Στο επίκεντρο της εορτής
του Δεκαπενταύγουστου
η Ιερά Μονή Εικοσιφοίνισσας
στην περιοχή μας
Η Ιερά Μονή Παναγίας Εικοσιφοίνισσας είναι ένα ιστορικό μοναστήρι με μεγάλη σημασία, καθώς αποτελεί την παλαιότερη εν ενεργεία μονή στη Ελλάδα και την Ευρώπη. Βρίσκεται σε υψόμετρο 750 περίπου μέτρων, σε μια κατάφυτη με δέντρα περιοχή, και είναι γυναικείο μοναστήρι που φιλοξενεί 25 περίπου μοναχές.
Η Μονή Παναγίας Εικοσιφοίνισσας βρίσκεται στο Νομό Καβάλας, στα όρια με το Νομό Σερρών, αλλά υπάγεται διοικητικά στη Μητρόπολη Δράμας. Οι δύο πιο κοντινές πόλεις σε αυτήν είναι η Δράμα και η Καβάλα, σε ίση περίπου απόσταση 36 χιλιομέτρων.
Στις βόρειες πλαγιές του Παγγαίου όρους, δεσπόζει ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα της Μακεδονίας, η Ιερά Μονή της Παναγίας της Εικοσιφοίνισσας, που είναι γνωστή και ως Μονή της Κοσίνιτσας. Για την επωνυμία της έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις, από τις οποίες πιθανότερη φαίνεται εκείνη που τη σχετίζει με το «φοινικοῦν φῶς», δηλαδή το κοκκινωπό φως που εξέπεμψε το ξύλο, πάνω στο οποίο αποτυπώθηκε η μορφή της Παναγίας.
Σύμφωνα με την παράδοση, η μονή ιδρύθηκε στα μέσα του 5ου αιώνα από τον τότε επίσκοπο Φιλίππων Σώζοντα. Στην πραγματικότητα όμως πρώτος επίσημος κτήτοράς της θεωρείται ο άγιος Γερμανός από την Παλαιστίνη, ένας από τους φωτιστές των Σλάβων τον 9ο αιώνα. Δεύτερος κτήτορας θεωρείται ο οικουμενικός πατριάρχης Διονύσιος Α΄, ο οποίος συνέβαλε στην ανακαίνισή της, στο δεύτερο μισό του 15ου αιώνα. Σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας το μοναστήρι διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διατήρηση και ενίσχυσ του Ελληνισμού στην περιοχή. Το 1507 καταστράφηκε από τους Τούρκους και οι μοναχοί του σφαγιάστηκαν, αλλά σύντομα αναδιοργανώθηκε και ανακαινίσθηκε. Στις αρχές του 17ου αιώνα, όταν μητροπολίτης Ζιχνών ήταν ο Ιάκωβος, το καθολικό της μονής ανακαινίσθηκε εκ βάθρων και τοιχογραφήθηκε όταν μητροπολίτης Νευροκόπου ήταν ο Δανιήλ Α΄. Αργότερα, κατά την περίοδο των δύο παγκοσμίων πολέμων, η μονή λεηλατήθηκε επανειλημμένα από τους Βούλγαρους, οι οποίοι μεταξύ άλλων το έτος 1917 ααίρεσαν σημαντικό αριθμό βυζαντινών χειρογράφων. Το 1943 καταστράφηκε από πυρκαγιά όλο το συγκρότημα εκτός από το καθολικό. Η μονή ανασυστάθηκε το 1965, όταν εγκαταστάθηκε εδώ πολυάριθμη γυναικεία αδελφότητα.
Από την αρχική, μεσοβυζαντινή φάση της μονής διατηρείται σήμερα μόνο ένα τμήμα του μαρμαροθετημένου δαπέδου, που χρονολογείται γύρω στο 1000. Το σημερινό καθολικό οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1837-1847 από τον ηγούμενο Ανδρόνικο, ενώ από τον παλαιό ναό των αρχών του 17ου αιώνα διατηρήθηκε τμήμα του Ιερού Βήματος, που ανακαινίσθηκε. Ο κυρίως ναός, η λιτή και ο εξωνάρθηκας ήταν διακοσμημένα με τοιχογραφίες που έγιναν στη διάρκεια των ετών 1858-1865 από τον αγιογράφο Ματθαίο Ιωάννου από την Κόρινθο, ο οποίος είχε εργαστεί κυρίως στη Μολδαβία. Μεγάλο μέρος από αυτές αντικαταστάθηκαν από νεότερες. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο κατασκευάστηκε από Χιώτες τεχνίτες, όταν ηγούμενος ήταν ο Σωφρόνιος, στα τέλη του 18ου αιώνα. Αξιόλογες είναι και οι τοιχογραφίες του κοιμητηριακού ναού των Αγίων Αναργύρων με τις επιχρισμένες σήμερα τοιχογραφίες των μέσων του 16ου αιώνα.