Η θέση του Ιατρικού Συλλόγου για το νομοσχέδιο στην Υγείας
Βασιλείου: «Το νομοσχέδιο έχει αρκετές ασάφειες.
Να ενισχυθούν οικονομικά τα Νοσοκομεία και ο ΕΟΠΠΥ»
Σε συνεχή υποβάθμιση και χωρίς χρηματοδότηση η δημόσια Υγεία και τα Νοσοκομεία
Του Θανάση Πολυμένη
ΣΕ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ βρίσκεται πλέον από τις 20 Οκτωβρίου, το νομοσχέδιο του Υπ. Υγείας. Με το νέο νομοσχέδιο ορίζονται οι άδειες ίδρυσης και λειτουργία ιδιωτικών κλινικών, διάφορες διατάξεις για φαρμακεία, εργασιακό καθεστώς ειδικευόμενων ιατρών Ε.Σ.Υ. και άλλα.
Επίσης, με το ίδιο νομοσχέδιο ορίζεται και η συμμετοχή γιατρών του Ε.Σ.Υ. στον ιδιωτικό τομέα, καθώς θα δίνεται η δυνατότητα να εργαστούν και να συνεργαστούν με διάφορα ιδιωτικά ιατρικά κέντρα, ή κλινικές ή αλλού.
Γενικό είναι πάντως το φαινόμενο, ότι υπάρχουν ήδη έντονες αντιδράσεις από όλες τις πλευρές. Οι ιδιώτες γιατροί κάνουν λόγο για δημιουργία αθέμιτου ανταγωνισμού, ενώ εκπρόσωποι των Νοσοκομειακών Γιατρών υποστηρίζουν ότι οι πολίτες οδηγούνται στον ιδιωτικό τομέα.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, η ρύθμιση λαμβάνει και θετικά σχόλια από πολλούς που εκτιμούν ότι εκτός από έναν τρόπο αύξησης των αποδοχών των χαμηλά αμειβόμενων νοσοκομειακών γιατρών, είναι και κίνητρο για είσοδο νέων και καταρτισμένων επιστημόνων στο ΕΣΥ.
Η θέση του Ιατρικού Συλλόγου Δράμας
Αναφορικά με το νέο νομοσχέδιο που βρίσκεται σε διαβούλευση, η γραμματέας του Ιατρικού Συλλόγου Δράμας κα. Όλγα Βασιλείου, εκφράζεις τις αντιρρήσεις του Συλλόγου σε ορισμένα από τα ζητήματα.
Μιλώντας στον «Πρωινό Τύπο», επισημαίνει αρχικά ότι «αυτό που μας κάνει εντύπωση όχι μόνο τοπικά ως Δράμα, αλλά γενικότερα και σε όλη τη χώρα, είναι ότι στις 20 Οκτωβρίου κατατέθηκε για διαβούλευση ένα νομοσχέδιο από το Υπ. Υγείας, όταν στις 16 του ίδιου μήνα, οι Ιατρικοί Σύλλογοι είχαν εκλογές και δεν υπήρχαν ακόμα διοικητικά συμβούλια για να συζητηθεί αυτό το θέμα και να τεθεί πραγματικά σε διαβούλευση».
Απόσυρση
Όπως επισημαίνει η ίδια, σε έκτακτο διοικητικό συμβούλιο που έγινε την Τετάρτη από τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο και με την παρουσία του υπουργού κ. Πλεύρη, ζητήθηκε αν μπορεί να αποσυρθεί το προσχέδιο αυτό και να ξανασυζητηθεί άρθρο προς άρθρο με τους Ιατρικούς Συλλόγους και τον Πανελλήνιο.
Όπως τονίζει ιδιαίτερα, η κα. Βασιλείου, «το νομοσχέδιο έχει αρκετές ασάφειες, γιατί υπάρχει μια τακτική. Κατατίθεται ένα νομοσχέδιο στη Βουλή προς ψήφιση και τα άρθρα στη συνέχεια ανανεώνονται και αλλάζουν με υπουργικές αποφάσεις. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν διασαφηνίζονται από την αρχή κάποιες βασικές αρχές του νομοσχεδίου».
Γιατροί του Ε.Σ.Υ. στον ιδιωτικό τομέα
Ένα από τα ζητήματα που τίθενται από το νομοσχέδιο, είναι ότι, «δίνεται η εντύπωση ότι ουσιαστικά διευκολύνονται κάποιοι διευθυντές μεγάλων Κλινικών Νοσοκομείων, να βγουν και να εργαστούν στον ιδιωτικό τομέα. Υποβαθμίσει έτσι τη λειτουργία των Νοσοκομείων και γενικότερα του συστήματος του Ε.Σ.Υ., γιατί δίνει τη δυνατότητα μετακίνησης γιατρών εντός και εκτός Νοσοκομείων όταν όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει μεγάλη υποστελέχωση όσον αφορά το κομμάτι του υγειονομικού προσωπικού στα Νοσοκομεία», λέει η γραμματέας του Ιατρικού Συλλόγου Δράμας και συνεχίζει:
«Αν και δεν διασαφηνίζεται, ουσιαστικά αυτοί που μπορούν να βγουν στον ιδιωτικό τομέα και να εργαστούν είναι διευθυντές ή συντονιστές μεγάλων Νοσοκομείων. Να πούμε όμως εδώ και το εξής: γιατροί που θα έχουν τη δυνατότητα να βγουν εκτός Νοσοκομείων, ουσιαστικά θα έχουν μια μέρα ρεπό από το πρόγραμμά τους, εφόσον καλύψουν τις εφημερίες, τα τακτικά και εξωτερικά ιατρεία και τα απογευματινά χειρουργεία. Ουσιαστικά μια μέρα την εβδομάδα θα γίνεται αυτό. Το να κρατήσουν ιδιωτικό ιατρείο, αυτό αποκλείεται. Τα να συνεργαστούν με μεγάλα ιατρικά κέντρα, είναι το πιο λογικό».
