Το Μέγα Βραβείο Αρχαιολογίας 2020
στην αρχαιολογική ομάδα
του προϊστορικού οικισμού Ντικιλί Τας
στους Φιλίππους
Το Μέγα Βραβείο Αρχαιολογίας του ιδρύματος Simone και Cino Del Duca απένειμε στην αρχαιολογική ερευνητική ομάδα του Ντικιλί Τας, στην περιοχή των Φιλίππων του δήμου Καβάλας, το Γαλλικό Ινστιτούτο, φορέας από τον οποίο εξαρτάται η Γαλλική Ακαδημία Επιγραφών και Γραμμάτων, όπως και όλες οι επιμέρους ακαδημίες της χώρας. Είναι η δεύτερη χρονιά που η ανασκαφική ομάδα προτάθηκε ως υποψήφια για την απονομή του βραβείου, αλλά αυτή τη φορά τα μέλη της Γαλλικής Ακαδημίας Επιγράφων και Γραμμάτων αναγνώρισαν τη σπουδαιότητα των ανασκαφικών εργασιών που εκτελούνται στον προϊστορικό οικισμό του Ντικιλί Τας, οι οποίες συμπληρώνουν ήδη 100 ολόκληρα χρόνια, αλλά και την ποιότητα των επιστημονικών ερευνών της ομάδας.
Η αρχαιολόγος Δημητρία Μαλαμίδου, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Σερρών και μέλος της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών, διευθύνει από το 2008 το συγκεκριμένο ανασκαφικό πρόγραμμα μαζί με την επίτιμη Έφορο Αρχαιοτήτων και επίσης μέλος της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών, Χάιδω Κουκούλη – Χρυσανθάκη. Μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ η κ. Μαλαμίδου δεν κρύβει τη χαρά και την ικανοποίησή της για τη βράβευση, κάνοντας λόγο για αναγνώριση των κόπων και των προσπαθειών ολόκληρης της ανασκαφικής ομάδας. Το σημερινό ανασκαφικό πρόγραμμα (2019-2023) από γαλλικής πλευράς διευθύνεται από τους Pascal Darcque και Τσιρτσώνη, διευθυντή ερευνών και ερευνήτρια, αντίστοιχα, στο Γαλλικό Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (CNRS).
«Η βράβευση αυτή», υπογραμμίζει η κ. Μαλαμίδου, «εξασφαλίζει μια διεθνή αναγνώριση στο ανασκαφικό έργο, που υλοποιείται όλα αυτά τα χρόνια. Το χρηματικό ποσό που συνοδεύει το βραβείο θα συμβάλει σημαντικά στην οικονομική υποστήριξη της ανασκαφής, δίνοντάς της διάρκεια και συνέχιση, ενώ θα βοηθήσει στην όσο το δυνατόν καλύτερη οργάνωση του ανασκαφικού έργου και στην πρόσληψη περισσότερων αρχαιολόγων. Αν και, για να είμαι ειλικρινής, εμείς θα συνεχίζαμε να σκάβουμε ακόμα και αν δεν υπήρχε η οικονομική ενίσχυση, ακόμα κι αν δεν ερχόταν η βράβευση. Το έργο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί αντλούμε πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για τη ζωή των προϊστορικών ανθρώπων που διέμεναν σε αυτή την περιοχή».
Η ελληνογαλλική ομάδα του Ντικιλί Τας επανήλθε φέτος το καλοκαίρι στο ανασκαφικό πεδίο, μετά από μια διακοπή το 2020 λόγω της πανδημίας. Παρά τις δυσκολίες που δημιούργησαν τα μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων την περασμένη χρονιά, το 2020 ήταν μια σημαντική χρονιά για το ερευνητικό πρόγραμμα του Ντικιλί Τας, καθώς ήρθε η βράβευση, που συνέπεσε με την επέτειο της συμπλήρωσης εκατό χρόνων από την έναρξη των αρχαιολογικών ανασκαφών. Οι πρώτες δοκιμαστικές τομές ξεκίνησαν το 1920-1922 από τον Γάλλο αρχαιολόγο L. Renaudin.
Τα πλούσια ευρήματα του οικισμού
Όπως εξηγεί η κ. Μαλαμίδου, οι ανασκαφικές εργασίες στο Ντικιλί Τας ξεκίνησαν την ίδια χρονική περίοδο με τις ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων, καθώς από τότε ήταν γνωστή στην επιστημονική και αρχαιολογική κοινότητα η σπουδαιότητα του συγκριμένου οικισμού. Σήμερα, 100 χρόνια μετά, οι αρχαιολόγοι έχουν συλλέξει σημαντικά στοιχεία για τον τρόπο ζωής και οργάνωσης της κοινότητας των προϊστορικών ανθρώπων. Και μπορεί ακόμα να μην έχουν βρεθεί μεγάλα ευρήματα, εύκολα αναγνωρίσιμα από το ευρύ κοινό, ωστόσο, έχουν βρεθεί πλούσια κατάλοιπα από μια μακρά σειρά διαδοχικών στρωμάτων κατοίκησης, χρονολογούμενων από τις αρχές της Νεότερης Νεολιθικής περιόδου (5.500 π.Χ.) ώς τα τέλη της Ύστερης Εποχής του Χαλκού (1.100 π.Χ.).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, μεταξύ άλλων, ο πρόσφατος προσδιορισμός της πρώτης εγκατάστασης στη θέση, γύρω στα 6.400-6.200 π.Χ., δηλαδή την ίδια σχεδόν εποχή των πρώτων μόνιμων εγκαταστάσεων στη βορειοδυτική Ανατολία και στις «πρωτοπόρες» θέσεις του αιγαιακού κόσμου, καθώς και η πλήρης τεκμηρίωση παραγωγής οίνου από σταφύλια, της αρχαιότερης περίπτωσης οινοποίησης μέχρι στιγμής σε ευρωπαϊκό έδαφος (περίπου στο 4.300/4.200 π.Χ.).
