Home > Νέα > Ιερά Αγρυπνία για την μνήμη Αγιορειτών Πατέρων με τη συμμετοχή του Μητροπολίτη Δράμας κ. Δωρόθεου

Ιερά Αγρυπνία για την μνήμη Αγιορειτών Πατέρων με τη συμμετοχή του Μητροπολίτη Δράμας κ. Δωρόθεου

Ιερά Αγρυπνία για την μνήμη

Αγιορειτών Πατέρων με τη συμμετοχή

του Μητροπολίτη Δράμας κ. Δωρόθεου

 

 

ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ Αγρυπνία για την μνήμη των Αγιορειτών Πατέρων που έγινε τη δεύτερη Κυριακή του Ματθαίου, στον Ναό του Πρωτάτου στις Καρυές, συμμετείχε ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δράμας κ. Δωρόθεος, προσκεκλημένος της Ιεράς Επιστασίας.

Κατά τη διάρκεια της Ιεράς Αγρυπνίας, ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δράμας εκφώνησε λόγο, στον οποίο μεταξύ άλλων ανέφερε:

[Κοινή ἑορτή τῶν Ἁγιορειτῶν Ἁγίων δέν ὑπῆρχε μέχρι τά τέλη τοῦ 18ου αἰῶνος. Καθιερώθηκε ὕστερα ἀπό τή σύνθεση ἀκολουθίας ἀπό τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, στόν ὁποῖο ὀφείλουμε καί τό ἀπολυτίκιο τῶν Ἁγίων. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναφέρει τούς λόγους, οἱ ὁποῖοι τόν ὁδήγησαν στην «καινή καί κοινή μνήμη πάντων τῶν τοῦ Ὅρους ἁγίων Πατέρων».

Ὁ πρῶτος λόγος πού ἐπικαλεῖται εἶναι τό γεγονός ὅτι εἶναι παλαιά συνήθεια τῆς Ἐκκλησίας ὁ κοινός ἑορτασμός ἁγίων, τούς ὁποίους συνδέει ὁ ἴδιος τόπος, ὅπως για παράδειγμα ὁ ἑορτασμός τῶν «ἐν Σινά καί Ραϊθω ἀναιρεθέντων Ὁσίων» ἤ τῶν «ἐν τῇ Λιβύη καί Αἰγύπτω καί Θηβαΐδι ἀσκησάντων».

Ὁ δεύτερος λόγος εἶναι «ἵνα μή ὡς ἀχάριστα τέκνα φανῶμεν, μή τιμήσαντες κοινῶς τούς πνευματικούς ἡμῶν Πατέρας τούτους καί διδασκάλους καί εὐεργέτας καί ὁδηγούς, τῶν ὁποίων καί τά Μοναστήρια κατοικοῦμεν, καί τάς διδασκαλίας ἐντρυφῶμεν, καί τόν ἄρτον αὐτῶν τρώγομεν».

Μέ τήν κοινή πανήγυρη τῶν Ἁγιορειτῶν Ἁγίων, ὅπως γράφει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, «ὅσοι Πατέρες τοῦ Ὅρους, εἴτε ἀπό τούς ὀνομαστούς, εἴτε ἀπό τούς ἀνωνύμους, ἔμειναν ἕως τώρα ἀνεγκωμίαστοι, διότι δέν ἔχουσιν ἰδίαν ἀσματικήν ἀκολουθίαν, διά τῆς κοινῆς ταύτης ἀκολουθίας καί ἑορτῆς, καί αὐτοί τιμῶνται καί ἑορτάζωνται».

Καί ὁ τρίτος λόγος πού ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Νικόδημος εἶναι «ἵνα ἡ κοινή αὕτη τῶν ἁγίων Πατέρων ἑορτή, γένηται παρακίνησις πρός μίμησιν τῆς ἀρετῆς, καί τοῦ ζήλου αὐτῶν εἰς ἡμᾶς τούς μοναχούς τοῦ νῦν καιροῦ».]

