Άνοιξη και φθινόπωρο έχουν χαθεί και είναι απειλή για τις μέλισσες!
Μια νέα μορφή νοζεμίασης απειλεί
το καλοκαίρι τα μελίσσια της περιοχής μας
Φ. Κανετούνης: Θα πρέπει να γίνονται προληπτικές θεραπείες
Του Θανάση Πολυμένη
ΑΠΟ ΤΟΝ Φεβρουάριο ακόμα, είχαμε ασχοληθεί συστηματικά με το ζήτημα του πληθυσμού των μελισσών στο Νομό Δράμας. (Σχετικά ρεπορτάζ μπορείτε να δείτε στον «Πρωινό Τύπο» στις 23 Φεβρουαρίου και στις 11 Μαρτίου 2017).
Ένα από τα έντονα προβλήματα που είχαν παρουσιαστεί κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ήταν ο αποδεκατισμός των μελισσιών στην περιοχή, τόσο εξαιτίας των έντονων καιρικών φαινομένων όπως των χιονοπτώσεων, του παρατεταμένου παγετού, αλλά και της δύσκολης και κακής ανθοφορίας που είχαμε το περασμένο φθινόπωρο του 2016. Όλα αυτά τα ζητήματα, είχαν ως αποτέλεσμα τη μεγάλη μείωση του πληθυσμού των μελισσών στην περιοχή μας, κατά 60%, όπως είχε δηλώσει στον «Π.Τ.» ο πρόεδρος των Μελισσοκόμων Ν. Δράμας κ. Φώτης Κανετούνης.
Μιλώντας εκ νέου χθες με τον κ. Κανετούνη, μας ενημέρωσε πως εμφανίζονται νέα προβλήματα για τους μελισσοκόμους της περιοχής, καθώς η νοζεμίαση απειλεί και πάλι τους πληθυσμούς, κυρίως εξαιτίας των αυξημένων θερμοκρασιών αλλά και της περιόδου με τις συνεχείς βροχοπτώσεις που αφήσαμε πίσω μας.
Όπως εξηγεί ο κ. Κανετούνης, έχουμε δύο μορφές νοζεμίασης. «Η μία είναι η nosema apis, η οποία παρουσιάζεται το χειμώνα και αναπτύσσεται σε μέρη με έντονη υγρασία κυρίως, όπου τα μελίσσια δεν μπορούν να ωριμάσουν το χειμώνα. Μετά από τη δυσεντερία έρχεται η nosema apis, η οποία σταματάει όταν η θερμοκρασία φτάσει στους 25 β C. Η nosema ceranae, αναπτύσσεται σε υψηλές θερμοκρασίες και κάνει ζημιές ιδιαίτερα το καλοκαίρι και ιδιαίτερα σε υψηλές θερμοκρασίες, όπως πάνω από 35 β C.»
Το πρόβλημα είναι ότι και οι δύο ασθένειες αποδεκατίζουν τα μελίσσια σε μεγάλο βαθμό και ότι δυστυχώς, οι μελισσοκόμοι, δεν το έχουν πάρει ακόμα αρκετά σοβαρά το ζήτημα αυτό.
Αναφερόμενος στις προληπτικές θεραπείες ο κ. Κανετούνης, φέρνει ως παράδειγμα το βαρρόα. «Το βαρρόα, είναι ένα άκαρι, για το οποίο πρέπει να κάνουμε προληπτικές θεραπείες, είτε το έχουμε είτε όχι στα μελίσσια μας, μια φορά το φθινόπωρο και μια φορά την άνοιξη. Το ίδιο θα πρέπει να κάνουμε και για τη nosema apis και ceranae, προληπτικές θεραπείες πριν τα μελίσσια μπουν στο χειμώνα, νωρίς την άνοιξη και όπως την περίοδο που έβρεχε κάθε μέρα, θα πρέπει να τροφοδοτήσουμε τα μελίσσια μας με θυμόλη. Η θυμόλη είναι μια ουσία που συνιστάται και στη βιολογική μελισσοκομία, είναι πάρα πολύ φθηνή και καταπολεμά τη nosema apis και ceranea, όχι μόνο στην βλαστική της μορφή, αλλά και με τα σπόρια της ακόμα. Αλλά θα πρέπει συστηματικά ο μελισσοκόμος, να κάνει θεραπεία τρεις φορές το χρόνο από 15 φορές.»
