Τα εμβληματικά
τοξωτά πέτρινα
γεφύρια του Παρανεστίου
Γεφύρια που άλλοτε συνέδεαν τους παλιούς οικισμούς και τα οδικά δίκτυα, συναντά διάσπαρτα ο επισκέπτης μέσα στο ορεινό σύμπλεγμα του Παρανεστίου.
Τα λίθινα αυτά γεφύρια γενικότερα είναι ρωμαϊκού τύπου, καθώς η τεχνική τους είναι σχεδόν πανομοιότυπη. Η χρήση των γεφυριών φαίνεται να σταματά κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα όπου το οδικό δίκτυο της χώρας αναπτύχθηκε ραγδαία. Παρόλα αυτά, ορισμένες γέφυρες συνεχίζουν να είναι χρήσιμες μέχρι και σήμερα κυρίως σε δύσβατες και ορεινές περιοχές.
Για τη κατασκευή των πέτρινων γεφυριών εργάσθηκαν ειδικευμένοι τεχνίτες (πολλοί από τους οποίους μάλιστα φοίτησαν σε ειδικές σχολές της πέτρας στην περιοχή της Ηπείρου), όσον αφορά τον Ελλαδικό χώρο αλλά και τα Βαλκάνια.
Εντυπωσιακά μονότοξα γεφύρια στον ορεινό όγκο του Παρανεστίου συναντάμε στον οικισμό Κρήνης, στον οικισμό Πρασινάδας κάτω από το μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, στο ρέμα της Πεύκης στην περιοχή Ζαρκαδιάς, στο Πεχάν και ειδικότερα στο ρέμα Θερμιών, στο Στραβόρεμα (πέντε γεφύρια), στο ρέμα Φαρασινού (τρία γεφύρια), στο Τσουκάλι ρέμα της περιοχής Διποτάμων ένα μονότοξο γεφύρι, στον ακατοίκητο Μαχαλά, και στον Κάτω Μαχαλά, στο Τραχώνι, ενώ στο Αρκουδόρεμα βρίσκεται το πρώτο μονότοξο γεφύρι το οποίο θεωρείται το μεγαλύτερο του είδους του στην Ανατολική Μακεδονία.
Η θολωτή γέφυρα των Διποτάμων
Η μεγάλη θολωτή γέφυρα των Διποτάμων βρίσκεται βόρεια στο Δασικό Σύμπλεγμα Τραχωνίου-Διποτάμων (δάσος Λεπίδα), 20 χιλιόμετρα από το Παρανέστι και 1 χιλιόμετρο πριν τον εγκαταλειμμένο οικισμό των Διποτάμων.
Τα παλιά χρόνια, η γέφυρα αυτή εξυπηρετούσε τους κατοίκους των εγκαταλελειμμένων πλέον σήμερα οικισμών, Διποτάμων και Τραχωνίου.
Η κατασκευαστική λεπτομέρεια της θολωτής γέφυρας είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή και αξίζει κανείς να την επισκεφτεί και να απολαύσει ταυτόχρονα την πλούσια Παρανέστια φύση, με τις υπέροχες διαδρομές για πεζοπορία, καθώς πολύ κοντά στην περιοχή υπάρχουν οι καταρράκτες της Αγίας Βαρβάρας, του Λεπίδα και του Τραχωνίου ή Λειβαδίτη.
Το μονότοξο πέτρινο γεφύρι Τραχωνίου
Το μονότοξο πέτρινο γεφύρι Τραχωνίου αποτελεί δείγμα ιδιαίτερης τέχνης.
Άγνωστο παραμένει το έτος κατασκευής του. Είναι ένα ιστορικό μνημείο, που άντεξε στο χρόνο χωρίς καμιά συντήρηση. Τα παλιά χρόνια ήταν μέσο επικοινωνίας των κατοίκων της περιοχής καθώς ένωνε τις δυο όχθες του Αρκουδορέματος. Πρόκειται για το μεγαλύτερο του είδους του μονότοξο γεφύρι στην Ανατολική Μακεδονία.
Το Φαρασινό γεφύρι
Μετά από πορεία 3 ωρών περίπου, μέσα σε ένα πυκνό δάσος από οξυές, σφενδάμους, γαύρους, σημύδες, σκλήθρα κ.α., συναντάμε το περίφημο μονότοξο γεφύρι του Φαρασινού, από τα πιο πολυφωτογραφημένα σημεία της περιοχής. Λίγο πιο κάτω από το γεφύρι ξεπροβάλλει η κοίτη του Αετορέματος, το οποίο χύνεται στο Φαρασινό.
