ΒΑΒΕΛ – Γράφει ο Θανάσης Πολυμένης
Ποιος αλήθεια, κάνει κουμάντο σ’ αυτή τη χώρα;
ΑΥΤΟΣ ο τόπος, αυτή η χώρα, είχε πάντα ένα πρόβλημα. Ποτέ δεν ήξερε ποιος πραγματικά την κυβερνούσε! Υποθετικά, είχε πάντα μια κυβέρνηση, που διατείνονταν ότι κυβερνούσε μια ανεξάρτητη, οχυρωμένη από τους εχθρούς της, χώρα! Αυτό είναι το μεγάλο ζητούμενο για κάθε χώρα. Η εθνική της ανεξαρτησία.
Τα χρόνια πέρασαν και μετά την τελευταία της απελευθέρωση από τη ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ και την τρίτη Βουλγαρική Κατοχή, η χώρα κύλησε άμεσα στον Εμφύλιο πόλεμο. Με το πέρας του Εμφυλίου και αφού η χώρα ταλαντεύτηκε αν είναι υπό βρετανική επιμέλεια ή υπό αμερικανική εποπτεία, ήρθε η χούντα και ξεκαθάρισε καταστάσεις. Όσοι αρνούνταν, έβλεπαν τα κάγκελα της φυλακής, τα βασανιστήρια και τα παράξενα τροχαία ατυχήματα (βλέπε Παναγούλη).
Η απελευθέρωση της χώρας από τη χούντα, ονομάστηκε Μεταπολίτευση. Η χώρα προσπάθησε να αφήσει πίσω της το παρελθόν. Οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν, νομιμοποίησαν το ΚΚΕ, αναγνώρισαν τους αντιστασιακούς και τους έδωσαν συντάξεις, έστω και με τα ευτράπελα που ακολούθησαν όλα αυτά. Η χώρα προσπάθησε να περάσει στις πλέον δημοκρατικές καταστάσεις. Κυβερνήσεις με ευαισθησίες, όρισαν νόμους και μέτρα και ευαίσθητες ομάδες πληθυσμού, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια αναπτύχθηκαν, οι τέχνες αφέθηκαν ελεύθερες ως προς την ελεύθερη έκφραση, οι απόψεις κυκλοφόρησαν ελεύθερες στα πέριξ και στον ελληνικό Τύπο. Ο οποίος Τύπος, ανδρώθηκε και έμαθε να κατεβάζει και να ανεβάζει κυβερνήσεις.
Η ελληνική τηλεόραση γιγαντώθηκε πέραν του αναμενόμενου, ή ακόμα και πέραν του επιτρεπτού. Κατάφερε και εισέβαλε ακόμα και στις κρεβατοκάμαρες, όχι μόνο διασήμων, αλλά ακόμα και καθημερινών ανθρώπων, που είχαν ήδη διαμορφώσει ανάλογη παιδεία και εξάσκηση στο άθλημα της ατομικής εμφάνισης πεποιθήσεων και χαμηλών κοινωνικών αντανακλαστικών.
Το 2010, ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, το δήλωσε ξεκάθαρα, ότι η χώρα θα χάσει μέρος της εθνικής ανεξαρτησίας της, με την είσοδό της στα μνημόνια! Που σημαίνει ότι η χώρα, δεν θα μπορούσε άμεσα να κυβερνηθεί από τις αιρετές κυβερνήσεις της, όσο καιρό (χρόνια φυσικά…), θα υπέγραφε τα γνωστά σε όλους μας μνημόνια.
Και φτάσαμε στο σήμερα. Όπου η δημοσιονομική πολιτική ελέγχεται αυστηρά και κατά γράμμα από την Γερμανία κυρίως και το διευθυντήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατά ένα άλλο μέρος από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ως εδώ, είναι όλα γνωστά. Στα εθνικά ζητήματα της ανεξάρτητης κατά τα άλλα χώρας μας, η Τουρκία χτυπάει το ντέφι και η Ελλάδα προσπαθεί να καθορίσει και να οριοθετήσει νέες συμμαχίες, βλέποντας αμήχανη ότι πόντο – πόντο, χάνει καθημερινά στον υβριδικό πόλεμο που έχει κηρύξει ο Ερντογάν.
Στην ελληνική κοινωνία επίσης, έχει εμφανιστεί ένας νέος ελεγκτής, κυρίως στους δρόμους. Οι επονομαζόμενες ομάδες του «Ρουβίκωνα». Οι οποίες αυτή τη στιγμή, αγνοώντας θεσμούς και έχοντας την εύγλωττη σιωπή ή μάλλον υπερθεμάτιση του ΣΥΡΙΖΑ, κάνουν ντου, όπου τους καπνίσει. Αυτοί το λένε ακτιβισμό! Όμως δεν είναι τίποτα άλλο παρά από απροκάλυπτη στάση εκβιασμού απέναντι σε ότι δεν τους αρέσει, απέναντι σε όποιον διαφωνεί μαζί τους ή με τους άλλους που συμφωνούν μ’ αυτούς!
Η περίπτωση της επίθεσής στο δήμαρχο Τήνου είναι πέρα από κάθε αμφιβολία. Χαρακτηριστική είναι επίσης η στάση του υπουργού Οικονομικών κ. Τσακαλώτου, όταν το
Φεβρουάριο κατά την διάρκεια ομιλίας του στο ΕΒΕΑ, μέλη του Ρουβίκωνα μπήκαν στην αίθουσα, πέταξαν φέιγ βολάν και αποχώρησαν. Ο Τσακαλώτος είπε «τώρα που τελείωσε ο διάλογος με τους συντρόφους μπορούμε να συνεχίσουμε». Αδιαφορώντας. Όπως είχε αδιαφορήσει ένα μήνα πριν όταν και πάλι μέλη του Ρουβίκωνα είχαν μπει στο υπουργείο Οικονομικών πετώντας επίσης φέιγ βολάν. Μια στάση άνετη και πολύ πιο ασφαλής από του δημάρχου της Τήνου. Τον οποίο μετά την μήνυση ο Ρουβίκωνας με ανάρτηση τού υπενθύμισε πόσο εύκολο είναι για μια ακόμα φορά να επισκεφτούν την Τήνο.
Αλήθεια, σ’ αυτή τη χώρα, η ίδια η κοινωνία τι κάνει, πώς αντιδράει. Περιμένει τον εκάστοτε «σωτήρα» να διευθετήσει καταστάσεις του στυλ… καλώ τον μεγάλο μου αδερφό να σε δείρει;