Καταδείχθηκε επίσης ότι η Ύστερη Εποχή Χαλκού στην κορυφή της τούμπας εμφανίζει μακρά χρονική διάρκεια (τουλάχιστον από το 1.600/1.450 έως το 1.300/1.150 π.Χ.), ενώ η εύρεση κεραμικής με διακόσμηση μυκηναϊκού τύπου επιτρέπει τη διερεύνηση των επαφών της θέσης και της ευρύτερης περιοχής με τη νότια Ελλάδα.
Πάντως, ο προϊστορικός οικισμός έχει να αποκαλύψει ακόμα πολλά και μεγάλα μυστικά. Όπως εύστοχα επισημαίνει η Δημητρία Μαλαμίδου μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ «υπάρχουν ερωτήματα για το πού βρίσκεται το νεκροταφείο αυτού του οικισμού, το οποίο αναζητούμε και το οποίο θα μας προσφέρει σημαντικές πληροφορίες γύρω από τη λειτουργία της κοινότητας των προϊστορικών ανθρώπων, όσον αφορά τον θάνατο. Επίσης, υπάρχουν ερωτήματα για το πώς ήταν τα κτήρια την πρώιμη εποχή του Χαλκού, για τα οποία επίσης συνεχίζουνε την ανασκαφική έρευνα».
Ανάδειξη και προβολή του προϊστορικού οικισμού
Στις προθέσεις της ελληνογαλλικής ανασκαφικής ομάδας είναι η ανάδειξη και η προβολή του προϊστορικού οικισμού και προς αυτή την κατεύθυνση θα συμβάλει η οικονομική ενίσχυση του βραβείου. Στόχος είναι η εκπόνηση μιας μελέτης για την κατασκευή ενός μόνιμου μουσείου του Ντικιλί Τας στο οποίο θα εκτίθενται όλα τα ευρήματα του προϊστορικού οικισμού. Σήμερα, ένα πολύ μικρό μέρος εκτίθεται στα αρχαιολογικά μουσείου της Καβάλας και Φιλίππων, ενώ τα περισσότερα φυλάσσονται στα εργαστήρια και τις αποθήκες του αρχαιολογικού μουσείου των Φιλίππων.
Ο προϊστορικός οικισμός του Ντιλική Τας στις παρυφές των Φιλίππων παραμένει ακόμα ένας ενεργός και δραστήριος αρχαιολογικός χώρος που έχει να προσφέρει πολλά και αξιόλογα ευρήματα, αρκεί να αναλογιστεί κάποιος ότι μέσα σε αυτά τα εκατό χρόνια έχει ανασκαφεί, ερευνηθεί και μελετηθεί μόλις το ένα δέκατο της τούμπας.
Για όσους δε γνωρίζουν…
Ο προϊστορικός οικισμός του Ντικιλί Τας βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της πεδιάδας της Δράμας, σε απόσταση 2 χλμ. από την αρχαία πόλη των Φιλίππων, στις παρυφές της σημερινής κωμόπολης των Κρηνίδων, που υπήρξε έδρα του πρώην δήμου Φιλίππων και από το 2010 ενσωματώθηκε στον ενιαίο δήμο Καβάλας.
Ο οικισμός έχει τη μορφή τούμπας, μιας από τις μεγαλύτερες στα Βαλκάνια, με έκταση περιμέτρου τεσσάρων και ύψος 17 μέτρων. Η θέση αποτελεί αντικείμενο συστηματικής έρευνας, υπό την αιγίδα και την οικονομική στήριξη της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας και της Γαλλικής Σχολής Αθηνών. Από το 2008 το ανασκαφικό πρόγραμμα έτυχε επιπλέον στήριξης από την επιτροπή ανασκαφών του υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας και από το εδρεύον στις ΗΠΑ Ινστιτούτο Αιγαιακής Προϊστορίας (INSTAP). Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Καβάλας, όπως και η τοπική αυτοδιοίκηση, είναι σταθερά αρωγοί του έργου της αποστολής.
Προκαταρκτικές εκθέσεις για όλες αυτές τις έρευνες δημοσιεύθηκαν στα περιοδικά των επιβλεπόντων φορέων καθώς και στα πρακτικά των συναντήσεων για το αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και Θράκη. Τέσσερις τόμοι οριστικών δημοσιεύσεων έχουν ήδη δει το φως, ενώ πλήθος επιμέρους αποτελεσμάτων της έρευνας παρουσιάστηκαν με τη μορφή επιστημονικών άρθρων σε διεθνή συνέδρια, κεφαλαίων σε συλλογικούς τόμους και εγκεκριμένων διδακτορικών διατριβών. Τέλος, ένας τόμος που παρουσιάζει συγκεντρωτικά τα δεδομένα για την εξέλιξη, τη στρωματογραφία και τη χρονολόγηση της θέσης έχει ήδη τυπωθεί και θα βρίσκεται στις επιστημονικές βιβλιοθήκες στο τέλος του φετινού καλοκαιριού.
Ο οικισμός είναι επισκέψιμος από το κοινό, μετά όμως από συνεννόηση και επικοινωνία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Καβάλα – Θάσου, κατά τις ημέρες και ώρες των ανασκαφικών εργασιών.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