Το γεφύρι Φυλακίου
Μετά τους οικισμούς Διποτάμων και Αγ. Νικόλαου, πριν την φάρμα Αυγητίδη, υπάρχει μονοπάτι με νότια κατεύθυνση, μήκους ενός περίπου χιλιομέτρου, που οδηγεί στο μονότοξο γεφύρι Παλιού Φυλακίου. Στη διαδρομή, η θέα της κοιλάδας του Αρκουδορέματος είναι μοναδική, ενώ οι βραχώδεις εξάρσεις συμπληρώνουν το τοπίο.
Προστασία-ανάδειξη-προβολή των τοξοτών γεφυριών
Η Περιφερειακή Ενότητα Δράμας και ο Φορέας Διαχείρισης Οροσειράς Ροδόπης (Φ.Δ.Ο.Ρ.), πρόκειται να συνεργαστούν για την προστασία, ανάδειξη και προβολή τεσσάρων πέτρινων τοξωτών γεφυριών στην ορεινή περιοχή του Δήμου Παρανεστίου κοντά στους οικισμούς Διποτάμων και Τραχωνίου.
Πρόκειται για το γεφύρι στο ρέμα Τσουκάλι, το γεφύρι στο Βαθύρεμα (γνωστό ως γεφύρι Μπαλαμπάν), το γεφύρι του παλιού φυλακίου στο Αρκουδόρεμα και το γεφύρι των Διποτάμων κοντά στο εξωκλήσι του Αγίου Πνεύματος.
Τα πέτρινα τοξωτά γεφύρια έχουν χαρακτηριστεί από τους ειδικευμένους επιστήμονες ως μια από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις της αρχιτεκτονικής. Αποτελούν τον πρώτο μεγάλο σταθμό στην εξελικτική πορεία της παγκόσμιας γεφυροποιίας. Συνήθως, είναι χτισμένα σε μια ιδιαίτερη, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις δυσπρόσιτη θέση. Βρίσκονται σε κομβικά σημεία και συχνά, πάνω στη χάραξη αρχαίων και μεταγενέστερων δρόμων και άλλων υπερτοπικών διαδρομών.
Είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την τοπική και την εθνική ιστορία. Επίσης, είναι ιδιαίτερα σημαντικά επιτεύγματα και συγχρόνως αντιπροσωπευτικά δείγματα της Ελληνικής λαϊκής αρχιτεκτονικής, αφού τα περισσότερα απ’ αυτά είναι έργα ανώνυμων και ασπούδαστων μαστόρων. Αποτελούν πηγή λαογραφικού υλικού, που περιλαμβάνει δημοτικά τραγούδια, θρύλους, παροιμίες, έθιμα, δοξασίες κ.ά Χρήζουν επιστημονικής έρευνας και συχνά, ανακηρύσσονται διατηρητέα μνημεία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Τέλος, θα έλεγε κανείς ότι είναι ίσως η καλύτερη «χρονομηχανή» που σε ταξιδεύει πίσω στο χρόνο και σου αποκαλύπτει πτυχές της καθημερινής ζωής, τόσο των εμπειροτεχνών μαστόρων που τα έχτισαν, όσο και του πλήθους των ανθρώπων που τα χρησιμοποιούσαν για αιώνες.
Δυστυχώς, αρκετά απ’ αυτά τα γεφύρια έχουν καταστραφεί μερικώς ή ολοσχερώς. Στέκουν αχρησιμοποίητα ή μισογκρεμισμένα και κινδυνεύουν διαρκώς με κατάρρευση, τόσο από φυσικά αίτια, όσο και από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, αλλά κυρίως, από την έλλειψη συντήρησης.
Κύριο μέλημα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, του Υπουργείου Πολιτισμού, του Υπουργείου Τουρισμού, άλλων Δημοσίων Υπηρεσιών, αλλά και κυβερνητικών και μη οργανισμών που ασχολούνται με την πολιτιστική και την τουριστική ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος της χώρας μας, θα έπρεπε να είναι η ακριβής καταγραφή, η διεπιστημονική μελέτη, η συντήρηση-επισκευή, η προστασία και τέλος, η ανάδειξη των πέτρινων τοξωτών γεφυριών ως μοναδικά δείγματα της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας μας.