Παρουσίαση δύο βιβλίων του πρωτοπρεσβύτερου Σταύρου Παπαδόπουλου
Η ιστορία της Γενοκτονίας του Πόντου
μέσα από προσωπικά βιώματα
«Σ/18, Τσετε-παπάς, ο ανταρτόπαπας του Πόντου» και «Θυμάται… Μνήμες βαθιά ριζωμένες στο χρόνο»
Του Θανάση Πολυμένη
ΜΙΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ιστορία ξετυλίχθηκε το μεσημέρι της Κυριακής 19 Νοεμβρίου, στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του Δήμου Δράμας. Πρόκειται για ένα μέρος της ιστορίας της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού και κυρίως του Δυτικού Πόντου, ιδωμένα μέσα από αφηγήσεις και μαρτυρίες από την γιαγιά του πρωτοπρεσβύτερου Σταύρου Παπαδόπουλου.
Πρόκειται για δύο βιβλία, τα οποία εκδόθηκαν και κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Ινφογνώμων». Το πρώτο βιβλίο έχει τίτλο: «Σ/18 Τσετε-παπάς, ο ανταρτόπαπας του Πόντου» και το δεύτερο «ΘΥΜΑΤΑΙ… Μνήμες βαθιά ριζωμένες στο χρόνο». Για το έργο του συγγραφέα, μίλησε ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δράμας κ. Παύλος, η Ρένα Τριανταφυλλίδου δημοσιογράφος – συγγραφέας, ο Αιμίλιος Αθανασίου προϊστάμενος διοικητικών υπηρεσιών του Δήμου Δράμας και ο Ιωάννης Δεϊρμεντζόγλου, συνταξιούχος Εκπαιδευτικός Α/θμιας Εκπαίδευσης, τ. σχολικός σύμβουλος, ζωγράφος και συγγραφέας.
Ο πρωτοπρεσβύτερος Σταύρος Παπαδόπουλος στο βήμα.
Ο π. Σταύρος Παπαδόπουλος, είναι ένας άνθρωπος που σε καθηλώνει με την ομιλία του, με το λόγο του, με την γραφή του. Πρόκειται για έναν άνθρωπο, ο οποίος πέρασε πολλά χρόνια στη Γερμανία όπου σπούδασε και απέκτησε δύο διπλώματα και ντοκτορά, ενώ εργάστηκε αργότερα στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Κατερίνη και τη Δράμα, ως Ειδικός Παιδαγωγός – Θεραπευτής, ενώ έχει την ειδικότητα του Λογοπεδικού. Η μεγάλη διαφορά έρχεται στη ζωή του, όταν αποφασίσει στα 68 χρόνια του να γίνει ιερέας. Όπως ο ίδιος λέει μιλώντας στον «Πρωινό Τύπο», «τώρα στα γεράματα, με κάλεσε ο Κύριος να γίνω ιερέας».
Μιλώντας μας για το πρώτο βιβλίου του, μας λέει: «το πρώτο βιβλίο αναφέρεται στην Γενοκτονία των Ποντίων με πρωταγωνιστή τον παππού μου, ο οποίος ήταν ιερέας και δάσκαλος και στο τέλος μαρτύρησε με άλλους 8 ιερείς και 519 χριστιανούς από το Δυτικό Πόντο».
Συνεχίζοντας ο π. Σταύρος Παπαδόπουλος, εξηγεί: «Εγώ είχα ακούσματα από τη γιαγιά μου, η οποία ήρθε εδώ με τα δύο από τα πέντε παιδιά της, τα οποία έχασε στην εξορία, και με τον παππού μου, τον παπά τον οποίον έσφαξαν οι Τούρκοι. Όλα αυτά τα χρόνια, όλα αυτά τα βίωνα ακούγοντας τις διάφορες ιστορίες και όταν έφτασα σε κάποια ηλικία κατέφυγα στις πηγές. Όπως βιβλιογραφία, έγγραφα, διπλωματικές πηγές κτλ. Συγκεντρώνοντας αυτά τα στοιχεία, έγραψα αυτό το πρώτο βιβλίο. Έγραψα την ιστορία, όπου το 70% είναι αληθή γεγονότα. Απλά έβαλα το μυθιστορηματικό στοιχείο για να μπορέσω να δέσω την ιστορία τους».
