Home > Αρθρα > Συμβολή στη μελέτη της τοπικής ιστορίας«Η μνήμη, όσων πρόσφεραν στην τοπική ιστορία, πρέπει να διατηρείται ανεξίτηλη»-Του κ. Γ. Κ. Χατζόπουλου, τ. Λυκειάρχη

Συμβολή στη μελέτη της τοπικής ιστορίας«Η μνήμη, όσων πρόσφεραν στην τοπική ιστορία, πρέπει να διατηρείται ανεξίτηλη»-Του κ. Γ. Κ. Χατζόπουλου, τ. Λυκειάρχη

Συμβολή στη μελέτη της τοπικής ιστορίας

Συγγραφή πονήματος

με ονόματα των οδών της Δράμας

«Η μνήμη, όσων πρόσφεραν στην τοπική ιστορία, πρέπει να διατηρείται ανεξίτηλη»

 

Του κ. Γ. Κ. Χατζόπουλου, τ. Λυκειάρχη

Στην αναφορά μου, πριν από την αποκάλυψη της πινακίδας με το όνομα του αειμνήστου συμπολίτη μας Στέφανου Στολίγκα, τόνισα την ανάγκη να ονομάζονται οι δρόμοι της πόλης μας, αλλά και ευρύτερα του νομού, με το όνομα μιας προσωπικότητας, που με την προσφορά της συνέβαλε στην πνευματική, οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη του τόπου μας.

Και πριν ακόμη ξεθωριάσει εκείνη η πρότασή μου, δέχθηκα ένα βράδυ τηλεφώνημα από έναν καλό φίλο, με το ερώτημα αν γνώριζα τι ήταν ο Χρυσοβέργης, ένα επώνυμο, που αναγράφεται σ’ έναν δρόμο του συνοικισμού Στενήμαχος, ο οποίος συγκροτήθηκε αρχικά από πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης.

Το ερώτημα του καλού φίλου ήταν για λογαριασμό του εγγονού του, ο οποίος κατοικεί στην οδό Χρυσοβέργη. Του το είχε ζητήσει ως εργασία η δασκάλα του. Και πολύ ορθά έπραξε, αφού έτσι καθιέρωσε έναν καινούργιο τρόπο διδασκαλίας της τοπικής ιστορίας. Μακάρι να τη μιμηθούν κι άλλες.

Ομολογώ ότι, ενώ εγνώριζα την ύπαρξη της ονομασίας της οδού, δεν επιχείρησα να μάθω ποιος ήταν αυτός ο Χρυσοβέργης, που τον τίμησε ο Δήμος μας, ύστερα βέβαια από αίτημα κάποιου ή κάποιων συμπολιτών μας και προφανώς με καταγωγή από την Ανατολική Θράκη.

Η σκέψη μου λειτούργησε συνειρμικά. Σκέφθηκα πως για να δοθεί ένα τέτοιο όνομα σε δρόμο, που υπάρχει σε συνοικισμό, ο οποίος συγκροτήθηκε από πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης, θα πρέπει ο Χρυσοβέργης να είχε καταγωγή από την Ανατολική Θράκη, αλλά και ότι θα ήταν προσωπικότητα, που βοήθησε σημαντικά τους συμπατριώτες του σε κάποιο τομέα της ζωής τους (Παιδεία, Πολιτισμό, Οικονομία).

Έτσι η έρευνά μου στράφηκε σε γραπτές πηγές, οι οποίες αναφέρονται στην Ανατολική Θράκη.

Ερεύνησα λοιπόν δημοσιεύματα της κορυφαίας και πολυγραφώτατης πνευματικής προσωπικότητας της Θράκης, του αειμνήστου Πολύδωρου Παπαχριστοδούλου, και νομίζω ότι εντόπισα την απάντηση στην περισπούδαστη μελέτη του «Τα χρόνια της δουλείας στη Θράκη», η οποία δημοσιεύθηκε στο βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών το 1954 περιοδικό της Εταιρείας Θρακικών Μελετών «Αρχείο του Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, τόμ. 32ος, Αθήναι 1966».

