Σεβασμός
στην καταγωγή
«Η καταγωγή είναι αυτό που είσαι. Αν την απαρνιέσαι για να γίνεις κάτι άλλο, είσαι ανόητος. Το να θυμάται ένας άνθρωπος την καταγωγή του είναι ευτυχία» (Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ, Πρύτανις των Γαλλικών Πανεπιστημίων)
Του Γ.Κ. Χατζόπουλου Τ. Λυκειάρχη
Ασφαλώς σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να θεωρείται το γεγονός ότι κάποιος προέρχεται από γονείς εργάτες της γης ή μεροκαματιάρηδες ότι είναι υποτιμητικό ή και το χειρότερο ντροπή.
Βέβαια, όταν οι μεροκαματιάρηδες γεννήτορες κερδίζουν το ψωμί τους με τίμιο ιδρώτα, χωρίς να αδικήσουν ή να βλάψουν συνανθρώπους τους, είναι αξιέπαινοι.
Το να είναι κανείς φτωχός, χωρίς ο ίδιος να φταίει, αλλά διάφοροι εξωγενείς παράγοντες συνετέλεσαν γι’ αυτό, δεν πρέπει η οργανωμένη σύνομα Πολιτεία να τον αποκλείει από την ικανοποίηση θεμιτής φιλοδοξίας. Αυτό άλλωστε υποστηρίζει με το στόμα του μεγάλου ηγέτη του χρυσού αιώνα Περικλή ο Αλιμούσιος ιστορικός Θουκυδίδης γράφοντας: «Αν κάποιος δεν έχει κοινωνική θέση ή αν είναι φτωχός, δεν πρέπει να τον εμποδίσει η Πολιτεία να καταλάβει κάποιο αξίωμα, εφ’ όσον βέβαια έχει τα ανάλογα προσόντα».
Χωρίς αμφιβολία η φτώχεια δεν είναι ντροπή, όταν γι’ αυτή δε φταίει κάποιος. Ντροπή είναι να μην προσπαθεί να την ξεπεράσει.
Και θα μπορέσει να την ξεπεράσει, με την εργατικότητά του, την έντιμη προσπάθεια, την απόκτηση γνώσεων, την πειθαρχία στους νόμους της Πολιτείας και τη διάθεση για συνεχή βελτίωση.
Η καθημερινότητα έχει να μας παρουσιάσει ουκ ολίγα παραδείγματα ατόμων, που προέρχονται από φτωχές οικογένειες, όμως έντιμες, τα οποία διακρίνονται στις επιστήμες και στις τέχνες. Κάποια άτομα κατάφεραν να φτάσουν στην κορυφή της διάκρισης, παρά τη φτώχεια τους.
Και εδώ ακριβώς έγκειται ο πειρασμός. Το ανέβασμα στην κορυφή προκαλεί ίλιγγο μερικές φορές. Οι κατακτήσαντες την κορυφή καταλαμβάνονται ενίοτε από έπαρση, εγωισμό και αποστασιοποιούνται από το περιβάλλον στο οποίο έζησαν για αρκετά χρόνια. Ισχύει γι’ αυτό, εκείνο που σοφά τονίζει η ποντιακή παροιμία αναφερόμενη στην περίπτωση του κάστανου «Φτου κι απόθεν εξέβα» (= Φτου από εκεί, που βγήκα) εννοώντας το αγκαθωτό περίβλημά του. Δηλαδή άρνηση της ταπεινής, όμως έντιμης καταγωγής.
Οι κατακτητές της κορυφής θα πρέπει να έχουν βαθιά ριζωμένη στο μυαλό τους τη θυμόσοφη λαϊκή παροιμία: «Τα κατάφορτα από καρπούς δένδρα, έχουν χαμηλωμένα τα κλαδιά τους».
Συνεπώς τα άτομα αυτά θα πρέπει να τα χαρακτηρίζει η σεμνότητα και η ταπεινότητα, θέτοντας στο περιθώριο την αλαζονική συμπεριφορά, την αποστασιοποίηση και την περιφρόνηση προς τον συνάνθρωπό τους.
Ας έχουν υπ’ όψη τους, δείχνοντας μια τέτοια συμπεριφορά οι κατακτητές της «κορυφής» ότι ελάχιστα θα έχουν την εκτίμηση των συνανθρώπων τους, στερούμενοι τον χαρακτηρισμό των προτύπων.
Δούλοι του πάθους του κενού εγωισμού, θα συγκεντρώνουν γύρω τους ένα σμάρι αυλοκολάκων, που θα αποβλέπουν στην επίτευξη των ταπεινών τους στόχων. Και μόλις την επιτύχουν, απομακρύνονται τεχνηέντως, οδηγώντας σε απογοήτευση τους επιρρεπείς στην ευτελή κολακεία.
Είναι φυσικό άτομα αυτού του είδους εύκολα να γίνονται θύματα της λήθης, χωρίς την ελπίδα εξασφάλισης μέρους της σελίδας στη Δέλτο της ζωής.
Η ταπεινοφροσύνη και η σεμνότητα, όσο κι είναι σπάνιες, δεν παύουν να αποτελούν το αλάτι, που προστατεύει από τη σαπίλα την κοινωνική ζωή.