Μιλώντας για το δεύτερο βιβλίο του «Θυμάται…», επισημαίνει: «Σκέφτηκα πως το πρώτο βιβλίο, αν μείνει εκεί που είναι, θα είναι ημιτελές. Θα πρέπει να το συμπληρώσω, τι έγιναν αυτοί που επέζησαν από τη Γενοκτονία, οι επίγονοι κτλ. Οπότε συνέθεσα τα πραγματικά γεγονότα σ’ αυτό το έργο ολόκληρο, γράφοντας την ιστορία των δικών μου ανθρώπων και κυρίως του Τείχους, γιατί είμαι γέννημα θρέμμα του Τείχους».
Ο π. Σταύρος Παπαδόπουλος, συνέβαλε επίσης για την ολοκλήρωση του Ειδικού Σχολείου της Δράμας όσο ακόμα ήταν λαϊκός και εργαζόταν ως Παιδαγωγός στο Δημόσιο, ενώ έχει γράψει και ένα τρίτο βιβλίο με τίτλο: «Η παρουσία ενός Οσίου στη ζωή μας», το οποίο είχε κυκλοφορήσει ως ένθετο στην εφημερίδα «Στύλος της Ορθοδοξίας».
π. Σταύρος Παπαδόπουλος, Σάββας Καλεντερίδης, Γιάννης Δεϊρμεντζόγλου, Ρένα Τριανταφυλλίδου, Αιμίλιος Αθανασίου.
Σ. Καλεντερίδης: Η μεγαλοψυχία των Ελλήνων
Για τα δύο βιβλία μίλησε επίσης στον «Πρωινό Τύπο» και ο εκδότης του «Ινφογνώμων» κ. Σάββας Καλεντερίδης, που ήταν και ο συντονιστής της εκδήλωσης. Όπως επισημαίνει για το πρώτο βιβλίο, «επικεντρώνεται κυρίως στο δράμα των Ελλήνων του Πόντου και της Γενοκτονίας. Και επειδή έχει τον χαρακτήρα μαρτυρίας, έχει ιστορική σημασία το βιβλίο, ιδιαίτερα για τη σφαγή στο Σελεμελίκ όπου 571 ανθρώπους, τους έκαναν εκούσια μέσα στην εκκλησία. Το δεύτερο βιβλίο το «Θυμάται…», έρχεται και συμπληρώνει στην ουσία το πρώτο. Στο πρώτο βιβλίο αναφέρεται στο δράμα των Ελλήνων του Δυτικού Πόντου, τις διώξεις, τις καταστροφές, τις σφαγές, και στο δεύτερο αναφέρεται στην ιστορία του ιδίου, στα παιδικά του χρόνια στο χωριό Τείχος, την ιστορία τη οικογένειάς του εκεί, την εγκατάσταση της γιαγιάς του».
Εμβαθύνοντας ο κ. Καλεντερίδης, κάνει αναφορά την ιστορία του βιβλίου: «Όταν εγκαταστάθηκαν στο Τείχος, τότε κατοικούσαν μουσουλμάνοι και συμβίωσαν επί ένα χρόνο. Μέχρι να φύγουν οι παλιοί κάτοικοι και τους μεταβιβαστεί η περιουσία, συνέχισαν αυτό το διάστημα αυτοί οι διωγμένοι και κατατρεγμένοι, να συμβιώνουν με τους μουσουλμάνους και μάλιστα δούλευαν και στις εργασίες των μουσουλμάνων. Δόθηκε η δυνατότητα να δουλέψουν στα χωράφια και στα ζώα τους, τους πλήρωσαν τα μεροκάματά τους ή τους έδωσαν ζώα αναλόγως και έφυγαν, χωρίς να αφήσουν πίσω το παραμικρό από τα υπάρχοντά τους.
Αν αξίζει τον κόπο να αναφερθεί κανείς σ’ αυτό το γεγονός, δεν είναι για να δούμε πόσο καλοί είμαστε εμείς και πόσο κακοί ήταν οι άλλοι. Αλλά για να δούμε πως, αν υπάρχει ηγεσία και σωστές κατευθύνσεις, κατά πόσο οι πολίτες προσαρμόζονται σ’ αυτές τις γραμμές που δίνουν οι ηγεσίες στον κόσμο και στη μια πλευρά καταστρέφουν, σφάζουν και οχλοποιείται η κοινωνία και στην άλλη βλέπουμε ότι υπήρχε μια, παρά το ότι η γιαγιά του συγγραφέα έχασε τρία παιδιά και τον άντρα της, βρήκαν τη δύναμη, την μεγαλοψυχία να συμβιώσουν με τους μουσουλμάνους. Τέτοιες σκηνές υπάρχουν πολλές σ’ αυτά τα δύο βιβλία».