Ο αείμνηστος Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου αναφέρεται σε δυο προσωπικότητες με το επώνυμο Χρυσοβέργης: α. Στον Χρυσοβέργη Κουροπαλάτη (ανώτατος αξιωματούχος στο Βυζάντιο, που αντικαθιστούσε τον αυτοκράτορα, όταν απουσίαζε) και στον Γεώργιο Χρυσοβέργη. Του πρώτου δε διασώζεται το όνομα (βαφτιστικό), αλλά το παρωνύμιό του, σημειώνοντας τα ακόλουθα: «Χρυσοβέργης Κουροπαλάτης, Αγχιαλίτης (= καταγόμενος από την Αγχίαλο της Ανατολικής Θράκης) από πολύ παλιά οικογένεια βυζαντινή. Ο ύπατος των φιλοσόφων για τη σοφία και την παιδεία του. Σπούδασε στην Αγχίαλο και το 1821 ήταν διδάσκαλος» (Προφανώς το Κουροπαλάτης προσαρτήθηκε στο επώνυμό του ως κατάλοιπο προγονικού αξιώματος και στη συνέχεια λησμονήθηκε το βαφτιστικό του όνομα και τη θέση του την πήρε ο προγονικός τίτλος ως παρωνύμιο).

β. Στον Γεώργιο Χρυσοβέργη από την Αρετσού, απ’ όπου καταγόταν και ο παππούς του Αδαμαντίου Κοραή στις αρχές του ΙΘ’ αιώνα. Σπούδασε στη  Γερμανία και την Ιόνιο Ακαδημία, όπου και δίδαξε. Το 1843 κατέβηκε στο Ναύπλιο, ως δημοδιδάσκαλος, ως Γυμνασιάρχης φωτεινότατος. Στη συνέχεια βρέθηκε στην Αθήνα, όπου έμεινε από το 1844 -46. Έπειτα ανέλαβε τη διεύθυνση της Ευαγγελικής Σχολής (Σμύρνης) και μεταρρύθμισε το Γυμνάσιό της, όπως και τη Σχολή Ταταούλων (Ταταύλων) της Κωνσταντινούπολης. Γύρισε στη συνέχεια στην Αθήνα, όπου πέθανε το 1862. Όλη τη ζωή του την αφιέρωσε στη συγγραφή και στη διδασκαλία. Ήταν πολυγραφώτατος.

Εξετάζοντας τις δύο βιογραφίες, όπως τις παραθέτει ο Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου, ο νους μας πηγαίνει στο ότι η πιο πάνω οδός πρέπει να φέρει το όνομα του δευτέρου Χρυσοβέργη. Οδηγούμαστε σ’ αυτήν την επιλογή από το γεγονός ότι ο Γεώργιος Χρυσοβέργης ασχολήθηκε ενεργά και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα με την προσφορά παιδείας και τη συγγραφή βιβλίων. Επομένως αποτυπώθηκε ευκρινέστερα και πλατύτερα η μνήμη του στη συνείδηση όχι μόνον των συμπατριωτών του, αλλά και των Ελλήνων γενικότερα, αφού η εκπαιδευτική του πορεία διέτρεξε τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα: βόρεια= Ανατολική Θράκη, νότια = Ναύπλιο, δυτικά = Ιόνια νησιά και ανατολικά = Μ. Ασία (Σμύρνη). Εύλογο λοιπόν ήταν να παγιωθεί η προσωπικότητά του στη μνήμη των ξεριζωμένων συμπατριωτών του, οι οποίοι θέλησαν να τη διατηρήσουν ανεξίτηλη, δίδοντας το όνομά του σ’ έναν μεγάλο δρόμο του συνοικισμού τους.