Σε ερώτηση σχετικά με τις ζημιές που έχουν γίνει στην περιοχή από τις ασθένειες της νοζεμίασης, ο κ. Κανετούνης υπενθυμίζει: «Από τη nosema apis τον περασμένο χειμώνα είχαμε αρκετές ζημιές. Και δεν ήταν μόνο τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Είχαμε τον παρατεταμένο παγετό, δεν είχαμε καλό φθινόπωρο και τα μελίσσια δεν μπόρεσαν να ανανεώσουν τον πληθυσμό τους. Και συν όλα αυτά, είχαμε τη νοζεμίαση, μια μεγάλη μάστιγα για την περιοχή μας. Τη nosema ceranae που αναπτύσσεται το καλοκαίρι, δεν την καταλαβαίνουμε εύκολα και αυτό είναι ένα ζήτημα.»
Ο κ. Κανετούνης αναφέρεται επίσης και στο μέλλον, τονίζοντας ιδιαίτερα ότι, «ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που θα έχουμε τα επόμενα χρόνια, θα είναι οι καιρικές συνθήκες, οι οποίες έχουν αλλάξει σε μεγάλο βαθμό. Έχουν χαθεί δύο ολόκληρες εποχές: η άνοιξη και το φθινόπωρο και από τον χειμώνα πηγαίνουμε κατευθείαν στο καλοκαίρι. Έχουμε παρατεταμένες ξηρασίες, παρατεταμένες περιόδους με ισχυρές βροχοπτώσεις. Καιρικές συνθήκες όπως το να βρέχει ένα μήνα καθημερινά, μπορεί να έχει αποτέλεσμα με καλή ανθοφορία, όμως η μέλισσα δεν μπορεί να την εκμεταλλευτεί. Και δεν είναι μόνο αυτό, αλλά η μέλισσα δεν μπορεί και να αναπτυχθεί σε τέτοιες περιόδους».
Νέες ασθένειες στην Ελλάδα
Ιδιαίτερα απαισιόδοξος είναι επίσης και ο καθηγητής στο Εργαστήριο Σηροτροφίας και Μελισσοκομίας στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, κ. Πασχάλης Χαριζάνης, ο οποίος σε δηλώσεις του στα πανελλήνια μέσα ενημέρωσης, επισημαίνει ότι εισάγονται διάφορες νέες ασθένειες στην Ελλάδα, που απειλούν σημαντικά τον πληθυσμό των ελληνικών μελισσών.
Όπως λέει χαρακτηριστικά, οι ασθένειες αυτές προέρχονται κυρίως από τις βασίλισσες υβρίδια που εισάγουν πολλοί μελισσοκόμοι, πιστεύοντας ότι με αυτό τον τρόπο θα ενισχύσουν την παραγωγή τους. Με αυτό τον τρόπο έρχονται ασθένειες στις οποίες τα μελίσσια στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευάλωτα, ενώ, παράλληλα, δεν έχει γίνει έρευνα ώστε να βρεθούν τρόποι αντιμετώπισης. «Έχουν γίνει πολλές παράνομες εισαγωγές τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα την έξαρση ασθενειών», τονίζει ο καθηγητής.
Πάντως, ο κ. Χαριζάνης τονίζει ότι, παρά τα περί του αντιθέτου φημολογούμενα, δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι στην Ελλάδα υπάρχει το σύνδρομο της κατάρρευσης των μελισσών, το οποίο αντιμετωπίζουν οι μελισσοκόμοι στις ΗΠΑ, αλλά και σε κοντινότερες σε εμάς χώρες, όπως η Ισπανία και η Γερμανία.
Το συγκεκριμένο σύνδρομο αναφέρθηκε στις ΗΠΑ από τους μελισσοκόμους το φθινόπωρο του 2006, όπου σε πολλές περιπτώσεις σημειώθηκαν απώλειες μελισσιών σε ποσοστό 50%-90% μέσα σε λίγες εβδομάδες.»
Ο καθηγητής κ. Χαριζάνης υποστηρίζει ότι θα πρέπει να υπάρξει εθνική νομοθεσία, η οποία να απαγορεύει την εισαγωγή ξένων φυλών μελισσών σε συνδυασμό με την προστασία και τη βελτίωση των γηγενών φυλών μελισσών σε ειδικά κέντρα γενετικής βελτίωσης, καθώς οι ελληνικές φυλές είναι προσαρμοσμένες στο περιβάλλον μας. Πρόκειται για πρακτική που ακολουθήθηκε σε πολλές άλλες χώρες, όπως στην Αυστρία, στην Πολωνία, στο Βέλγιο και στη Σλοβενία.