Ειδικότερα στη συνέχεια ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δράμας, αναφέρθηκε στο βίο του Αγίου Πέτρου του Αθωνίτη, ο οποίος έζησε τον 8ο μ.Χ. αιώνα, για τον οποίο τόνισε μεταξύ άλλψν:

[Σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ὁ ὅσιος Πέτρος, ὕστερα ἀπό μία περιπέτεια αἰχμαλωσίας πού εἶχε στά χέρια τῶν Ἀράβων καί τή θαυματουργική ἀπελευθέρωσή του, πῆγε στή Ρώμη. Στήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης διδάχθηκε τά τῆς μονήρους διαίτης καί ἀφοῦ ἔλαβε τό μοναχικό σχῆμα, ἀναχώρησε.

Κατά τη διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ μέ τό πλοῖο ὁ ὅσιος σκεφτόταν ποιός θά ἦταν ὁ κατάλληλος τόπος, ὁ ὁποῖος θά τόν βοηθοῦσε γιά τή μοναστική ζωή του. Κι ἐνῶ τά σκεφτόταν αὐτά, εἶδε στό ὄνειρό του τόν Ἅγιο Νικόλαο νά ρωτᾶ τήν Παναγία «Πού καταλύσει Πέτρος, ὦ Δέσποινα». Ἡ Παναγία ἀπάντησε: «ὑπάρχει κάποιο ὅρος… αὐτό διάλεξα ἀπό ὅλη τή γῆ καί ἀπεφάσισα νά τό δωρήσω στή μοναχική πολιτεία… καί θα ὑπερασπισθῶ καθ’ ὅλη τή διάρκεια τοῦ βίου τους, ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἐδῶ θά ἀγωνισθοῦν ἐναντίον τοῦ κοινοῦ ἐχθροῦ των ἀνθρώπων».

Τό πλοῖο πού ταξίδευε μέσω Κρήτης θά ἔφθανε στήν Κωνσταντινούπολη. Ὡστόσο, σέ κάποιο σημεῖο ἀκινητοποιήθηκε καί δέν προχωροῦσε. Ὁ ὅσιος Πέτρος τότε σηκώθηκε ἀπό τό κατάλυμά του καί ρώτησε ποιό ἦταν τό Ὄρος πού φαινόταν. Ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι εἶναι ὁ Ἄθως, εἶπε: «Σέ αὐτό τό Ὄρος εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ νά διανύσω τό  ὑπόλοιπό της ζωῆς μου». Ἔτσι, ζήτησε καί ἀποβιβάστηκε στό Ὅρος.

Ὕστερα ἀπό 46 χρόνια ἕνας κυνηγός βρέθηκε στίς δασώδεις περιοχές τοῦ Ἄθωνος γιά νά κυνηγήσει. Καθώς κατεδίωκε ἕνα ἐλάφι, ἔφτασε μπροστά σ’ ἕναν ἄνθρωπο ἀποστεωμένο καί γερασμένο. Φοβήθηκε κι ἔκανε νά φύγει. Ὅμως ἐκεῖνος τόν κάλεσε κοντά του. Ἦταν ὁ ὅσιος, ὁ ὁποῖος θεώρησε ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶχε σταλεῖ ἀπό τόν Θεό. Ἔτσι, ἀφηγήθηκε σέ αὐτόν τόν πνευματικό του ἀγώνα, τόν ὁποῖο ὁ κυνηγός διέσωσε ὡς μία ἀγαθή κληρονομιά.]

Κλείνοντας την ομιλία του ο Μητροπολίτης Δράμας κ. Δωρόθεος σημείωσε:

[Ταπεινά εὔχομαι ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός, διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς σκέπης καί τῆς καταφυγῆς ὅλων μας, νά καθοδηγεῖ τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς στήν ὁδό πού πορεύτηκαν οἱ Ἁγιορεῖτες Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ἐνῶ ἔζησαν μιά ἁπλή ζωή, ἔζησαν σάν να εἶναι μέσα στόν Παράδεισο καί μέ τήν κοίμησή τους ἀποτελοῦν ἕνα διαρκές φάρμακο, το ὁποῖο μπορεῖ καί ὠφελεῖ τίς ψυχές ὅλων ἐκείνων πού κατανοοῦν τήν ἀσθένεια τῆς ἀνθρώπινης φύσης καί ἀναζητοῦν τήν πραγματική θεραπεία της. Αὐτό εἶναι τό νόημα τῆς λειτουργικῆς καί πνευματικῆς τάξης πού ἀποτυπώνεται στήν κληρονομιά τοῦ Ἁγίου Ὅρους».]