Στη ζεστή αίθουσα του Λυκείων των Ελληνίδων Δράμας
Η σημαντικότητα της σχέσης
μητέρας-παιδιού και πως μπορεί
να αναθεωρηθεί και να γίνει καλύτερη
Πλήθος κόσμου στην παρουσίαση του νέου βιβλίου «Μαμά…20 αληθινές ιστορίες» της Δραμινής συγγραφέως Μαρίας Καμπάνταη
Του Θανάση Πολυμένη
ΤΟ ΒΡΑΔΥ της Δευτέρας 13 Φεβρουαρίου, παρουσιάστηκε στη ζεστή αίθουσα του Λυκείων των Ελληνίδων Δράμας, το νέο βιβλίο της Δραμινής συγγραφέως Μαρίας Καμπάνταη με τίτλο: «Μαμά… 20 αληθινές ιστορίες», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΑΡΜΟΣ.
Η εκδήλωση διοργανώθηκε από το Λύκειο των Ελληνίδων παράρτημα Δράμας και το βιβλιοπωλείο της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας «Ο Ζυγάκτης».
Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου της κας Καμπάνταη, μίλησε ο Αρχιμανδρίτης Γεράσιμος Βλατίτσης, η Διοικήτρια του Νοσοκομείου Δράμας κα. Θεσσαλονικιά Καρατζόγλου και η ίδια η συγγραφέας. Να σημειωθεί ότι η κα. Καμπάνταη εργάζεται ως Ψυχολόγος στο Γενικό Νοσοκομείο Δράμας.
Μουσικά την εκδήλωση πλαισίωσαν και σύμπραξαν οι Παραδοσιακές Χορωδίες του Λυκείου Ελληνίδων Δράμας και Κυργίων με Χοράρχη τον Μιχαήλ Γεροντίδη και μαθητές του Μουσικού Σχολείου Δράμας υπό την καθοδήγηση της καθηγήτριας μουσικής Αγαθής Πάνκου.
Καμπάνταη: Παλιές συνταγές ιδωμένες διαφορετικά
Μιλώντας στα τοπικά μέσα ενημέρωσης για το βιβλίο της η κα. Καμπάνταη, ανέφερε ότι πρόκειται για το δεύτερο βιβλίο της και αφορά «την σχέση μητέρας – παιδιού, την οποία παρομοιάζω με την μαγειρική, καθώς μοιράζονται πάρα πολλά κοινά. Έχουν υλικά, δοσολογίες, πειραματισμό, αποτυχίες, κατορθώματα και δοκιμές».
Όπως τονίζει χαρακτηριστικά, «μιλάμε πιο πολύ για το αν υπάρχει συνταγή γι’ αυτή τη σχέση, γι’ αυτό βάζω και τις μαγειρικές συνταγές και καθώς σαν γονείς επαναλαμβάνουμε γνωστές συνταγές, μαθημένες από τα παλιά, το βιβλίο μου προτείνει μια νέα συνάντηση, έναν αναστοχασμό στις ήδη δοσμένες συνταγές, που είναι είτε δοσμένες άτυπα, είτε βιωματικά, είτε με το παράδειγμα των γονιών. Να τις δούμε διαφορετικά και να προσθέσουμε ή να αφαιρέσουμε ανάλογα με αυτόν που έχουμε απέναντί μας. Γιατί, κάθε παιδί είναι μοναδικό. Μπορεί να κρυφοκοιτάξουμε την συνταγή, αλλά παίζει ρόλο ποιον έχουμε απέναντί μας. Ουσιαστικά, μιλάει για τη μοναδικότητα του ρόλου της μητέρας και τη μοναδικότητά του, αλλά και την σημαντικότητα της σχέσης, για το πώς αυτή μπορεί να αναθεωρηθεί και να γίνει καλύτερη».
Η ίδια σημειώνει επίσης ότι, «το βιβλίο μπορεί να καταταχθεί στην θεραπευτική λογοτεχνία, γιατί μέσα από τις αληθινές ιστορίες – γιατί εκεί βασίζεται – ουσιαστικά περνάω μηνύματα ψυχολογικά, χωρίς να κουνάω το δάκτυλο ή δείχνω κανόνες, ώστε να ταυτίζεται ο αναγνώστης και μέσω της ταύτισης μαθαίνει, ώστε η γνώση να περάσει μέσα από την καρδιά».
