Ο Χρυσόστομος Σμύρνης στα γραπτά δύο υμνητών του ελληνικού μεγαλείου.
Γράφει ο Δημήτρης Μαυρόπουλος
Φέτος συμπληρώνονται 96 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Αξεδιάλυτα δεμένος με την ανείπωτη καταστροφή είναι ο μαρτυρικός θάνατος του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου.
Το γεγονός της θυσίας του εθνομάρτυρα και ιερομάρτυρα Χρυσοστόμου, ο οποίος ενώ είχε τη δυνατότητα να διαφύγει όταν επήλθε η κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, όπως έπραξαν κάποιοι άλλοι Ιεράρχες ή του ορθοδόξου δόγματος ή άλλων δογμάτων και χριστιανικών Εκκλησιών, όμως παρέμεινε εμμονικά στην ιερή ελληνική γη ακολουθώντας σιωπηλά και αγόγγυστα την σκληρή τύχη πάμπολλων ομοεθνών του, του χριστεπώνυμου ποιμνίου του και ποτίζοντας την με το αίμα του, αποτυπώνονταν στα παλαιότερα είτε Αναγνωστικά, που προορίζονταν για τους μαθητές της Δημοτικής Εκπαίδευσης, είτε Νεοελληνικά Αναγνώσματα, που προορίζονταν για τους μαθητές της Μέσης Εκπαίδευσης.
Άλλωστε, ο πατριώτης θα αρδεύει άφθονα με τον ιδρώτα του τη γη των πατέρων του εν καιρώ ειρήνης και θα ποτίζει τον γενέθλιο τόπο με το άλικο αίμα του εν καιρώ πολέμου.
Ήδη το 2006, στα σχολικά εγχειρίδια «Η Γλώσσα μου», καθώς και στα «Ανθολόγια», οι αναφορές στον Μητροπολίτη Χρυσόστομο παρασιωπήθηκαν, άλλωστε εγκαταλείφθηκε, κυρίως, ο λογοτεχνικός κανόνας και έτσι η ορφάνια αντικατέστησε την πατρότητα και τη μητρότητα.
Ο Χρυσόστομος διατέλεσε, πριν ενθρονιστεί στον επισκοπικό θρόνο της Σμύρνης, Μητροπολίτης Δράμας, Φιλίππων και Ζιχνών, με έδρα την πόλη της Δράμας, την περίοδο 1902 – 1910, με ολιγόχρονη διακοπή όταν εξορίστηκε, όπου είχε σημαντικότατη δράση κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα(1904 – 1908).
Από την εποχή εκείνη μάς είναι γνωστό το υπόμνημά του προς τον δυναμικό Πατριάρχη Ιωακείμ Γ’(1834 – 1912), ο επονομαζόμενος «Μεγαλοπρεπής», το 1903, τον οποίο στο «Όσοι ζωντανοί» ύμνησε ο Ίων Δραγούμης.
Νομίζω, ότι τον χαρακτηρισμό «Μεγαλοπρεπής» τον οφείλει στον Δραγούμη, τον «Ίδα», το λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Δραγούμη, όταν κατά την επίσκεψη του τελευταίου στο Φανάρι, και στη συζήτηση μαζί του, έγραφε: «Κατηγορούσε την πολιτική του μικρού κράτους με τέτοια φόρα, ήρεμη και μεγαλοπρεπή όπως έστεκε σ’ έναν πατριάρχη, που έφτασε με τον ίδιο τόνο φωνής σε υπερβολές και αντίφασες».
Ανάμεσα, λοιπόν, στα άλλα έγραφε ο νεαρός Μητροπολίτης προς τον Πατριάρχη: «Ιδού λοιπόν, ανάμεσα σε ποιους εξολοθρευτές ζούμε. Ιδού, ποια απάνθρωπα μέσα χρησιμοποιούν τα όργανα του σλαβισμού, για να εξολοθρεύσουν ολοκληρωτικά και να εξαφανίσουν το ευσεβές γένος μας…».
Να σημειώσω, ότι παλαιότερα στα σχολεία μας, της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, θα έβλεπες να απεικονίζονται ήρωες και στιγμιότυπα του 1821 ή μορφές και γεγονότα από τις άλλες εξορμήσεις και περιπέτειες του ακατάλυτου έθνους μας.
Οι επιγραφές αυτές, υπήρχαν και στους θαλάμους των στρατιωτών, στα δημόσια κτήρια κ. ά., ήταν «φρονιματιστικές», όπως λέγονταν, με περιεχόμενο εθνικό και ηθικό.
