Ματιές στην Ιστορία μας
«Πότε επιτέλους θα διανοίξει
το αρχαιολογικό νυστέρι τα σπλάχνα
της Ηδωνίδας Γης; ΙΙ
Γράφει ο Γ. Κ. Χατζόπουλος, τ. Λυκειάρχης
Ύστερα από τη δημοσίευση σε δύο τοπικές εφημερίδες του άρθρου μου με τίτλο «Γιατί απουσιάζει το αρχαιολογικό νυστέρι από το νομό μας;», δέχθηκα τηλεφωνήματα από καλούς φίλους, που μου κάνουν την τιμή, αφιερώνοντας μέρος από τον πολύτιμο χρόνο τους, να διαβάζουν όσα γράφει η ταπεινότητα μου, λέγοντας μου: γιατί επιμένεις τόσο στη διενέργεια ανασκαφικών ερευνών στον τόπο μας;
Μήπως είσαι φωνή βοώντος σε ώτα σφραγισμένα με βουλοκέρι, όπως έκανε ο πολυμήχανος και πολύπλαγκτος Οδυσσέας για ν’ αποφύγει το προκλητικό κάλεσμα των Σειρήνων;
Όχι, καλοί μου φίλοι, δε ματαιοπονώ. Τηρώ με πολύ σεβασμό την ευαγγελική θεόπνευστη προτροπή «κρούετε και ανοιγήσεται, αιτείτε και δοθήσεται». Και κοντά σ’ αυτήν τη βαθυστόχαστη προτροπή ηχούν έναυλα στ’ αυτιά μου τα λόγια του μεγάλου πατριώτη και θερμουργού μαχητή της Ελληνικής ελευθερίας στρατηγού Μακρυγιάννη με το κορμί κατάφορτο από πληγές, που τον προξένησαν τα βόλια των απίστων. Θα σας τα θυμίσω λοιπόν, όπως σας τα δίδαξα πριν από μερικές δεκαετίες στο Ιερό Τέμενος της παιδείας. Ακούστε τα λοιπόν για μια ακόμη φορά: «Όταν οι στρατιώτες μου μπήκαν στον Πόρο, βρήκαν δύο αρχαία αγάλματα, έναν άντρα και μια γυναίκα!
Ήταν τόσο καλά δουλεμένα, που ξεχώριζαν οι φλέβες τους. Σκόπευαν να τα πουλήσουν ακριβά στους ξένους.
Τους πλησίασα και τους συμβούλεψα όσα κι αν τους δώσουν να μην τα πουλήσουν. Γι’ αυτά τα αγάλματα πολεμήσαμε. Με άκουσαν και δεν τα πουλήσανε. Τα σώσαμε!»
Πόσο βαθιά ριζωμένος ήταν στην ψυχή του Μακρυγιάννη ο Ελληνισμός. Πόσο καλά γνώριζε εκείνος ο υπέρμαχος της θεόδοτης ελευθερίας πόσο άξιζαν τα δημιουργήματα των χεριών και του νου των προγόνων μας. Πόση βαθιά εκτίμηση έτρεφε προς τον πολιτισμό μας!
Τα δημιουργήματα του νου και των χεριών των αρχαίων Ελλήνων συναδελφωμένα με τους καρπούς του πνεύματός τους φώτισαν διάπλατα το μυαλό και την ψυχή των άλλων λαών με αποτέλεσμα να αναγκασθεί ο μεγάλος ποιητής των Ρωμαίων Οράτιος να ομολογήσει: «Μπορεί η Ρώμη να υπέταξε με τα όπλα την Ελλάδα, όμως υπετάγη από αυτήν με το πνεύμα». Πια πιο σίγουρη θωράκιση μπορεί να έχει ο Ελληνισμός, όταν σέβεται τον υψηλό πολιτισμό, που δημιούργησε και τον μεταλαμπάδευσε μέχρι τα βάθη της Ασίας, κατά τον Αλεξανδρινό ποιητή Κ.Π. Καβάφη;
Είναι γεμάτα τα ευρωπαϊκά μουσεία από Ελληνικές αρχαιότητες, που η επίσκεψή τους από τους περιηγητές αλλά και τους ντόπιους ενισχύει πλουσιοπάροχα το βαλάντιό τους.
Πως θα συντελούνταν η αναγεννησιακή πορεία της, Ευρώπης, αν οι μυαλωμένοι σοφοί της Δύσης δεν καταφεύγανε για να ξεδιψάσουν την πνευματική τους δίψα στα κλασικά Ελληνικά γράμματα και στον ολόγιομο από φως Ελληνικό πολιτισμό;
Γιατί κατεδαφίζουμε το πρόφραγμα, που κληρονομήσαμε και αφήνουμε «τους Μήδους να περάσουν» κατά τους στίχους του Κ.Π. Καβάφη.
Με τα ίδια μας τα χέρια βγάζουμε τα μάτια μας, δίνοντας χώρο δράσεις σε ανιστόρητους και επίβουλους παραχαράκτες. Δε μας διακατέχει το παραλήρημα του σωβινισμού. Μακριά από την ταπεινότητά μας μια τέτοια διάθεση. Στο στίχο του νεοέλληνα ποιητή» «κλείσε μέσα στην ψυχή σου την Ελλάδα και θα αισθανθείς κάθε είδους μεγαλείο» κάνουμε υπακοή με σεβασμό.
Όχι τσιγκουνιές για την ανάδειξη της ζωοδότρας πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Και να’ ναι βέβαιοι όσοι αυτόβουλα παίρνουν στα χέρια τους την τύχη αυτού του τόπου ότι θα κερδίσουμε και τον σεβασμό των άλλων, αλλά και θα διαπιστώσουμε ότι θα αβγαταίνει έντιμα το πουγγί μας.
Αυτή η αρχή, καλοί μου φίλοι, που με ρωτάτε γιατί επιμένω στην ανάδειξη της πολιτιστικής μας ταυτότητας οιστρηλατεί την ψυχή μου εδώ και δεκαετίες. Δεν αναμένω κανένα αντάλλαγμα ούτε υλικό ούτε ηθικό.
Απλώς κρούω ορθός τις χορδές της λύρας της ψυχής μου, γιατί δεν θέλω να ακούω το συνεχές παράπονο της Ηδωνίδας Γης, τον νεροσυρμό λαών και τον καταποτήρα των εθνών.