Σχετικά με το πώς προέκυψε το βιβλίο, η κα.Καμπάνταη σημειώνει ότι, «ξεκίνησε από μια πολύ απλή ιδέα. Επειδή η μητέρα μου ως Πόντια είναι καλή μαγείρισσα και πάντα ξεχωρίζαμε κάποιες μαγειρικές συνταγές, ήθελα να της κάνω ένα δώρο γενεθλίων με τυπωμένες συνταγές σαν βιβλιαράκι. Τελικά έγινε ένα βιβλίο δώρο για όλες τις μητέρες, αλλά και για παιδιά. Γιατί το βιβλίο έχει τρία κεφάλαια: ιστορίες που μιλάει η μητέρα, ιστορίες που μιλάει το παιδί και στο τέλος στοχαστικά αφηγήματα, όπου εκεί μιλάει για το αν υπάρχει τελικά συνταγή γι’ αυτή τη σχέση».
Αρχιμανδρίτης Γεράσιμος: Βλέπουμε στιγμές από τη δική μας ανατροφή
Για το βιβλίο μίλησε επίσης στον «Π.Τ.» ο Αρχιμανδρίτης Γεράσιμος Βλατίτσης, ο οποίος σημειώνει μεταξύ άλλων: «Θεωρώ σημαντικό το βιβλίο αυτό, ενώ δεν θα το κρίνω εγώ λογοτεχνικά ή συγγραφικά, αλλά οντολογικά, δηλαδή με την οπτική του ορθοδόξου πνεύματος, την αέναη σχέση που έχει η μάνα με τα παιδιά της, με το σύζυγό της, με τους γονείς της και με το ευρύτερο περιβάλλον μέσα σ’ αυτή τη διαχρονική διαπάλη στην οποία η μητέρα κάθε φυλής, κάθε εποχής, κάθε θρησκείας, καλείται να αντιμετωπίσει».
Όπως σημειώνει ο π. Γεράσιμος, «σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια νέα ορθόδοξη μάνα, σύζυγο και κόρη, η οποία με ένα γλαφυρότατο τρόπο παρουσιάζει μέσα απ’ αυτές τις 20 ιστορίες της, βιωματικά και εμπειρικά, όλα αυτά που έζησε και μας τα μεταφέρει με ένα πολύ ωραίο τρόπο. Ψηλαφούμε κι εμείς με τη δική μας δυνατότητα σ’ αυτή την καταγραφή και την έκθεση των αισθημάτων της ψυχής της, που είναι ο βαθύτατος πλούτος της με την οποία ο Θεός την προίκισε και αυτή αξιοποίησε. Πιστεύω ότι η έκδοση αυτών των 20 αληθινών ιστοριών, συμβάλλει καθοριστικά στην αποσαφήνιση των πτυχών με τις οποίες όλοι μας μεγαλώσαμε με τις μανάδες».
Επισημαίνει ακόμα ο π. Γεράσιμος, ότι, «το κλειδί που ξεκλειδώνει το μυστικό του βιβλίου, βρίσκεται στη σελίδα 91, εκεί που η ίδια αναφέρει τον τρόπο με τον οποίον κατέγραψε αυτές τις ιστορίες. Ήταν σε ώρες καθημερινότητας, στη μαγειρική, στις οικιακές εργασίες και σε κάθε άλλη οικιακή δραστηριότητα, η οποία της έδινε το εκάστοτε έναυσμα για να εστιάσει και να αναλύσει τη συγκεκριμένη περίπτωση και ιδέα. Και αυτό μας θυμίζει το πηγαίον της ψυχής με το οποίον και ο νεώτερος άγιος της ορθοδοξίας που είναι ο όσιος Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης, ο μέγας υμνογράφος της Εκκλησίας και της εποχής μας, ο οποίος συνέθεσε 2.000 πλήρης ακολουθίες αγίων και με δήλωση του οποίου, κάθε φορά που ξεκινούσε να γράφει την ακολουθία ενός αγίου – αφού έκανε τον σταυρό του και την προσευχή του – ποτέ δεν σκεπτόταν τι θα γράψει και τι θα κάνει. Έρεε ο λόγος – θεόπνευστα στην προκειμένη περίπτωση – και η ακολουθία ήταν πλήρης και χωρίς διορθώσεις. Έτσι, και στην περίπτωση της κας Καμπάνταη βλέπουμε ότι ο Θεός με το χάρισμα με το οποίο την επροίκισε, ξεκινούσε να καταγράψει κάτι, το αποτέλεσμα των οποίων έχουμε σήμερα στα χέρια μας».
