλίας εις μνήμην Β. Ξανθόπουλου – Στ. Πνευματικού”.