Νίκος Κωνσταντινίδης (1929 – 4/4/2017)
Σαν σήμερα έφυγε από κοντά μας
ο αγαπημένος μας Δραμινός ποιητής
ΝΙΚΟΣ Α. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ
Ο Θεός να τον αναπαύσει! Δεν τον ξεχνάμε!
ΝΙΚΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ
16/7/1999 Οπτική γωνία 12
……………………………………………
ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΑΥΤΗ
Στην πόλη αυτή περπάτησα,
στα ερημικά της στενοσόκακα.
Δεν είχε ποτέ αξιώσεις η πόλη αυτή
να δείξει άλλο πρόσωπο.
Σ’ άλλους χρόνους είχε πολλά πηγαία νερά,
λεύκες, ιτιές και πλατάνους.
Είχε ένα μεγάλο πλήθος πελαργών.
Τα δειλινά της ήταν γεμάτα χρώματα, άυλοι ανθόκηποι.
Ένα ρολόγι μεγάλο στητό σε πύργο ρύθμιζε τις ώρες.
Τίποτε άλλο.
Σ’ αυτήν την πόλη έζησα, δεν σκέφθηκα να φύγω σ’ άλλη.
Εδώ γνώρισα τον έρωτα χωρίς στα χέρια να ‘χω τίποτε.
Μα τίποτε! Ήταν μεστό ποτήρι πίκρας.
Τον αναζήτησα στους ασήμαντους δρόμους της.
Εδώ, στη μικρή μας πόλη άπλωσα τα φτερά της φαντασίας.
Εδώ σχεδίασα το υπόλοιπο του βίου μου ταξίδι.
Εδώ με βρήκε ο χειμώνας όπως τα σπίτια κλειστά που μένουν,
αφού τα εγκατέλειψαν οι ένοικοί τους.
Εδώ στην πόλη αυτή μένω ακόμα.
Εδώ ξημερώνει – βραδιάζει, ξημερώνει – βραδιάζει.
Εδώ θλιμμένες αντηχούν φωνές, όταν ο ήλιος χάνεται στη δύση
και τ’ αστεράκι του βραδιού σκάει πασίφωτο
στο μυστικό λυκόφως.
Ήταν το πεπρωμένο μου, στην πόλη αυτή να ζήσω.
Χωρίς ενθάρρυνση, χωρίς να περιμένω να ‘ ρθει εκείνο,
που τα φτερά του θ’ άνοιγε πλατιά σαν ένας αλμπατρός…
ΝΙΚΟΣ Α. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ
ποίημα απ’ το βιβλίο ΟΠΤΙΚΗ ΓΩΝΙΑ 15
……………………………………………………………………..
Στη μνήμη του αγαπημένου μας Δραμινού ποιητή
Νίκου Α. Κωνσταντινίδη
Αγαπημένε ποιητή,
Έφυγες και δάκρυσε το έρημο παραθύρι σου,
έμεινε ορφανό το αγιόκλημα στην άκρη της αυλής σου,
η μοναξιά αναζητάει το χαμόγελό σου.
Τ’ απόβραδα μελαγχολικά πια,
τις νύχτες οι κάμαρες που άφησες πονούν,
απ’ τις χαραμάδες ο άνεμος ψιθυρίζει το μοιρολόγι του.
Η τελευταία σου γραφή γεμάτη στοργή,
τώρα η θλίψη γυροφέρνει στην οδό Κ…17.
Τα βήματά σου μοναχικά στον δρόμο τον τελευταίο,
γαλήνιος γύρισες και μας χαμογέλασες.
Έσκυψες και φίλησες τα υγρά μας μάτια,
αποχαιρέτησες την πόλη την αγαπημένη.
Γενναίος δρασκέλισες τις πύλες τ’ ουρανού,
χτύπησαν γλυκά οι καμπάνες των αγγέλων.
Μια βαθιά λαβωματιά από ματοβαμμένο ηλιοβασίλεμα
στον κήπο με τα κόκκινα τριαντάφυλλα,
ένα σμήνος από άγρια πουλιά φτερουγίζουν σαν τρελά.
Έφυγες και μπόρα σκληρή ξέσπασε σαν θρήνος,
σβήστηκαν τα βήματα,
τα γράμματα δε βρίσκουν πια παραλήπτη,
έμεινε μόνο ο αγέρας να φέρνει τη φωνή σου,
έμεινε η αγάπη να ζωντανεύει τη μορφή σου.
Ιωάννα Αθανασιάδου,
ποίημα απ’ το βιβλίο ΑΓΡΥΠΝΕΣ ΣΙΩΠΕΣ, εκδόσεις Βεργίνα