Οι αδίκως ξεριζωθέντες πρόσφυγες από τις πανάρχαιες κατοικίες τους, με τη συνέργεια των Δυνατών της Δύσης, θέλησαν με κάθε τρόπο να διατηρήσουν, έστω και νοερά, το δέσιμό τους με τα αγιασμένα και μυρωμένα χώματα της Ανατολής, όπου μεγαλούργησαν σε κάθε τομέα της ζωής (Γράμματα, Επιστήμες, Εμπόριο, Οικονομία, Εκκλησία, Παιδεία).

Το ίδιο έκαναν και οι Πόντιοι και οι Μικρασιάτες όχι μόνο στη Δράμα, αλλά και σε όλη σχεδόν την Ελλάδα όπου εγκαταστάθηκαν, κυρίως μαζικά.

Μακριά λοιπόν από αυτολιβανισμό, τον οποίο απεχθάνομαι «όπως ο διάβολος το λιβάνι», θα ήθελα σήμερα να διευρύνω εκείνη τη σκέψη μου, που διατύπωσα πριν από ένα μήνα περίπου ως εξής:

Να συγγραφεί ένα πόνημα, που να αναφέρεται στους δρόμους της πόλης, και του νομού ευρύτερα, στο οποίο θα παρατίθεται η ζωή, το έργο και η προσφορά των προσωπικοτήτων, που αναγράφονται στις οδοδεικτικές πινακίδες. Καθώς και των τόπων και των κτισμάτων, που συνδέονται με την τοπική ιστορία (Γέφυρας Παπάδων, Καπνολογικού Ινστιτούτου, Γκιόλας Χωριστής, Σκρά, Γοργοποτάμου, Καππαδοκίας, Πευκάκια του Δοξάτου κ.ά.).

Δεν πρέπει να λείψουν και τα ονόματα προσώπων, τα οποία διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην τοπική ιστορία, όπως, Αγίου Χρυσοστόμου (Δράμας – Σμύρνης), Θεμ. Χατζησταύρου, Άρμεν Κούπτσιου, Μιχ. Αρκαδικού (ή Αρκαδινού), Οσίου Γεωργίου Καρσλίδη, Νικοδήμου, Αγαθαγγέλου Β’ Κωνσταντινίδη, Πατριάρχου Διονυσίου, Μιλτιάδη Σκόρδα, Δούκα Ζέρβα, Κων/νου Νταή, Βενιζέλου Ελ. κ.ά.).

Μια τέτοια κίνηση θα αποτελούσε αναμφίλεκτα μια πολύ χρήσιμη πηγή για την ολοκληρωμένη συγγραφή της τοπικής ιστορίας.

Το θέμα ενός τέτοιου πονήματος, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας του, εύλογα θα αποτελούσε αντικείμενο ενασχόλησης για την εκπόνηση μεταπτυχιακής εργασίας.

Δε θα ήταν άδικος κόπος η ενασχόληση με το θέμα. Αλλά και οι τοπικοί άρχοντες, που μέσα στις μέριμνές τους κυρίαρχη θα πρέπει να είναι και η διατήρηση της ιστορικής μνήμης, έχουν χρέος να συνδράμουν ηθικά και υλικά σ’ όσους θα καταπιαστούν με το θέμα.

Αναγκαία λοιπόν η ουσιαστική συμβολή των τοπικών αρχόντων στη σμίλευση της τοπικής ιστορίας, αλλά και όσων ηγούνται των Προσφυγικών Συλλόγων (Ποντίων, Θρακών, Μικρασιατών). Ασφαλώς από το πόνημα αυτό δεν πρέπει να απουσιάζει και η αναφορά στους καταγομένους από την Ήπειρο τη Δυτική Μακεδονία και τη Βόρεια Ήπειρο, αν βέβαια εντυπώθηκαν στους οδοδείκτες τα ονόματά τους και με την προϋπόθεση ότι πληρούν την προαναφερθείσα προσφορά.