Καταλήγοντας, σημειώνει ότι «είναι ένα ωραίο βιβλίο στο οποίο βλέπουμε ακόμα και στιγμές δικές μας από την ανατροφή μας από τις μανάδες μας. Και ένα ωραίο βιβλίο, που πολλές φορές πιστεύουμε ότι περιγράφει και τον εαυτό μας, αλλά όσες φορές και αν το ξαναδιαβάσουμε, ανακαλύπτουμε και νέα σημεία, τα οποία δεν είχαμε ανακαλύψει κατά την πρώτη ανάγνωση».
Καρατζόγλου: Η εικόνα της μαμάς και του παιδιού
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ήταν επίσης και η παρουσίαση από την κα. Καρατζόγλου, από την οποία μεταφέρουμε εδώ ορισμένα αποσπάσματα:
«Η σχέση μας με τη μαμά μας ήταν προφανώς το κίνητρο της συγγραφής του συγκεκριμένου βιβλίου. Το στερεότυπο της επάρκειάς μας ως γυναίκες έχει εμποτίσει την ζωή μας, το είναι μας, κι όταν δεν καταφέρνουμε να παίξουμε όλους τους ρόλους, που κατά την καθεστηκυία αντίληψη πρέπει να διαδραματίσουμε, τότε αναβάλλουμε τη δική μας ζωή και τις ανάγκες μας, και την φορτώνουμε με ενοχές, με θλίψη, με θυμό, με κούραση.
Επομένως πρέπει να σκεφτούμε αλλιώς, να πετάξουμε από πάνω μας την ενοχή για την πιθανή – μη ανταπόκρισή μας στους ρόλους. Αν τα πρέπει μας έχουν κατακυριεύσει, είναι η ώρα να βάλουμε τα προσωπικά μας όρια, δείχνοντας τους τον πρέποντα σεβασμό. Και αυτό οφείλουν να το κάνουν και τα δύο φύλλα.
Αλλά ας μιλήσουμε για την μητέρα.
Η ευθύνη που αισθάνεται είναι το πιο ενοχικό συναίσθημα και αυτό που τελικά καταλήγει πολλές φορές να την καθιστά μη λειτουργική.
Πνίγεται ανάμεσα στη δυνατότητα και την αποδοτικότητα. Αλλά αυτό που πρέπει να την απασχολεί είναι η φροντίδα. Αυτήν όμως, την έμαθε μεγαλώνοντας μέσα από τη σχέση της με τη δική της μαμά , με το δικό της μπαμπά. Από τον τρόπο που ανατράφηκε , δηλαδή από τον τρόπο που τράφηκε ξανά και ξανά με τη γνωστή συνταγή της δικής της μαμάς». (…)
«Η συγγραφέας δεν προτιμά αυτόν τον κανόνα της καλής μαμάς. Προτιμά την πραγματική μαμά, την ανθρώπινη μαμά, αυτή που συνδιαμορφώνει με το παιδί, αυτή που δεν ακολουθεί απαραίτητα πιστά τη συνταγή , αλλά αυτή που μπορεί και να διαφωνεί με το παιδί, κάποιες φορές να συγκρούεται μαζί του βάζοντάς του όρια, ειδικά όταν σέβεται η ίδια τα δικά της.
Αυτή που σε ένα μόνο πράγμα δεν βάζει όριο. Στην αγάπη για το δικό της μοναδικό παιδί , το ξεχωριστό, όχι σ’ αυτό που προσπαθεί να δει ή να αναθρέψει ως δική της προέκταση.
Η κλωστή της διατροφής – ανατροφής του παιδιού, που τόσο εύστοχα η συγγραφέας διαπραγματεύεται, ξεκινά από την κύηση δηλαδή από την περίοδο που η κλωστή είναι ορατή , αλλά μετά συνεχίζει να υπάρχει ως αόρατη, και μας συνδέει σ’ όλη τη ζωή μας». (…)
«Η εικόνα – Αυτό που δημιούργησα εγώ από την ανάγνωση του βιβλίου και θέλω να μείνει χαραγμένο στη μνήμη μου από την μελέτη του βιβλίου, είναι η εικόνα της μαμάς και του παιδιού μπροστά στον καθρέφτη, μιας εικόνας δύο ειδώλων διαφορετικών και για τους δύο. Εικόνα στην οποία η μαμά δεν βλέπει το δικό της είδωλο στο πρόσωπο του παιδιού, αλλά δύο είδωλα χωριστά –μοναδικά».