Στο Γραφείο του Διευθυντή, λοιπόν, ήταν καδραρισμένη, κυρίως, η φωτογραφία του Χρυσοστόμου, από το «Φώτο Σερβάνη Δράμα» όπως εντυπωνόταν στην κάτω δεξιά γωνία, ενώ στους διάδρομους του σχολείου δύο κάδρα τραβούσαν την προσοχή μαθητών, δασκάλων και γονέων, όπου στο ένα εικονιζόταν ο Παύλος Μελάς, με υπότιτλο «ο μεγάλος πατριώτης της Μακεδονίας», και στο δεύτερο, το πλαίσιο του οποίου περιβαλλόταν από παραδοσιακό μοτίβο, παράγραφοι από του υπόμνημα του Χρυσοστόμου προς τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ’, όπως ανέφερα παραπάνω.
Σε αυτήν την αποστροφή από το έγγραφό του, ο Χρυσόστομος, τονίζει την διαιώνια, αδιάρρηκτη και αναντίλεκτη ελληνικότητα της Μακεδονίας: «Και μόνον όταν σβηστούν όλα τα φώτα της Ιστορίας, της Στατιστικής, της Γεωγραφίας και της Επιστήμης και όταν η Μακεδονία γίνει ένα απέραντο νεκροταφείο ανθρώπων και μια έρημη και σκοτεινή (χωρίς ιστορία, παρελθόν, παρόν και μέλλον) χώρα, τότε, μόνο είναι δυνατόν να γίνει σλαβική».
Να ειπωθεί, ότι σε περίοπτη θέση και επί βάθρου υπήρχε και η προτομή του Μακεδόνα στρατηλάτη, με εγχάρακτο το όνομά του: «Αλέξανδρος».
Τι από όλα αυτά υπάρχει, τι απέμεινε στα σχολεία;
Ο θυελλώδης άνεμος του κοσμοπολιτισμού, του διεθνισμού και του εθνομηδενισμού, με τη Μεταπολίτευση, συνεπικουρούμενα από τη δειλία και την αδιαφορία, συνέβαλλαν, σχεδόν, στην απομάκρυνσή τους.
Δυστυχώς, η νόθα, η ψευδής, η έξωθεν επιβληθείσα συνείδηση νίκησε το υγιές, το ριζωμένο ένστικτο.
Εν τούτοις, τόσο στην Δυτική Ευρώπη όσο και στην χώρα μας η παρακμή και ο εκφυλισμός αποκτούν υπολογίσιμο αντίπαλο και ευελπιστείται, με την μαζική κινητοποίηση και την ουσιαστική συμβολή υγειών δυνάμεων, τάχιστα να οπισθοχωρήσει, προς όφελος των χειμαζόμενων λαών.
Ένας από τους ελληνολάτρες, ο Περικλής Γιαννόπουλος, στο σύντομο βίο του, αυτοκτόνησε το 1910, έγραψε και δημοσίευσε το 1907 το ολιγοσέλιδο κείμενο «Έκκλησις προς το πανελλήνιο κοινό», όπου αναφέρεται σε κάποια μικρή παράγραφο στον Χρυσόστομο ως Μητροπολίτης Δράμας.
Τον ονομάζει απερίφραστα «Έλλην», όπως και έναν άλλο κληρικό «Ο Παπάς της Αγχιάλου είναι ΈΛΛΗΝ ΙΕΡΕΥΣ», και μάλιστα τονίζει ότι ένεκα της ταυτότητας του «γι’ αυτό οι Αγγλοβούλγαροι τον διώχνουν αμέσως». Η πρόταση υπονοεί την άοκνη, εθνωφελή δράση του Χρυσοστόμου, την ανελέητη αντιμετώπιση του από τους Βούλγαρους κομιτατζήδες, αλλά και τον μεροληπτικό ρόλο των Εγγλέζων. Οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν παρέμβει και η Πύλη έκανε την ανάγκη φιλοτιμία, και, υποτίθεται, ανέλαβαν να εποπτεύσουν τις μεταρρυθμίσεις στον χώρο της Μακεδονίας. Τον «καζά» Δράμας ανέλαβαν οι Άγγλοι, οι οποίοι ήταν απροκάλυπτα φιλοβούλγαροι και χειριστικοί όσον αφορά στην τουρκική εξουσία.