Όταν θυμούνται τους ιδιώτες
Ερωτώμενη για τον ιδιωτικό τομέα, τονίζει χαρακτηριστικά η ίδια, ότι, «όταν τον έχουμε ανάγκη τότε τον δεχόμαστε και δεύτερον τον χρησιμοποιούμε ανάλογα. Επειδή υπήρχαν εν καιρώ πανδημίας φοβερές ελλείψεις όσον αφορά βασικές ειδικότητες όπως οι αναισθησιολόγοι, πνευμονολόγοι, καρδιολόγοι, επιστρατεύτηκαν συνάδελφοι και κάλυψαν κάποιες θέσεις. Ελάτε όμως στη θέση τους, να αφήνουν τα ιατρεία τους και να πηγαίνουν να καλύπτουν τις ανάγκες του συστήματος υγείας».
Χρόνια προβλήματα από την υποχρηματοδότηση
Απαντώντας σε ανάλογη ερώτηση, η ίδια επισημαίνει ότι, «όλα αυτά, είναι προβλήματα χρόνια, τα οποία τώρα καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, ενώ έχουμε μπροστά μας ένα δύσκολο χειμώνα για άλλη μια φορά.
Η υποχρηματοδότηση στον τομέα της υγείας, οδηγεί σε τέτοιου είδους λύσεις. Οι προτάσεις οι δικές μας είναι συγκεκριμένες και κυρίως επικεντρωνόμαστε σ’ αυτό το κομμάτι. Ότι πρέπει να γίνει χρηματοδότηση, να βάλει δηλαδή η κυβέρνηση το χέρι στην τσέπη και το Υπ. Υγείας, έτσι ώστε κονδύλια να πάνε και προς το δημόσιο τομέα υγείας, να ενισχυθεί το Ε.Σ.Υ. με προσλήψεις, με μονιμοποίηση των επικουρικών και όχι τέτοιου είδους λύσεις να βγάλουμε κάποιους γιατρούς εκτός δημόσιου τομέα».
Οικονομική ενίσχυση του ΕΟΠΥΥ
Σε ερώτηση για το τι μπορεί να γίνει με τον ΕΟΠΥΥ, η κα. Βασιλείου σημειώνει ότι «θα πρέπει να ενισχυθεί οικονομικά. Γιατί προστίθενται εξετάσεις χωρίς όμως να υπάρχουν τα κονδύλια. Θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε ευρωπαϊκά προγράμματα ΕΣΠΑ και προληπτικές εξετάσεις και γενικά να γίνει μια χρηματοδότηση. Δυστυχώς περάσαμε μια οικονομική κρίση, μια ενεργειακή κρίση, ήρθε και η υγειονομική κρίση και όλα αυτά οδήγησαν σε μια υποβάθμιση των ιατρικών υπηρεσιών εντός και εκτός Νοσοκομείων. Ο κόσμος δυστυχώς δεν έχει χρήματα για να μπορέσει να απευθυνθεί στον ιδιωτικό τομέα. Κι αυτό το γνωρίζουν αυτοί που κυβερνούν».
Αγωγή από τη Διεθνή Αμνηστία
Στο μεταξύ, όπως έγινε γνωστό, στις 2 Νοεμβρίου, η Διεθνής Αμνηστία κατέθεσε αγωγή στο Συμβούλιο της Ευρώπης με κεντρικό θέμα τη λιτότητα που επικρατεί στον τομέα της δημόσιας Υγείας στην Ελλάδα.
Στην αγωγή αναφέρεται μεταξύ άλλων, ότι, η κυβέρνηση της Ελλάδας παραβίασε διατάξεις του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, σχετικά με το δικαίωμα στην υγεία και στην απαγόρευση διακρίσεων, εξαιτίας των επιπτώσεων των μέτρων λιτότητας που θεσπίστηκαν μετά την οικονομική κρίση του 2009/2010.
Απαντώντας για το θέμα αυτό, η κα. Βασιλείου τόνισε: «Αυτό που θέλω να πω, είναι ότι θα πρέπει να γίνει μια συνεργασία του ιατρικού κόσμου και του Υπουργείου και θα πρέπει επιτέλους να αποφασίσουμε εμείς για εμάς και όχι κάποιοι τεχνοκράτες και εμάς. Πρέπει οπωσδήποτε να χρηματοδοτηθεί και ο ΕΟΠΥΥ και το δημόσιος φορέας υγείας».