Μία Ελληνίδα, η Πηνελόπη Δέλτα «Στα μυστικά του βάλτου», η βίβλος του μακεδονικού αγώνα, το οποίο εκδόθηκε το 1937 εν μέσω του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, στο κεφάλαιο που επιγράφεται «Η μεγάλη καλύβα της Κούγκας» περιγράφει τη συνάντηση ενός επισκέπτη ιερέα, ο οποίος ήρθε με μία «πλάβα», πρόκειται για ιδιόμορφες βάρκες της Λίμνης των Γιαννιτσών, κάνοντας αναφορά στον Χρυσόστομο.
Παρόντες στην καλύβα οι αρχηγοί, κάποιοι καπεταναίοι και αρκετοί άντρες αντάρτες. Η Δέλτα φωτίζει ιδιαιτέρως την ευγενική μορφή του Άγρα, η οποία διαγράφεται με τα λεπτεπίλεπτα, ήρεμα, πράα χαρακτηριστικά του. Ο παπάς μεταφέρει «καλές» και «κακές» ειδήσεις.
Στις δεύτερες συμπεριλαμβάνει την πληροφορία ότι στον «καζά Ζίχνης» κομιτατζήδες, τους οποίους απέστειλαν από τη Σόφια, στο χωριό Κλεπούσνα, η σημερινή Αγριανή, επιχείρησαν να δολοφονήσουν «τον Χρυσόστομο, τον Άγιο Δράμας». Λόγω του ότι, όμως, ο Δεσπότης ήταν σε περιοδεία το μένος των στυγνών δολοφόνων, αφού το εγχείρημά τους απέτυχε, εκδηλώθηκε πάνω στον άοπλο ελληνικό πληθυσμό, συμπεριλαμβανόμενων ανδρών και γυναικών, γερόντων και μωρών, στοχευμένα εναντίων των οικογενειών του ιερέα και του δασκάλου.
Σημειώνω, ότι στη Σόφια έδρευε το Βουλγαρικό Κομιτάτο ΕΜΕΟ – VMRO. Το τελευταίο νεκραναστήθηκε μετά τη διάλυση της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας το 1990 και αποτελεί πολιτικό κόμμα στη FYROM με σημαντικότατη επίδραση στην πολιτική ζωή της χώρας.
Στο τέλος του βιβλίου της Δέλτα παρατίθενται «Σημειώσεις», ουσιαστικά επεξηγήσεις για τον αναγνώστη. Σε μία από αυτές, την «71» γράφεται:
«Χρυσόστομος: Άγιος Δράμας · αργότερα: Άγιος Σμύρνης. Τον σκότωσαν μαρτυρικά οι Τούρκοι στην καταστροφή της Σμύρνης, στα 1922, τον κατακρεούργησε στους δρόμους ο όχλος».
Ο μανιασμένος «όχλος» που διαμέλισε το σώμα του μαρτυρικού Μητροπολίτη δεν είναι άγνωστος. Ο «όχλος» αυτός δεν ήταν οι «όχλοι» του Ευαγγελίου, οι διψασμένοι και ευεργεθητεντές από τον Κύριό μας. Πιθανόν, να έμοιαζαν με τον φανταστικό «ετερόκλητο όχλο» του Πρωθυπουργού της χώρας μας, όταν με περισσή αναίδεια, απερισκεψία και έλλειψη διάκρισης αποκάλεσε έτσι τούς διαμαρτυρόμενους στο συλλαλητήριο των Αθηνών τον Φεβρουάριο του 2018.
Το πατερικό απόφθεγμα «Μνήμη Αγίου, μίμηση Αγίου» και ο λόγος του Καραϊσκάκη, που έστησε κεφάλια Τουρκοαλβανών τρόπαιο νίκης, σε σχήμα πυραμίδας, στην Αράχοβα, εμπρός στο νεκρό Μάρκο Μπότσαρη «Άμποτε ήρωα Μάρκο, κι’ εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω», υπενθυμίζει την τιμή, υποδεικνύει το καθήκον, θέτει την υποχρέωση απέναντι στην ορθόδοξη πίστη και στη πατρίδα, σε εκκλησιαστικούς και κοσμικούς ηγέτες.
Το μαρτυρικό τέλος του Χρυσοστόμου αφενός ήταν μέρος μίας εθνικής διαπαιδαγώγησης, όπου διδάσκονταν ο ηρωισμός, ο αλτρουισμός, η ανιδιοτελής προσφορά και η πάση θυσία και υπεράνω άλλων πραγμάτων πρόταξη του συνόλου, στο σπίτι, στην κοινότητα, στην ενορία, στο σχολείο, και αφετέρου επιλογή, αφού η ελευθερία συνεπάγεται την ανάληψη της ευθύνης, με όλες τις, θετικές ή αρνητικές για το άτομο, συνέπειες.
Δημήτρης Μαυρόπουλος